Θέσεις του Δικτύου των ΦοΔΣΑ επί της τροποποίησης του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων 

Με την υπ΄ αριθ. 39 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου εγκρίθηκε το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) {ΦΕΚ 185/29 Σεπτεμβρίου 2020, τεύχος Πρώτο}, 10ετούς διάρκειας 2020 – 2030.

Με δεδομένη την κατάσταση της χώρας τόσο όσο αφορά τις υποδομές όσο και το χαμηλό ποσοστό ανακύκλωσης, το νέο ΕΣΔΑ χαρακτηρίσθηκε ως υπεραισιόδοξο για την επίτευξη των στόχων τα έτη ορόσημο 2025 & 2030.

Ιδιαίτερα υπεραισιόδοξος ήταν και ο στόχος για ταφή υπολείμματος κάτω του 10% μέχρι το 2030, παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2018/850 το προβλέπει έως το 2035.

Στη συνέχεια ψηφίσθηκε ο νόμος 4819/2021 {ΦΕΚ Α’ 129/23-7-2021} με τίτλο «Ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη διαχείριση των αποβλήτων – Ενσωμάτωση των Οδηγιών 2018/851 και 2018/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2018 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ περί αποβλήτων και της Οδηγίας 94/62/ΕΚ περί συσκευασιών και απορριμμάτων συσκευασιών, πλαίσιο οργάνωσης του Ελληνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης, διατάξεις για τα πλαστικά προϊόντα και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, χωροταξικές – πολεοδομικές, ενεργειακές και συναφείς επείγουσες ρυθμίσεις.»

Παρόλο που ο συγκεκριμένος νόμος προέβλεπε σειρά ρυθμίσεων και συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για την έναρξη δράσεων και υποστήριξη των δικαιούχων (ΦοΔΣΑ & Δήμων) όπως διακριτή διαλογή των προς ανακύκλωση υλικών στα ΚΔΑΥ, έναρξη δράσεων ανακύκλωσης σε σχολεία, δημοτικούς χώρους άθλησης, παιδικές χαρές, Δημόσιες Υπηρεσίες κλπ, σχεδόν τίποτα από αυτά δεν έχει ξεκινήσει.

Αντιθέτως συνεχίζεται η καθοδική πορεία της ανακύκλωσης, η διακοπή συμβάσεων της ΕΕΑΑ με τους Δήμους για λόγους που η ΕΕΑΑ έχει κατ’ επανάληψη δημοσιοποιήσει, η μη παροχή του κατάλληλου εξοπλισμού (οχημάτων & κάδων) σε Δήμους, κλπ.

Με αυτά τα δεδομένα, αναρτάται σε διαβούλευση η τροποποίηση του ΕΣΔΑ, η οποία κρίθηκε αναγκαία, προκειμένου να προσαρμοστεί στις νέες εξελίξεις της κυκλικής οικονομίας καθώς και στις πρόσφατες αλλαγές των κριτηρίων χρηματοδότησης των υποδομών διαχείρισης αποβλήτων, με σκοπό τη διασφάλιση της χρηματοδότησης των υποδομών από το ΕΣΠΑ 2021 – 2027.

Στο υπό αναθεώρηση ΕΣΔΑ, εκτός των αλλαγών των κριτηρίων χρηματοδότησης των υποδομών, εισάγονται και νέες παράμετροι, οι οποίες χρήζουν διευκρίνισης και περαιτέρω τεκμηρίωσης, δεδομένου ότι αλλάζουν άρδην το μέχρι σήμερα ισχύον θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ΦοΔΣΑ αλλά και της διαχείρισης των αστικών στερεών αποβλήτων.

Μάλιστα, το πρώτο μείζον ζήτημα που προκύπτει, είναι ότι, ενώ το ΕΣΔΑ, ως Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου, έχει την ισχύ διοικητικής πράξης και όχι νόμου, επιχειρείται μέσω της τροποποίησής του η καταστρατήγηση των νόμων που κατοχυρώνουν την αποκλειστική αρμοδιότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ειδικότερα των ΦοΔΣΑ, σε ζητήματα διαχείρισης αστικών αποβλήτων.

Ειδικότερα

  • Προβλέπεται η αναβάθμιση των Κέντρων Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών (ΚΔΑΥ) και η αξιοποίηση των Μονάδων Επεξεργασίας Αποβλήτων (ΜΕΑ) και των Μονάδων Ανάκτησης Ανακύκλωσης (ΜΑΑ) για τη διαλογή των ανακυκλώσιμων υλικών.

