Με τη φράση “έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα τσουνάμι εξελίξεων που οδηγεί σε ερημοποίηση της υπαίθρου και η απάντηση πρέπει να είναι συνολική, δραστική και άμεση” ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Στέλιος Πέτσας έδωσε το στίγμα της σοβαρότητας με την οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί το θέμα της λειτουργίας των ορεινών Δήμων της χώρας, μιλώντας στη συνεδρίαση της Επιτροπής Ορεινών Περιοχών της ΚΕΔΕ, που ξεκίνησε σήμερα, στον Άγιο Γεώργιο Νοτίου Πηλίου, με την συμμετοχή δημάρχων ή εκπροσώπων τους από 19 ορεινούς Δήμους της χώρας.
Όπως τόνισε, και με την τελευταία απογραφή, διαπιστώνεται μια σημαντική μείωση του πληθυσμού στους ορεινούς όγκους της πατρίδας μας, παρά το γεγονός ότι μπαίνουν αρκετά χρήματα στο τραπέζι για την ενίσχυσή τους, τουλάχιστον από το Υπουργείο Εσωτερικών.
Δεδομένης της κατάστασης αυτής, ο υπουργός επισήμανε πως στο επίκεντρο της πολιτικής της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη προσωπικά, είναι η εκπόνηση και υλοποίηση ενός συνολικού σχεδίου για την ορεινότητα και όχι αποσπασματικές λύσεις, οι οποίες δεν οδήγησαν πουθενά, τα τελευταία χρόνια.
“Στη συνεδρίαση αυτή θα ακούσουμε ιδέες που μπορούν να προχωρήσουν παρακάτω ώστε να φέρουμε πολύ γρήγορα στην επιφάνεια, ένα συνεκτικό σχέδιο, στο οποίο θα τοποθετηθούν όλα τα πολιτικά κόμματα, προκειμένου το σχέδιο ορεινότητας να πάρει σάρκα και οστά”, δήλωσε ο κ. Πέτσας, προσθέτοντας πως τα επόμενα χρόνια είναι πολύ σημαντικά, για να σταματήσει αυτή ερημοποίηση της υπαίθρου μας και να ξεκινήσει μια ανάκαμψη, αν αυτό είναι δυνατόν.
Αναφερόμενος σε αριθμητικά στοιχεία που αφορούν στους ορεινούς Δήμους, είπε πως έχουν διατεθεί από το Υπουργείο του, 218 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2022, επιπλέον από τις τακτικές χρηματοδοτήσεις για την αντιμετώπιση του ενεργειακού κόστους. Επίσης, 64 εκατ. ευρώ προστέθηκαν μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ το Υπουργείο είναι έτοιμο να προχωρήσει και σε έκτακτες χρηματοδοτήσεις μέχρι το τέλος του έτους, κυρίως για να αντιμετωπιστούν ζητήματα καυσίμων, αλλά και θέρμανσης των σχολείων και να μην υπάρξει κανένα πρόβλημα και τον φετινό χειμώνα.
Σύμφωνα με τον αν. υπουργό Εσωτερικών, μέσω του Προγράμματος Τρίτση, έχουν διατεθεί στους Δήμους που χαρακτηρίζονται ορεινοί, 172 εκ. ευρώ περίπου, για έργα. Αυτή είναι – όπως είπε – μια πάρα πολύ σημαντική κατά κεφαλήν ενίσχυση που ξεπερνάει σε ορισμένους Δήμους, τις 3.000 ευρώ κατά κεφαλήν, ποσά περίπου τριπλάσια σε σχέση με ό,τι ισχύει για τους άλλους Δήμους της χώρας.
“Δεν φτάνουν όμως αυτές οι χρηματοδοτήσεις, ούτε καν οι έκτακτες που έχουμε δώσει τα χρόνια της πανδημίας, αλλά και για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, που είναι φυσικό να πλήττουν περισσότερο ορισμένες περιοχές”, παραδέχθηκε ο υπουργός, επισημαίνοντας πως μέχρι να φτάσουμε στη συνεκτική πολιτική που είναι το βασικό ζητούμενο, πρέπει να αντιμετωπιστεί το ζήτημα του προσωπικού.
Παρατήρησε ωστόσο, ότι είναι η πρώτη φορά που γίνονται προσλήψεις στην Αυτοδιοίκηση μετά από 10 και πλέον χρόνια και παρότι υπάρχουν όντως καθυστερήσεις που οφείλονται στην γραφειοκρατία και σε άλλες αδυναμίες, είμαστε σε μια φάση ολοκλήρωσης του διαγωνισμού.
