Της «τίναξε τα μυαλά στον αέρα» κι έλεγε πως αυτοκτόνησε…

Μετά από έξι χρόνια, δύο δικαστήρια και τρεις μέρες ακροαματικής διαδικασίας, ο 55χρονος σύζυγος της Έφης Τσιχλάκη οδηγείται σήμερα στη φυλακή για τη δολοφονία της γυναίκας του το βράδυ της 21ης Μαρτίου του 2016 στο σπίτι τους, στην Καμάρα Κολυμβαρίου.

Το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Δυτικής Κρήτης, στα Χανιά, τον έκρινε κατά πλειοψηφία (5-2) «ένοχο» για ανθρωποκτονία με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 8 ετών καθώς του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του μετέπειτα σύννομου βίου. Είχε προηγηθεί καταδικαστική εισαγγελική πρόταση, την οποία το Δικαστήριο έκανε δεκτή.

«Δικαίωση της οικογένειας»

Στο άκουσμα της απόφασης, η  δικηγόρος της οικογένειας της Έφης Τσιχλάκη Κλειώ Παπαπαντολέων έκανε λόγο για δικαίωση της οικογένειας και επανόρθωση της πρωτοβάθμιας απόφασης. “Θεωρώ ότι το Δικαστήριο εκτίμησε και αξιολόγησε με μεγάλη προσοχή όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και τα ευρήματα και κυρίως όλα τα επιστημονικά πορίσματα των ιατροδικαστών και του βαλλιστικού που εξετάστηκε”

Από τη μεριά του ο ξάδερφος του θύματος, Εμμανουήλ Αθανασίου, αναφέρθηκε σε «ποινή χάδι».

«Ο κατηγορούμενος σκηνοθέτησε αυτοκτονία και κάλυψε μια δολοφονία, την δολοφονία της γυναίκας του. Για μας είναι πολύ σημαντικό ότι επιτέλους αποδείχθηκε  ότι η Έφη Τσιχλάκη, δεν ήταν ανισόρροπη, δεν ήταν καταθλιπτική, δεν ήταν προβληματικό άτομο και έπεσε θύμα δολοφονίας και μάλιστα άγριας δολοφονίας, βίαιης δολοφονίας.

Με αυτή την έννοια εγώ προσωπικά δεν είμαι καθόλου ευχαριστημένος. Θεωρώ ότι πέφτει πολύ στα μαλακά κάποιος ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια ζούσε  τη ζωή του ελεύθερος ενώ μια κοπέλα είχε δολοφονηθεί τόσο άγρια και βίαια» τόνισε ο κ. Αθανασίου.

Η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης είχε ξεκινήσει νωρίτερα με την καταδικαστική για τον κατηγορούμενο εισαγγελική πρόταση. Η εισαγγελέας της έδρας υποστήριξε πως ο θάνατος της Τσιχλάκη επήλθε σε δύο χρόνους δηλαδή προηγήθηκε η απόπειρα στραγγαλισμού που την οδήγησε σε απώλεια συνείδησης και ακολούθησε ο πυροβολισμός.

«Για μένα έχουν μεγάλη αξία τα ευρήματα των ιατροδικαστών. Η άποψη ότι οι κακώσεις ήταν προθανάτιες. Ήταν μια κακιά στιγμή. Θεωρώ ότι δεν υπήρξε προμελέτη» σημείωσε, τονίζοντας ότι πρόκειται για έγκλημα χωρίς προμελέτη» ενώ υποστήριξε πως δεν προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία ούτε ότι η γυναίκα είχε ψυχιατρικά προβλήματα ή κατάθλιψη ούτε στοιχειοθετήθηκε ενδοοικογενειακή βία.

Τέλος, πρότεινε να κηρυχθεί ο κατηγορούμενος ένοχος για την πράξη της ανθρωποκτονίας, απαλλαγή για ενδοοικογενειακή βία και ενοχή για οπλοκατοχή. «Ανθρώπινα θα πω και απευθυνόμενη και προς τους συγγενείς της κοπέλας πως πρώτη εγώ αν υπήρχαν αποδείξεις αυτοκτονίας θα το υποστήριζα» σημείωσε.

Νωρίτερα, ο κατηγορούμενος είχε δηλώσει αθώος, υποστηρίζοντας πως αγαπούσε τη γυναίκα του και αν είχε καταλάβει ότι επρόκειτο να αυτοκτονήσει, θα είχε κάνει τα πάντα για να το αποτρέψει (δείτε ΕΔΩ).

«Καθαρή υπόθεση γυναικοκτονίας»

Για μια καθαρή υπόθεση γυναικοκτονίας έκανε λόγο στην αγόρευσή της η συνήγορος της οικογένειας. «Είναι ιερό δικαίωμα του κατηγορούμενου να λέει ό,τι θέλει, αλλά και δικό σας ιερό καθήκον να αξιολογείται τους ισχυρισμούς του» τόνισε.