Μεταβατικά, έως την ολοκλήρωση του συνόλου του δικτύου των ΜΕΑ/ΜΑΑ σε μια Περιφέρεια που προβλέπονται στο οικείο ΠΕΣΔΑ, είναι δυνατή η επεξεργασία των υπολειπόμενων σύμμεικτων αποβλήτων σε ΜΕΑ/ΜΑΑ οι οποίες έχουν υλοποιηθεί με επιχειρηματική πρωτοβουλία και στις οποίες τηρείται η ιεράρχηση των αποβλήτων, υπό την προϋπόθεση συνεργασίας αυτών με τον οικείο ΦΟΔΣΑ.

  • Προβλέπεται η λειτουργία Μονάδων Ενεργειακής Αξιοποίησης, στις οποίες μπορεί να γίνεται ανάκτηση ενέργειας με θερμική επεξεργασία των υπολειμμάτων των ΜΕΑ/ΜΑΑ ή/και των εναλλακτικών καυσίμων για τη δραστική ελαχιστοποίηση του τελικού υπολείμματος προς υγειονομική ταφή (απαραίτητες για την επίτευξη του στόχου ταφής κάτω από 10% μέχρι το 2030). Μεταβατικά, έως την ολοκλήρωση του συνόλου του δικτύου των ΜΕΑ/ΜΑΑ σε μια Περιφέρεια που προβλέπονται στο οικείο ΠΕΣΔΑ, σε μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης εντός ή εκτός της Περιφέρειας είναι επιτρεπτή η θερμική επεξεργασία και υπολειμματικών σύμμεικτων ΑΣΑ.

Εδώ, πρέπει να σημειωθεί ιδιαίτερα, ότι από την πρόταση τροποποίησης δεν προκύπτει η δυνατότητα ενεργειακής αξιοποίησης μόνο του υπολείμματος των αποβλήτων μετά από την επεξεργασία  τους σε ΜΕΑ, αλλά η δυνατότητα ενεργειακής αξιοποίησης του πράσινου κάδου των συμμείκτων, πριν καν αυτά υποστούν οποιαδήποτε επεξεργασία. Πρακτικά, αναφερόμαστε περίπου το 80% των αστικών αποβλήτων.

  • Προβλέπεται, υπό μορφή απειλής, ότι αν οι ΦοΔΣΑ, ως νομικά πρόσωπα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με αποκλειστική αρμοδιότητα, δεν συμμορφωθούν με την υποχρέωση συνεργασίας με ιδιώτες επενδυτές στην κατεύθυνση της καύσης των αποβλήτων, τότε η Πολιτεία θα αφαιρέσει από τους ΟΤΑ την αρμοδιότητα διαχείρισης των αστικών αποβλήτων και θα την αναθέσει απευθείας στους ιδιώτες επενδυτές, ακόμα και αν διαφωνούν οι ΦοΔΣΑ και οι τοπικές κοινωνίες, κατά την απολύτως ανέλεγκτη κρίση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Οι παραπάνω προτεινόμενες αλλαγές αλλάζουν τελείως το τοπίο αφού

  • αφ’ ενός θεσμικά καταργούν την αποκλειστική αρμοδιότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε ζητήματα διαχείρισης των αστικών στερών αποβλήτων επιτρέποντας τη διαχείρισή τους μέσω ιδιωτικών ΜΕΑ
  • αφ’ ετέρου επιτρέπουν την ενεργειακή αξιοποίηση του σύμμεικτου αποβλήτου σε μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης.

Επιπλέον ερώτημα γεννάται για την σοβαρή αναβάθμιση των ΚΔΑΥ με δεδομένη τη θέση του νέου προγράμματος ότι όλα τα ρεύματα θα οδηγούνται σε RRF.

Τέλος, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι, ενώ στο άρθρο 166 παρ. 2 του ν. 4951/2002 προβλέπεται η σύσταση Επιτροπής Συντονισμού και Καθοδήγησης Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων, η οποία συντονίζει τις αρμόδιες υπηρεσίες και τους φορείς εξειδίκευσης και εφαρμογής του Ε.Σ.Δ.Α. και των Π.Ε.Σ.Δ.Α., , εισηγείται στα αρμόδια κυβερνητικά όργανα τα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα αποτελεσματικής εφαρμογής της δημόσιας πολιτικής διαχείρισης των στερεών αποβλήτων και συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης συγχρηματοδότησης των έργων και των δράσεων του Ε.Σ.Δ.Α. και των Π.Ε.Σ.Δ.Α., με τη συμμετοχή και εκπροσώπου του Δικτύου ΦοΔΣΑ, η Επιτροπή αυτή ουδέποτε ενεργοποιήθηκε, εν όψει μάλιστα του μείζονος ζητήματος της επικείμενης τροποποίησης του ΕΣΔΑ.

Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι τα παρακάτω :

  • Για ποιο λόγο δεν ζητήθηκε ούτε από την ΚΕΔΕ, ούτε από τους ΦοΔΣΑ, η διατύπωση οποιασδήποτε άποψης σε σχέση με την προτεινόμενη τροποποίηση;
  • Για ποιο λόγο δεν ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής Συντονισμού και Καθοδήγησης Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων του άρθρου 166 παρ. 2 του ν. 4951/2022 ;
  • Για ποιο λόγο δεν επιλέγεται η κοινοβουλευτική οδός της τροποποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας για την αρμοδιότητα της διαχείρισης των αστικών στερεών αποβλήτων, αλλά αντίθετα μεθοδεύεται η καταστρατήγησή της, μέσω Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου που ρυθμίζει την κατάσταση σε τελείως αντίθετη κατεύθυνση από την ισχύουσα νομοθεσία;
  • Πως συνάδει η παράλληλη λειτουργία των ιδιωτικών ΜΕΑ με τις ΜΕΑ αρμοδιότητας των ΦοΔΣΑ;
  • Εάν ο ΦοΔΣΑ, μέσω των Δήμων που συμμετέχουν σε αυτόν επιθυμούν τη συνέχιση της εξυπηρέτησης από τι ιδιωτικές ΜΕΑ, πιθανόν λόγω διαφοράς τιμής, τι θα γίνουν οι συγχρηματοδοτούμενες ΜΕΑ;
  • Πως θα συγχρηματοδοτηθούν οι σχεδιαζόμενες ΜΕΑ με την αβεβαιότητα που περιεγράφηκε προηγουμένως;
  • Γιατί ένας επιχειρηματίας να επενδύσει ένα σημαντικό κεφάλαιο, όταν γνωρίζει ότι σε λίγα χρόνια δεν θα έχει τη δυνατότητα να επεξεργαστεί τα αστικά απορρίμματα, λόγω κατασκευής των σχεδιαζόμενων ΜΕΑ από τους ΦοΔΣΑ; Μια τέτοιου είδους επένδυση δεν πρόκειται να αποτελέσει αντικείμενο επιλογής κανενός επενδυτή. Επομένως, ή δεν θα υπάρξουν τέτοιες επενδύσεις, ή οι επενδυτές θα προβούν σε μια τέτοια επένδυση, μόνο αν υπάρχει ήδη η διαβεβαίωση ότι οι «επιχειρηματικές ΜΕΑ/ΜΑΑ» θα συνεχίσουν να λειτουργούν και μετά το 2030, και μετά την ολοκλήρωση των ΠΕΣΔΑ.
  • Ποιος εγγυάται και ποιος θα επιβλέπει την λειτουργία της μηχανικής επεξεργασίας, προκειμένου να μην οδηγούνται πολύτιμα ανακυκλώσιμα υλικά για δημιουργία καλύτερου υλικού προς καύση;

Η προτροπή και θεσμοθέτηση μιας τέτοιας ρύθμισης είναι βέβαιο ότι θα αποδυναμώσει ακόμη περαιτέρω την διαλογή στη πηγή και την ανακύκλωση.

Με όλες αυτές τις διαπιστώσεις και τα ερωτήματα είναι ξεκάθαρο πως, με μια κατ’ επίφαση διαβούλευση τροποποίησης του ΕΣΔΑ, των δυο εβδομάδων, το ΥΠΕΝ επιχειρεί την προώθηση της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας στην επεξεργασία των ΑΣΑ και της απευθείας καύσης των σύμμεικτων σε ιδιωτικές Μονάδες.

Το περιεχόμενο της τροποποίησης αποτελεί ανατροπή :

  • Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ειδικότερα των ΦοΔΣΑ ως προς την υλοποίηση και λειτουργία εγκαταστάσεων επεξεργασίας, υποβιβάζοντας τους Φορείς από αποκλειστικά αρμόδιους σε συνεργάτες των επιχειρηματιών.
  • Στον σχεδιασμό και την χρηματοδότηση των έργων ΜΕΑ/ΜΑΑ, καθώς υπεισέρχονται οι αστάθμητοι παράγοντες των ιδιωτικών μονάδων.
  • Στην εθνική στρατηγική, σύμφωνα με την οποία η ενεργειακή αξιοποίηση ήταν αποδεκτή μόνο για υπολειμματικά προϊόντα επεξεργασίας στις Μονάδες.