Ανέφερε ακόμη, ότι είναι η πρώτη φορά που στον προγραμματισμό προσλήψεων για την επόμενη χρονιά, εγκρίθηκε το σύνολο των θέσεων που υπέβαλε η Αυτοδιοίκηση, ενώ αποφασίστηκε να διατεθούν περίπου 1.000 επιπλέον θέσεις για την Δημοτική Αστυνομία.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ορεινών Περιοχών ΚΕΔΕ, Σωκράτης Κεφαλογιάννης
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Επιτροπής Ορεινών Περιοχών της ΚΕΔΕ, δήμαρχος Ανωγείων, Σωκράτης Κεφαλογιάννης ανέφερε πως στόχος της Επιτροπής αυτής που συστάθηκε με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, τον περασμένο Μάιο, είναι η σύνταξη του στρατηγικού σχεδίου για την ορεινότητα.
Όπως είπε, στη συνεδρίαση έχουν κληθεί, εκτός των Δήμων – μελών της Επιτροπής, και οι δήμαρχοι των Δήμων που, με την τελευταία απογραφή του 2021, έχουν κάτω από 10.000 κατοίκους κι έχουν τα χαρακτηριστικά των μικρών ηπειρωτικών και ορεινών Δήμων.
Έκανε δε, μια αξιοσημείωτη αναφορά που καταδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος της ερημοποίησης των ορεινών περιοχών, λέγοντας πως οι 31 μικροί ορεινοί Δήμοι, με το χαρακτηριστικό των 10.000 κατοίκων, έγιναν αυτομάτως 38, μετά την τελευταία απογραφή, που έδειξε ότι υπάρχουν μεγάλες μειώσεις των πληθυσμών στους ορεινούς Δήμους.
Ο βουλευτής, Χρήστος Μπουκώρος
Ξεκινώντας με την επισήμανση ότι, πλέον, στην ορεινή ζώνη της Ελλάδας διαβιεί μόνο το 20% του πληθυσμού της, ο βουλευτής Μαγνησίας της Ν.Δ., Χρήστος Μπουκώρος, τόνισε πως η πολιτεία οφείλει να την κρατήσει ζωντανή για αυτό και θεσπίζονται σχετικά μέτρα.
Πρόσθεσε ωστόσο, πως δεν αρκούν οι πολιτικές του ΥΠ.ΕΣ. για την ενίσχυση των ορεινών περιοχών, αλλά χρειάζονται ευρύτερες πολιτικές ενίσχυσης, καθότι το κόστος διαβίωσης, το κόστος λειτουργίας, το κόστος κατασκευής, το κόστος παραγωγής στις ορεινές περιοχές είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο σε σχέση με τις παράκτιες και πεδινές.
Τα αιτήματα
Στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας, στο Μουσείο Τοπικής Ιστορίας & Τέχνης «Κώστας Λιάπης» (Αρχοντικό Τζωρτζέϊκο), διεξάγεται σήμερα και θα συνεχιστεί και αύριο, η Συνεδρίαση της Επιτροπής της Κεντρικής Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ορεινών Περιοχών.
Με αφορμή την Συνεδρίαση, ο Δήμαρχος Νοτίου Πηλίου απέστειλε επιστολή – υπόμνημα του ∆ήμου προς το Προεδρείο Επιτροπής Ορεινών Περιοχών Κ.Ε.∆.Ε., παρουσιάζοντας τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ορεινοί ΟΤΑ σε σχέση με τους αστικούς.
Συγκεκριμένα:
1) Είναι γνωστό ότι, οι ορεινοί Δήμοι αντιμετωπίζουν σοβαρά και ειδικά προβλήματα που οφείλονται τόσο στις ιδιαίτερες περιστάσεις που τους συνοδεύουν όσο και στην μειωμένη αρωγή που λαμβάνουν από τα κέντρα εξουσίας, ειδικά μάλιστα σε σύγκριση με τους αστικούς Δήμους. Ακριβώς για τους λόγους αυτούς για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνοδεύουν το πλείστο μέρος των Δήμων, όπως ακριβώς και τον Δήμο Νοτίου Πηλίου, εκτάσεως 369,36 τετρ.χλμ., θα πρέπει να διαμορφωθούν συγκεκριμένες εφαρμόσιμες πολιτικές, ένα συγκεκριμένο και ειδικό πλαίσιο λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τις ορεινές περιοχές στην Ελλάδα.
