«Φύλακες άγγελοι» στις κλινικές covid του Βόλου μιλούν για το σκληρό “πρόσωπο” του ϊού

Τις αποκάλεσαν «ήρωες» του ΕΣΥ και όχι άδικα. Ρίχτηκαν σε ένα πόλεμο με ελάχιστα «όπλα» και κατάφεραν να κερδίσουν πολλές και δύσκολες μάχες, σώζοντας εκατοντάδες ανθρώπινες ζωές. Για να το πετύχουν αυτό, έπρεπε πρώτα να νικήσουν τους δικούς τους φόβους, να «οπλιστούν» με δύναμη και αντοχή, να συμβιβαστούν με την απομάκρυνση από την οικογένειά τους και να αποδεχτούν την κοινωνική απομόνωση.

Οι νοσηλευτές και νοσηλεύτριες των δημόσιων νοσοκομείων ήταν και είναι, χωρίς αμφιβολία, από τους βασικούς πρωταγωνιστές της πανδημίας. Έχει περάσει ενάμισι χρόνος από τότε που κλήθηκαν να «παλέψουν» με τον αόρατο εχθρό, και συνεχίζουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους κάτω από δύσκολες συνθήκες με την ίδια αυταπάρνηση. Νοσηλευτές και ψυχολόγοι, εργαζόμενοι και συγγενείς, πραγματικοί «φύλακες-άγγελοι»… Είναι τα πάντα για τους ασθενείς με κορωνοϊό, που μόνοι μέσα στα ψυχρά δωμάτια των νοσοκομείων, μακριά από τους δικούς τους ανθρώπους, λαχταρούν για μια κουβέντα, ένα άγγιγμα, μια ματιά.

Στο Νοσοκομείο του Βόλου, οι νοσηλεύτριες που έστησαν σε χρόνο ρεκόρ τις δομές covid, προκειμένου να δεχθούν τους πρώτους ασθενείς με κορωνοϊό, δεν μπορούσαν να φανταστούν αυτό που θα ακολουθούσε. Η Μαρία Μιχολίτση θυμάται ότι η Α΄ κλινική covid στήθηκε μέσα σ’ ένα απόγευμα, με δυο μόλις άτομα νοσηλευτικό προσωπικό. Ήταν στην αρχή του μεγάλου κύματος της πανδημίας, τον περασμένο Νοέμβριο, και οι εισαγωγές ασθενών άρχισαν να γίνονται η μια μετά την άλλη. «Δεν ήμουν προετοιμασμένη. Είχα ενθουσιασμό, αλλά “άγνοια κινδύνου”. Βάλαμε σε δεύτερη μοίρα τους δικούς μας φόβους και κοιτούσαμε τους ασθενείς στα μάτια».

Η Μαρία Μιχολίτση

 

Φόβος, μοναξιά και πόνος
Ο πόνος και η μοναξιά που καθρεφτίζονταν στο βλέμμα των νοσηλευόμενων, ήταν από τις δυσκολότερες στιγμές στην εξαντλητική καθημερινότητά τους. «Η μοναξιά τους, μου στοίχιζε ψυχολογικά» εξομολογείται στα gegonota.news η Σίσσυ Παπαρχοντή, που εργάστηκε τόσο στην Α΄ και Γ΄ κλινική covid, όσο στη Μονάδα Αρνητικής Πίεσης. «Έβλεπα ανθρώπους να φεύγουν από τη ζωή μόνοι τους και ήταν τόσο σκληρό αυτό… Δεν θέλω να θυμάμαι τον πόνο και τον φόβο αυτών των στιγμών. Βρήκαμε δύναμη από το πουθενά για να αντέξουμε όλη αυτή την κατάσταση».

