Οι καλλιτέχνες, ο covid-19, και οι πολεμικές εχθροπραξίες

Του Γιώργου Ινεπολόγλου

Η επιλογή για εξαφάνιση από όλες τις δραστηριότητες αυτών των ανθρώπων κατά την διάρκεια της πανδημίας δεν ήταν τυχαία. Αυτοί διαδίδουν τον πολιτισμό, ανοίγουν τα μάτια της κοινωνίας και προφανώς δεν είναι επιθυμητοί στην σημερινή συγκυρία της παραπληροφόρησης και του σκοταδισμού. Το τραγούδι, η μουσική, οι στίχοι, η λογοτεχνία και ότι προκαλεί αλλεργία στους έχοντες και κατέχοντες είναι η ελπίδα μας για μια καλύτερη ζωή χωρίς άγχος, στενοχώρια, φόβο, πόνο, λύπη, μίσος, θυμό . . .

Μέσα από τον πλούτο των τραγουδιών διάλεξα για σήμερα ένα που ταιριάζει γάντι στην εποχή μας. Δεν γνωρίζω αν ο συνθέτης και στιχουργός ήταν προφήτης. Επίσης δεν γνωρίζω αν ήθελε να δώσει την ίδια ερμηνεία με αυτή που θα αναπτύξω στην συνέχεια. Τον γνώρισα όπως όλοι μας μέσα από το έργο του και την καλλιτεχνική του δραστηριότητα. Πρόκειται για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Το τραγούδι αυτό μπορείτε να το απολαύσετε στην παρακάτω σελίδα του διαδικτύου.

https://www.youtube.com/watch?v=8i4nW4OevR0

Σε ιστοσελίδα του ogdoo.gr ο ίδιος ο Παπακωνσταντίνου αναφέρεται ότι είπε για την ερμηνεία του συγκεκριμένου τραγουδιού:
«ο καθένας φτιάχνει μέσα του – και δικαίως – αυτό που πιστεύει ότι ισχύει».

Έτσι και εγώ-δικαίως– φτιάχνω την παρακάτω ερμηνεία. Το τραγούδι σχολιάζει παράλληλα, όπως τεχνηέντως μας προέκυψαν, τα σημαντικά γεγονότα της πανδημίας και καπάκι του πολέμου στην Ουκρανία.

“Μάσκα δεν έχω να γυρνώ
στο καρναβάλι ετούτο
μόνο μια απόχη να τρυγώ
της θάλασσας την πονηριά
και της σιωπής τον πλούτο”

Καρναβάλι λοιπόν η παγκόσμια κοινότητα με την χρήση της μάσκας που από προστασία του αναπνευστικού συστήματος κατέληξε να γίνει η νέα γραβάτα και το διαπιστευτήριο των προστίμων των πολιτών. Είδαμε την μάσκα κάτω από τα σαγόνια μας, την μάσκα παράσημο του μπράτσου μας. Είδαμε την μάσκα χρήσης για πολλαπλά πρόσωπα (ο ένας την δανείζει στον άλλον), είδαμε το κόμπλεξ αυτών που έχουν εξουσία για την επιβολή των προστίμων, αλλά είδαμε και την τελική της κατάληξη σαν μόνιμο σκουπίδι από άκρη σε άκρη μέσα στην πόλη, όταν κάποτε μας έλεγαν ότι την εναποθέτουμε σε καλά κλεισμένη σακούλα, για την προστασία των συνανθρώπων μας. Έτσι ο ποιητής δεν θέλει να έχει μία τέτοια μάσκα να τριγυρνά αλλά θέλει να έχει μία απόχη να συλλαμβάνει την πονηριά με την οποία πλουτίζουν οι αθόρυβοι μαυραγορίτες κάθε εποχής.

“Βάρα καλή, βάρα γερή
μια ντουφεκιά ζαχαρωτή
κι άσε να νιώσει η γαλαρία
του χαρτοπόλεμου τη  βία”

Στις παιδικές μας εκδρομές οι πλακατζήδες των μαθητών καθόταν στις τελευταίες θέσεις των λεωφορείων στην γαλαρία δηλαδή. Δεν αποφάσιζαν αυτοί για την εξέλιξη κάθε εκδρομής, αλλά μόνο και μόνο για την διασκέδαση. Έτσι η βία του πολέμου πέφτει στα κεφάλια αυτών που ποτέ δεν αποφασίζουν για την τύχη τους, αλλά δέχονται τους πειραματισμούς των ισχυρών, αφού τους χρυσώσουμε το χάπι των βομβαρδισμών (λες και είναι ακόμη μερικά θύματα των τηλεπαιχνιδιών στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τα έξυπνα κινητά μας) Οι βόμβες δυστυχώς δεν προέρχονται από χαρτοπόλεμο αλλά από το μίσος του ανθρώπου προς τον άνθρωπο για την επικράτηση του ισχυρού. Είναι το αποτέλεσμα της οικονομικής δικτατορίας που μας επιβάλουν.

Και φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει από το τραγούδι η εξήγηση για τον πρόλογο που έκανα. Προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι σκέψεις είναι σκουπίδια ! και η λογική πρέπει να απαξιωθεί ! Έτσι πρέπει να ξεχνιόμαστε με τους θλιβερούς σκοπούς της πολύπαθης Αρμενίας για δρόμους που άνοιξαν κάποιοι για εμάς χωρίς εμάς . . .

“Σκουπίδι η σκέψη την πετώ
τη λογική απαρνιέμαι
μ’ ένα σαράκι αρμένικο
για δρόμους που δε θέλησα
στις χαραυγές ξεχνιέμαι”