2) Κατεξοχήν πρόβλημα που αφορά το σύνολο των Ορεινών Δήμων είναι το ζήτημα της ελλείψεως του αναγκαίου υπαλληλικού προσωπικού. Eνώ δηλαδή αυξάνονται διαρκώς οι αρμοδιότητες και οι ευθύνες των Δήμων, δεν συμβαίνει το ίδιο ούτε με τους πόρους, ούτε και με το προσωπικό τους.
Ειδικότερα όταν αυτό μειώνεται διαρκώς, τόσο εξαιτίας των αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης χωρίς αναπλήρωση του από νέους, όσο και λόγω του καθεστώτος της κινητικότητας σε όλο το Δημόσιο Τομέα, καθίσταται δυσχερής η οποιαδήποτε προσπάθεια ανάπτυξης, υλοποίησης νέων έργων και επενδύσεων, αντιμετώπιση ήδη υφιστάμενων προβλημάτων αλλά και εξυπηρέτηση των Δημοτών, οι ανάγκες και τα προβλήματα των οποίων ευλόγως είναι πολλά και καθημερινά – χρήζοντας όμως άμεσης αντιμετώπισης.
Κινητικότητα υπαλλήλων
3) Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η κινητικότητα έχει αμιγώς εθελούσιο χαρακτήρα για τους εργαζομένους.
Θεωρείται δικαίωμα και στη λογική αυτή δίνεται η δυνατότητα στους υπαλλήλους να υποβάλουν αιτήσεις με ελάχιστες προϋποθέσεις, όπως η συμπλήρωση διετίας από το διορισμό τους ή προηγούμενη μετάταξη.
Για τη μετακίνηση του υπαλλήλου μάλιστα δεν απαιτείται, πάντα και σε όλες τις περιπτώσεις, η σύμπραξη του φορέα προέλευσης, ενώ στους λιγοστούς περιορισμούς που τίθενται είναι ο φορέας προέλευσης να έχει καλυμμένο το 65% των οργανικών θέσεων προκειμένου να προχωρήσουν μετατάξεις ή αποσπάσεις και αυτό για να μην αποψιλωθούν εντελώς διευθύνσεις και τμήματα σε φορείς, οι οποίοι δε θεωρούνται ελκυστικοί είτε λόγω της φύσης της δουλειάς ή της περιοχής στην οποία εδρεύουν.
Συνεπώς για να αντιμετωπιστεί το εν λόγω πρόβλημα, οι μικροί πληθυσμιακά Δήμοι, όπως είναι όλοι οι ορεινοί Δήμοι, θα πρέπει να είναι μόνο φορείς υποδοχής υπαλλήλων στο πρόγραμμα κινητικότητας. Η λογική που ακολουθείται έως και σήμερα, να προσλαμβάνεται δηλαδή μόνιμος υπάλληλος σε μικρό περιφερειακό Δήμο και να αφήνει, μόλις «κλειδώνει» τη μονιμότητα, τη θέση κενή για άλλη κεντρικότερη Υπηρεσία ή αστικό Δήμο, συμβάλλει στη διαιώνιση του σημαντικού αυτού προβλήματος της υποστελέχωσης των ορεινών Δήμων.
Συγκεκριμένα ως προς την κινητικότητα ο Δήμος Νοτίου Πηλίου συντάσσεται με την θέση της ΚΕΔΕ και συγκεκριμένα:
• Να επιτρέπεται κινητικότητα προσωπικού μόνον εντός φορέων του ίδιου βαθμού αυτοδιοίκησης, δηλ. από Δήμο σε Δήμο.
• Η κινητικότητα να εφαρμόζεται μόνον όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι (υγείας, ανάγκη συνένωσης οικογενειών).
• Να απαιτείται, πάντα, η σύμφωνη γνώμη του Δημάρχου, για να μπορεί να μετακινηθεί κάποιος εργαζόμενος σε άλλο Δήμο.