Η Σίσσυ Παπαρχοντή

Η Ευαγγελία Ζυγούλη, η οποία ήταν η πρώτη από τις νοσηλεύτριες που στελέχωσαν τη Μονάδα Αρνητικής Πίεσης στο Νοσοκομείο του Βόλου, περιγράφει πόσο μαρτυρική ήταν η κάθε μέρα νοσηλείας στους θαλάμους της μονάδας. «Το κάθε λεπτό κυλούσε βασανιστικά αργά για τους ασθενείς που έπρεπε να κάνουν τεράστια υπομονή με τις μάσκες, μόνοι σ’ ένα δωμάτιο. Δεχόμασταν πίεση να παραμείνουμε κοντά τους για περισσότερη ώρα απ’ όση μας επέτρεπαν οι συνθήκες και τα καθήκοντά μας, γιατί ήθελαν να μοιραστούν με κάποιον τους φόβους και τη μοναξιά τους».
Η Ευαγγελία χρειάστηκε να ενημερώσει νέους ανθρώπους ότι έπρεπε να διασωληνωθούν, αλλά και να αποτρέψει ασθενείς από το να βγάλουν τη μάσκα επειδή δεν την άντεχαν. «Μια νέα γυναίκα πέταξε τη μάσκα και σηκώθηκε όρθια, με επιθετική συμπεριφορά. Την ξάπλωσα ξανά στο κρεβάτι και της εξήγησα ότι έπρεπε να το παλέψει». Επίσης, δεν θα ξεχάσει την περίπτωση μιας ασθενούς που διαμαρτυρόταν τηλεφωνικά στον γιο της για τους πόνους από τη μάσκα και εκείνος μετέφερε τα παράπονά της στο νοσηλευτικό προσωπικό. «Τον παρακαλούσα να πείσει τη μητέρα του ότι έπρεπε να αντέξει τη μάσκα αν ήθελε να ζήσει για εκείνον».

Η Ευαγγελία Ζυγούλη

Σέλφι και βιντεοκλήσεις
Αναπόφευκτα, οι νοσηλεύτριες έγιναν ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους ασθενείς και τους συγγενείς τους. «Γίναμε η γέφυρα επικοινωνίας με τους δικούς τους ανθρώπους και τους διαβεβαιώναμε γι’ αυτό που ήθελαν περισσότερο απ’ όλα να ακούσουν: Ότι δεν τους έχει ξεχάσει κανείς. Γιορτάσαμε τα γενέθλια ενός ασθενή σε ανοιχτή ακρόαση με την οικογένειά του. Βγάζαμε σέλφι, κάναμε βιντεοκλήσεις, φροντίζαμε να είναι φορτισμένα τα κινητά τους τηλέφωνα για να μπορούν να επικοινωνούν», λέει η Μαρία Μιχολίτση.
Την ίδια ώρα, η ίδιες οι νοσηλεύτριες έσταζαν ιδρώτα κάτω από την στολή τους και όταν επέστρεφαν στο σπίτι τους, κρατώντας αποστάσεις από παιδιά, γονείς, φίλους και συγγενείς, γύριζαν στο μυαλό τους όλα από την αρχή: πρόσωπα, αγωνίες, φοβισμένα μάτια. «Έβλεπα τους ασθενείς στον ύπνο μου και ξυπνούσα με την αγωνία τους. Το άγχος και η ένταση της δουλειάς με συνόδευε παντού», εξομολογείται η Σίσσυ Παπαρχοντή, η οποία δεν θα ξεχάσει ποτέ την μητέρα ενός 45χρονου που τηλεφωνούσε κλαίγοντας κάθε μέρα για να ενημερωθεί για την υγεία του γιου της, όπως και την αγωνία μιας νέας γυναίκας που νόσησε και αναγκάστηκε να αφήσει μονά τα δυο της παιδιά στο σπίτι, αφού δεν υπήρχε κανείς άλλος να τα φροντίσει.
«Κουραστήκαμε σωματικά και ψυχικά, αλλά δεν το μετανιώσαμε. Το γεγονός ότι βγήκαν οι περισσότεροι συνάνθρωποί μας ζωντανοί από αυτή την περιπέτεια, είναι για μας το σημαντικότερο», δηλώνει η Ευαγγελία Ζυγούλη, που θεωρεί ότι αυτόν τον σύγχρονο πόλεμο έπρεπε για κάποιον λόγο να τον ζήσει.