Η προωθούμενη τροποποίηση είναι μια κραυγαλέα παραδοχή πως οι στόχοι που προέβλεψε το ΕΣΔΑ 2020 για το 2025 έχουν ήδη ακυρωθεί, ενώ παράλληλα ο Εθνικός Σχεδιασμός είναι  ο Δούρειος Ίππος για να καταλυθεί η έννοια του δημόσιου συμφέροντος στη διαχείριση των ΑΣΑ.

Ταυτόχρονα, υπονομεύει την επίπονη αλλά ορθή πρακτική που πρέπει να εφαρμόσουν οι ΟΤΑ, της εκτεταμένης σε όλα τα ρεύματα και ευρείας ΔσΠ (για την υστέρηση της οποίας ευθύνεται η Πολιτεία με καθυστερήσεις στην ένταξη έργων και χρηματοδότηση του αναγκαίου εξοπλισμού) στρέφοντας τους Δήμους στην εύκολη λύση της καύσης για οποιεσδήποτε ποσότητες σύμμεικτων.

Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο, ότι καθυστέρηση στην ένταξη μονάδων επεξεργασία αποβλήτων παρουσιάζεται ιδίως σε περιοχές όπου ήδη δραστηριοποιούνται ενεργοβόρες βιομηχανίες.

Τέλος, η προσχηματική διαβούλευση των τροποποιήσεων του ΕΣΔΑ, χωρίς ενημέρωση και προηγούμενο διάλογο με τους ΦοΔΣΑ, αποδεικνύει την αγεφύρωτη απόσταση που χωρίζει το Κράτος από την Αυτοδιοίκηση.

Για όλους τους παραπάνω λόγους το Δίκτυο των ΦοΔΣΑ είναι αντίθετο

  • στην καταστρατήγηση της νομοθεσίας που κατοχυρώνει την αποκλειστική αρμοδιότητα των ΦοΔΣΑ
  • στη μεθόδευση της δημιουργίας ιδιωτικών ΜΕΑ
  • στην απευθείας διάθεση των σύμμεικτων αποβλήτων για ενεργειακή αξιοποίηση.

Ο σχεδιασμός θα πρέπει να εξελιχθεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις των Ευρωπαϊκών Οδηγιών και οι προσπάθειες να επικεντρωθούν στην διαλογή στη πηγή με έμπρακτη υποστήριξη από την Πολιτεία και τα συναρμόδια Υπουργεία στους τομείς που εμφανώς έχουν αποτελματωθεί.

Ζητούμε την ανάκληση των προτάσεων που αφορούν την παραβίαση των αρμοδιοτήτων των ΦοΔΣΑ, παράταση της διαβούλευσης για αυτό το μείζον ζήτημα καθώς και συνάντηση με τα Υπουργεία Εσωτερικών και Περιβάλλοντος, για να συζητηθούν αναλυτικά όλα τα δεδομένα.

Ως προς το νομικό σκέλος της προωθούμενης αναθεώρησης του ΕΣΔΑ, ισχύουν τα εξής:

Α. Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

1. Σύμφωνα με το άρθρο 102 του Συντάγματος:

«1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους.

2. Oι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Oι αρχές τους εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως νόμος ορίζει.

3. Με νόμο μπορεί να προβλέπονται για την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών ή την άσκηση αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης αναγκαστικοί ή εκούσιοι σύνδεσμοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που διοικούνται από αιρετά όργανα.

4. Το Κράτος ασκεί στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης εποπτεία που συνίσταται αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας και δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους. O έλεγχος νομιμότητας ασκείται, όπως νόμος ορίζει. Πειθαρχικές ποινές στα αιρετά όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκτός από τις περιπτώσεις που συνεπάγονται αυτοδικαίως έκπτωση ή αργία, επιβάλλονται μόνο ύστερα από σύμφωνη γνώμη συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από τακτικούς δικαστές, όπως νόμος ορίζει.»

2. Σύμφωνα με το άρθρο 75 του ν. 3463/2006:

«Ι. Οι δημοτικές και οι κοινοτικές αρχές διευθύνουν και ρυθμίζουν όλες τις τοπικές υποθέσεις, σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της εγγύτητας, με στόχο την προστασία, την ανάπτυξη και τη συνεχή βελτίωση των συμφερόντων και της ποιότητας ζωής της τοπικής κοινωνίας.