«Μας λέει ότι η κα Τσιχλάκη, μίλησε στο Skype με τον αδερφό της, σχεδίασαν τις διακοπές του, είπαν για τα βαμμένα νύχια, για τον θερμοσίφωνα, τάισε τα ζώα της και μετά πήγε και έκανε αυτό που έκανε με τον πιο παράλογο και ανορθόδοξο τρόπο… Με τις πιτζάμες της, με τις παντόφλες της, παίρνει το όπλο με το λάθος χέρι και αυτοκτονεί… Κι ενώ έχει πάρει τηλέφωνο και μετά έχει φωνάξει τον σύζυγό της να γυρίσει στο σπίτι να φάνε… Είναι δυνατόν να πιστέψει κανείς για δεύτερη φορά αυτό το εξωφρενικό σενάριο;» σημείωσε.

Παράλληλα, τόνισε ότι ο κατηγορούμενος αφού τη σκότωσε, αλλοίωσε την σκηνή του εγκλήματος. Απλώς απέτυχε να το σκηνοθετήσει σωστά» τόνισε ενώ ειδική μνεία έκανε στο «οπλοστάσιο» το οποίο είχε στο σπίτι του ο δράστης, ο οποίος όπως σημείωσε «ήταν και υποψήφιος με την Χρυσή Αυγή, την εποχή που η Χρυσή Αυγή μάτωνε τους δρόμους».

«Θεωρίες συνωμοσίας»

Για τον ορισμό των θεωριών συνωμοσίας έκανε λόγο ο συνήγορος υπεράσπισης Παντελής Φουρφουλάκης που υποστήριξε το σενάριο της αυτοκτονίας. «Πουθενά στον δυτικό κόσμο δεν θα έφτανε αυτή η υπόθεση στο ακροατήριο» σημείωσε ενώ στάθηκε ιδιαίτερα στα εργαστηριακά ευρήματα, στο γεγονός ότι δεν βρέθηκαν ίχνη πυρίτιδας στα χέρια του κατηγορούμενου αλλά και στο ότι δεν βρέθηκε DNA του δράστη στα νύχια της Τσιχλάκη, δηλαδή δεν είχε προηγηθεί πάλη.

Ο έτερος συνήγορος υπεράσπισης, Γιώργος Κομισόπουλος, σημείωσε ότι δεν υπάρχουν τα αποδεικτικά στοιχεία που να μπορούν να αποκλείσουν την μία ή την άλλη εκδοχή. Ζήτησε από το δικαστήριο να μην προσπεράσει τα εργαστηριακά ευρήματα, στάθηκε στην επιστολή της Τσιχλάκη την οποία παρουσίασε ως «απολογισμό ζωής», υποστήριξε πως από την πλευρά των μαρτύρων τεχνικών συμβούλων της πολιτικής αγωγής ακούστηκαν πράγματα που δεν αντέχουν στην λογική και ζήτησε την ομόφωνη απαλλαγή του κατηγορουμένου.

«Εγώ τη γυναίκα μου την αγαπούσα»

“Εγώ τη γυναίκα μου την αγαπούσα. Όλοι εδώ μέσα μιλάνε όλοι για μια Ευπραξία Τσιχλάκη. Για ‘μένα ήταν η γυναίκα μου” με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την απολογία του ο σύζυγος της θανούσας που κατηγορείται για την δολοφονία της.

Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε στις ψυχικές μεταπτώσεις της Τσιχλάκη την τελευταία διετία αλλά και στα όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ.

Σε ερώτηση της Προέδρου σχετικά με το αν είχε τάσεις αυτοκτονίας, απάντησε πως εκείνος δεν είχε αντιληφθεί κάτι τέτοιο.

“Όχι δεν το σκέφτηκα ποτέ, αλλιώς θα είχα κάνει τα πάντα. Δεν το φαντάστηκα. Αυτό είναι το μόνο έγκλημα που έχω κάνει”.

Αναφερόμενος στα γεγονότα της μοιραίας νύχτας, τόνισε πως είχε δεχτεί επίσκεψη του ανιψιού, απο τον οποίο ζήτησε να επιστρέψει στο σπίτι και την δουλειά, προοπτική η οποία έβρισκε κάθετα αντίθετη την Τσιχλάκη.

Μετά την αναχώρηση του ανιψιού, μπήκε μέσα στο σπίτι και την ώρα που είχε μπει στο μπάνιο άκουσε έναν πυροβολισμό. Τότε, όπως ισχυρίστηκε, βγήκε έξω και αντίκρυσε την γυναίκα του νεκρή. «Όταν την είδα, έπεσα απευθείας στα γόνατα, να δω αν ζει. Της έπιασα το κεφάλι και φώναζα Έφη – Έφη! Γιατί; – Γιατί; Και μετά θυμάμαι να βγαίνω έξω και να φωνάζω βοήθεια – βοήθεια».

Υπενθυμίζεται ότι από την πρώτη στιγμή οι άνδρες της υποδιεύθυνσης ασφαλείας Χανίων είχαν αντιμετωπίσει την υπόθεση ως εγκληματική ενέργεια, σε συνεργασία με τον ιατροδικαστή Χανίων Σταμάτη Μπελιβάνη και είχαν συλλάβει ως ύποπτο τον σύζυγο. 

zarpanews.gr

Φανή Νικηφοράκη