Μήνυμα στους αντιεμβολιαστές
Σήμερα, η συναισθηματική φόρτιση έχει αντικατασταθεί από τον θυμό για τους ανεμβολίαστους που γεμίζουν τα κρεβάτια του Νοσοκομείου. Η Μαρία Μιχολίτση ξεσπάει κατά των αντιεμβολιαστών λέγοντας ότι «δεν μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι με τόσο στενά μυαλά. Έπρεπε να εισαχθούν σε μια κλινική covid για να καταλάβουν τι γίνεται…Είναι άξιοι της μοίρας τους, αλλά δυστυχώς δεν ορίζουν μόνο τη δική τους μοίρα…».
Η Σίσσυ Παπαρχοντή πιστεύει ότι οι περισσότεροι από τους αρνητές που νόσησαν, έχουν μετανιώσει για το γεγονός ότι δεν εμβολιάστηκαν , αφού αρκετοί ήταν εκείνοι που της εκμυστηρεύθηκαν ότι πλέον θα συμβουλεύουν όλους να κάνουν το εμβόλιο.
«Έχουμε ένα “όπλο” που δυστυχώς δεν το χρησιμοποιούν όλοι», λέει για τους αντιεμβολιαστές η Ευαγγελία Ζυγούλη. «Θα ήθελα να τους δείξω σε ποια κατάσταση έρχεται ένας ασθενής και πώς μπορεί να επιδεινωθεί η υγεία του από τη μια στιγμή στην άλλη».

Η Σίσσυ Παπαρχοντή (αριστερά) και η Μαρία Μιχολίτση

Δυνατές προσωπικότητες
Η Μαρία, η Σίσσυ, η Ευαγγελία, όπως και όλες οι νοσηλεύτριες και οι νοσηλευτές του Νοσοκομείου Βόλου, που μαζί έδωσαν και συνεχίζουν να δίνουν αυτόν τον αγώνα, δεν επιλέχθηκαν τυχαία. Ο διοικητής του «Αχιλλοπούλειου» κ. Γιάννης Ντόκος παραδέχεται ότι είναι πραγματικές μαχήτριες και μαχητές, με δυνατή ενσυναίσθηση, που ανταποκρίθηκαν στα δύσκολα και τους αξίζουν συγχαρητήρια, διότι στήριξαν με τον καλύτερο τρόπο το ιατρικό προσωπικό και συνέβαλαν από την πλευρά τους στην επιτυχημένη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.

Η Διευθύντρια της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας κ. Κατερίνα Χαρανά, που είχε και την ευθύνη της επιλογής των προσώπων στελέχωσης των μονάδων covid, τονίζει πως πρόκειται για δυνατές προσωπικότητες που μπόρεσαν με τη λογική να ξεπεράσουν το δικαιολογημένο άγχος και βρήκαν τις τεχνικές για να ανταπεξέλθουν στις πρωτόγνωρες συνθήκες.
Η κ. Χαρανά θυμάται ότι το βράδυ που ο ΠΟΕ χαρακτήρισε τον covid ως πανδημία, αισθάνθηκε βαθιά ανησυχία για το άγνωστο, που βαθμιαία μετατράπηκε σε στρες. «Προσπάθησα να ισορροπήσω σε δυο άξονες που αφορούσαν αφενός την ανάγκη προστασίας της οικογένειάς μου, αφετέρου το επαγγελματικό καθήκον μου. Όμως, όταν τελείωνε η κάθε μέρα, ένιωθα ότι είχαμε καταφέρει όλοι μαζί να κάνουμε κάτι, ώστε να μειώσουμε τον κίνδυνο», λέει η κ. Χαρανά. που κρατάει απ’ όλη αυτή την εμπειρία, τις ισχυρές συναδελφικές σχέσεις οι οποίες «χτίστηκαν» τις ατελείωτες ώρες δουλειάς. Επίσης, κρατάει την τεράστια «αγκαλιά» της τοπικής κοινωνίας που στάθηκε στο πλευρό τους με κάθε τρόπο και νιώθει περήφανη για το γεγονός ότι, όταν πια θα έχουμε ξεμπερδέψει οριστικά με τον κορωνοϊό, θα μπορεί να λέει «ήμουν κι εγώ εκεί»!

Πόλυ Ντίκα