Οι αρμοδιότητες των Δήμων και Κοινοτήτων αφορούν, κυρίως, τους τομείς:

…. β) Περιβάλλοντος, στον οποίο περιλαμβάνεται, ιδίως:

4. Η καθαριότητα όλων των κοινόχρηστων χώρων της εδαφικής τους περιφέρειας, η αποκομιδή και διαχείριση των αποβλήτων, καθώς και η κατασκευή, συντήρηση και διαχείριση συστημάτων αποχέτευσης και βιολογικού καθαρισμού και η λήψη προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων για την προστασία των κοινόχρηστων χώρων και ιδιαίτερα των χώρων διάθεσης απορριμμάτων από εκδήλωση πυρκαγιάς, σύμφωνα με την κείμενη σχετική νομοθεσία.»

3. Σύμφωνα με το άρθρο 225 του ν. 4555/2018:

«1. Οι δήμοι των περιφερειών της ηπειρωτικής χώρας, πλην της περιφέρειας Αττικής, συνιστούν Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ) είτε ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με τη μορφή συνδέσμου είτε ως επιχειρήσεις Ο.Τ.Α. με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας του άρθρου 236 του παρόντος, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος και με το άρθρο 245.»

4. Σύμφωνα με το άρθρο 227 του ν. 4555/2018:

«1. Οι ΦΟΔΣΑ είναι αποκλειστικά αρμόδιοι για:

Την υλοποίηση μέτρων και έργων που προωθούν την ιεράρχηση των δράσεων και των εργασιών διαχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 29 του ν. 4042/2012 (Α΄24) και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο οικείο ΠΕΣΔΑ.

Ειδικότερα είναι αρμόδιοι για:

α. Την εκπόνηση προγραμμάτων πρόληψης-μείωσης παραγωγής αποβλήτων.

β. Την κατασκευή και λειτουργία εγκαταστάσεων επεξεργασίας στερεών αποβλήτων και σταθμών μεταφόρτωσης, σύμφωνα με το οικείο ΠΕΣΔΑ, πλην αυτών που υλοποιούνται από τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, σύμφωνα με το άρθρο 228 του παρόντος. Είναι δυνατόν να μην γίνονται αποδεκτά απόβλητα, εξαιρουμένων των αστικών, τα οποία λόγω της σύνθεσης, του είδους ή της ποιότητας και ποσότητάς τους δεν καθιστούν με τις υπάρχουσες δυνατότητες εφικτή την επεξεργασία των αποβλήτων αυτών.

γ. Την υγειονομική ταφή της περίπτωσης ζ΄ και τη λειτουργία χώρων της περίπτωσης η΄ του άρθρου 2 της Η.Π29407/3508/2002 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Υγείας και Πρόνοιας (Β΄1572) για τα αστικά απόβλητα, με δυνατότητα αποδοχής και λοιπών στερεών μη επικινδύνων, καθώς και επικινδύνων αποβλήτων.

δ. Τη μηχανική – βιολογική επεξεργασία σύμμεικτων αστικών αποβλήτων, της παρ.5 του άρθρου 1 της οικ. 56366/4351/2014 κοινής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 3339).»

Από το σύνολο των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η καθαριότητα αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των ΟΤΑ α’ βαθμού, κατοχυρωμένη συνταγματικά, ο δε τομέας της καθαριότητας που αφορά τη διαχείριση, επεξεργασία και υγειονομική ταφή των αστικών αποβλήτων αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦοΔΣΑ), οι οποίοι αποτελούν νομικά πρόσωπα των ΟΤΑ α’ βαθμού.

Β. Ο ΝΟΜΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΕΣΔΑ

1. Σύμφωνα με το άρθρο 81 του Συντάγματος:

«1. Tην Kυβέρνηση αποτελεί το Yπουργικό Συμβούλιο που απαρτίζεται από τον Πρωθυπουργό και τους Yπουργούς. Nόμος ορίζει τα σχετικά με τη σύνθεση και τη λειτουργία του Yπουργικού Συμβουλίου. Mε διάταγμα που προκαλεί ο Πρόεδρος της Kυβέρνησης μπορεί να διοριστούν ένας ή περισσότεροι από τους Yπουργούς Aντιπρόεδροι του Yπουργικού Συμβουλίου…»

2. Σύμφωνα με το άρθρο 82 του Συντάγματος:

«1. H Kυβέρνηση καθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της Xώρας, σύμφωνα με τους ορισμούς του Συντάγματος και των νόμων.