Ιδιαίτερα κρίσιμη κρίνεται και η λύση της μοριοδότησης της εντοπιότητας στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ για τους ορεινούς και απομακρυσμένους Δήμους. Συγκεκριμένα, η μοριοδότηση με έναν ικανοποιητικό αριθμό μονάδων θα σημάνει τη δημιουργία ενός σημαντικού κινήτρου για την επιλογή των ορεινών Δήμων ως τόπων εργασίας, συμβάλλοντας άμεσα τόσο στη μείωση της κινητικότητας από τους ορεινούς Δήμους στα αστικά κέντρα όσο και στην επαύξηση των τοπικών πληθυσμών με όλα τα οφέλη που αυτό συνεπάγεται για τις τοπικές οικονομίες των Δήμων και όχι μόνο.
Ελλιπής χρηματοδότηση
4) Εξίσου σημαντικά είναι και τα προβλήματα που αφορούν τους πόρους που λαμβάνουν οι ορεινοί Δήμοι για την κάλυψη των αναγκών τους, πόροι που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι αρκετοί για να καλύψουν ούτε τις βασικές ανάγκες. Η τεχνική και οικονομική υποστήριξη των ορεινών Δήμων θα πρέπει συνεπώς να είναι συνεχής τόσο στον τομέα της οργανωτικής συγκρότησης και βελτίωσης της εσωτερικής τους λειτουργίας όσο και στον τομέα της βελτίωσης των υποδομών τους, ώστε όλοι οι ορεινοί Δήμοι να έχουν αποκτήσει -έστω- ένα ελάχιστο επίπεδο διοικητικής και κοινωνικής υποδομής.
Σημειώνεται επ’ αυτού ότι οι ορεινοί Δήμοι είναι επιφορτισμένοι μεταξύ άλλων με την κατασκευή, συντήρηση και λειτουργία:
1) Συστημάτων ύδρευσης, αποχέτευσης και άρδευσης
2) Αντιπλημμυρικών και εγγειοβελτιωτικών έργων
3) Έργων δημοτικής και κοινοτικής οδοποιίας, πλατειών, γεφυρών
4) Έργων ηλεκτροφωτισμού των κοινόχρηστων χώρων
5) Καθαριότητα του συνόλου των Δημοτικών χώρων
6) Πολιτιστικών και πνευματικών κέντρων κ.ο.κ.
5) Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι οι ανάγκες, όπως συμβαίνει σε όλους τους Δήμους, είναι πολλές.
Πολλώ μάλλον δε όταν οι ανάγκες αυτές αφορούν στους ορεινούς Δήμους, όπου λόγω των διάφορων ιδιαιτεροτήτων τους η εξυπηρέτηση καθίσταται δυσχερής και η ανάγκη για οικονομική ενίσχυση ακόμα μεγαλύτερη.
Ανακατανομή των ΚΑΠ
6) Ο Δήμος Νοτίου Πηλίου συγκεκριμένα, με την τεράστια γεωγραφική έκταση αποτελείται από 52 χωριά με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγάλες ανάγκες τόσο υλικοτεχνικής φύσεως όσο και οικονομικής υποστήριξης για τη συντήρηση των δρόμων. Παρόλο αυτά τα έσοδα του Δήμου Νοτίου Πηλίου και συγκεκριμένα οι πόροι που προέρχονται από τον κεντρικό κρατικό προϋπολογισμό υπό την μορφή των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (Κ.Α.Π) είναι πενιχρά, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις πραγματικές και υφιστάμενες ανάγκες.
7) Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι στον Δήμο Νοτίου Πηλίου τα έσοδα που προέρχονται από τους Κ.Α.Π ανέρχονται μόλις στα 110.000 ευρώ, ενώ η μισθοδοσία του προσωπικού ανέρχεται στις 210.000 ευρώ, διαφορά που καταδεικνύει ακριβώς την τεράστια υποχρηματοδότηση του Δήμου Νοτίου Πηλίου αλλά και των ορεινών Δήμων εν γένει.
8) Πάγια θέση του Δήμου Νοτίου Πηλίου είναι πως θα πρέπει να γίνει άμεσα ανακατανομή των Κ.Α.Π και να αποδίδονται με βάση την γεωγραφική έκταση των Ο.Τ.Α και με άλλα ειδικότερα κριτήρια και όχι με βάση το πληθυσμιακό μέγεθος και μόνο. Συγκεκριμένα, περιφερειακοί Δήμοι με μεγάλη γεωγραφική έκταση επωμίζονται υπέρογκο ενεργειακό κόστος και για αυτό η ανακατανομή των Κ.Α.Π. θα πρέπει να γίνεται με κριτήρια αντικειμενικά όπως το συνολικό μήκος του δημοτικού και αγροτικού οδικού δικτύου προς συντήρηση, τις υποδομές ύδρευσης, τον αριθμό αντλιοστασίων, τη γεωγραφική έκταση και όπως προαναφέρθηκε την κάλυψη κατ’ ελάχιστο του κόστους μισθοδοσίας των υπαλλήλων.
Αύξηση της ΣΑΤΑ
9) Αντίστοιχα προβλήματα υφίστανται και για τη χρηματοδότηση της Συλλογικής Απόφασης Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Σ.Α.Τ.Α). Σύμφωνα, με την κείμενη νομοθεσία πόρος για την χρηματοδότηση της Σ.Α.Τ.Α είναι ποσοστό 20% από τις συνολικές ετήσιες εισπράξεις του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, αποτελεί δε κεντρικό αυτοτελή πόρο των Δήμων.
10) Επ’ αυτού σημειώνεται ότι στον Δήμο Νοτίου Πηλίου αποδίδεται ετησίως το ποσό των 230.000 ευρώ, ενώ οι πέντε πρώην Καποδιστριακοί Δήμοι, που συνενώθηκαν και συναποτελούν πλέον τον Δήμο Νοτίου Πηλίου, λάμβαναν χρηματοδότηση 1,5 εκατομμύριο ευρώ. Η διαφορά αυτή είναι τεράστια και τα προβλήματα έχουν μεγεθυνθεί δεδομένου ότι οι ανάγκες των πρώην Δήμων που συνενώθηκαν
παρέμειναν οι ίδιες, ενώ παράλληλα η οικονομική ενίσχυση μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό.
11) Αντίστοιχα, ελάχιστη και πενιχρή σε σχέση με τις υφιστάμενες ανάγκες είναι και η Σ.Α.Τ.Α. που αποδίδεται για τα σχολικά κτήρια που ανέρχεται ετησίως μόλις στις 23.000 ευρώ για 20 Σχολικές Μονάδες . Πρόκειται για ένα ποσό, το οποίο επ’ ουδενί δεν επαρκεί για τις παρεμβάσεις που απαιτούνται κάθε χρόνο στα σχολικά κτήρια του Δήμου Νοτίου Πηλίου.
12) Όσον αφορά τον ΕΝΦΙΑ, πάγια πρόταση του Δήμου Νοτίου Πηλίου είναι ότι το 50%, τουλάχιστον, θα πρέπει να περιέρχεται στους Δήμους για να επιστρέφεται ανταποδοτικά μέσω διάφορων έργων στους δημότες. Ο ΕΝΦΙΑ αποτελεί έναν, κατ’ αρχήν, δημοτικό φόρο στο σύνολο των Ευρωπαϊκών χωρών και δεν μπορεί να μην ισχύει το ίδιο και στη δική μας χώρα. Υπήρξε άλλωστε και Κυβερνητική δέσμευση επ’ αυτού.
Ουσιαστική ενίσχυση για την Πολιτική Προστασία
13) Ένα άλλο ζήτημα αφορά στο ειδικό κονδύλι και σε μια γενναία χρηματοδότηση που πρέπει να δίνεται για την Πολιτική Προστασία των ορεινών Δήμων. Ο Δήμος Νοτίου Πηλίου έχει καταθέσει πρόταση και τεχνικό δελτίο προς τις αρμόδιες Αρχές για την ενίσχυση του Δήμου με μηχανήματα έργου και πυροπροστασίας για τους θερινούς μήνες.
14) Επιπλέον, δεδομένων των μειωμένων κρατικών πόρων που αποδίδονται στους ορεινούς Δήμους, όπως ήδη έχει αναφερθεί, απαραίτητη κρίνεται η επιδότηση και εφαρμογή ειδικών τουριστικών προγραμμάτων που θα προσελκύσουν κόσμο σε Δήμους που τείνουν να ερημοποιηθούν δεδομένων των προβλημάτων, ενισχύοντας ταυτόχρονα την τοπική οικονομία, συμβάλλοντας κατ ́αυτόν τον τρόπο στην τοπική ανάπτυξη.
15) Κατόπιν όλων τούτων κρίνεται επιτακτική η ανάγκη της ουσιαστικής χρηματοδότησης των ορεινών περιοχών από την Πολιτεία και πιο άμεσα γίνεται με τη θεσμοθέτηση απαραίτητων διαδικασιών και όρων, προκειμένου οι Δήμοι με αυτές τις ιδιαιτερότητες και δυσκολίες να ανταπεξέλθουν και επιβιώσουν.