2. O Πρωθυπουργός εξασφαλίζει την ενότητα της Kυβέρνησης και κατευθύνει τις ενέργειές της, καθώς και των δημόσιων γενικά υπηρεσιών για την εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής μέσα στο πλαίσιο των νόμων…»

3. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4622/2019:

«1. Τα σχέδια των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου (Π.Ν.Π.), των Διαταγμάτων που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και οι γραπτές εισηγήσεις των Yπουργών για έκδοση Πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου (Π.Υ.Σ.), μαζί με τα κείμενα των πράξεων και των Διαταγμάτων αυτών, διαβιβάζονται στον Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου για την απαραίτητη επεξεργασία και την εγγραφή τους στην ημερήσια διάταξη, τουλάχιστον μια (1) εβδομάδα πριν την τακτική συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, προκειμένου να εισαχθούν για συζήτηση σε αυτό.

2. Οι πράξεις και τα Διατάγματα της παραγράφου 1 υπογράφονται από τη νόμιμη πλειοψηφία, όπως αυτή καθορίζεται από τον Κανονισμό Λειτουργίας του Υπουργικού Συμβουλίου και των Συλλογικών Κυβερνητικών Οργάνων, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου. Οι τυχόν μειοψηφίες ή επιφυλάξεις μελών του Υπουργικού Συμβουλίου καταχωρίζονται στα πρακτικά. Στα πρωτότυπα των πράξεων και των Διαταγμάτων της παραγράφου 1 αναφέρονται τα ονοματεπώνυμα των μελών της Κυβέρνησης, τα οποία και υπογράφουν παραπλεύρως του ονόματός τους…..

5. Οι Π.Ν.Π. και τα Διατάγματα, των οποίων τα πρωτότυπα φυλάσσονται στην Προεδρία της Κυβέρνησης, και οι Π.Υ.Σ., των οποίων η δημοσίευση επιβάλλεται από τον νόμο, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με μέριμνα του Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου, ο οποίος και αποστέλλει στο Εθνικό Τυπογραφείο για δημοσίευση, ακριβές αντίγραφο των κειμένων με τα ονόματα των μελών της Κυβέρνησης που τα υπογράφουν…»

4. Σύμφωνα με το άρθρο 55 του ν. 4819/2021:

«1…Γ. Το ΕΣΔΑ έχει στρατηγικό χαρακτήρα, εκπονείται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 54 και εγκρίνεται με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να προβεί σε τροποποιήσεις του, εφόσον τις θεωρεί αναγκαίες, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εφαρμογή και να βελτιωθεί η λειτουργικότητά του.»

Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτουν τα εξής:

α) Το ΕΣΔΑ, ως πράξη υπουργικού συμβουλίου (ΠΥΣ) δεν αποτελεί τυπικό νόμο, αλλά νομοθεσία εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση, άρα αφ’ ενός δεν κατισχύει των διατάξεων τυπικού νόμου, ούτε μπορεί να περιέχει πρωτογενή νομοθετική ρύθμιση, και αφ’ ετέρου εκδίδεται βάσει υφιστάμενης νομοθετικής εξουσιοδότησης.

β) Δεδομένου ότι δεν αποτελεί νομοθετική ρύθμιση, το ΕΣΔΑ, όπως όλες οι ΠΥΣ, υπάγεται στην κατηγορία των εκτελεστών κανονιστικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες υποβάλλονται σε έλεγχο ακυρότητας από τα διοικητικά δικαστήρια, ενώ, αν δεν ακυρωθούν με απόφαση του ΣτΕ, παράγουν πλήρη έννομα αποτελέσματα.

Γ. Η ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣΗ

1. Σύμφωνα με το άρθρο 43 του Συντάγματος:

«1. O Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκδίδει τα διατάγματα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των νόμων και δεν μπορεί ποτέ να αναστείλει την εφαρμογή τους ούτε να εξαιρέσει κανέναν από την εκτέλεσή τους.

2. Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Yπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της. Eξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.

3. (H παράγραφος 3 καταργείται).

4. Mε νόμους που ψηφίζονται από την Oλομέλεια της Bουλής μπορεί να παρέχεται εξουσιοδότηση έκδοσης κανονιστικών διαταγμάτων για τη ρύθμιση των θεμάτων που καθορίζονται σ’ αυτούς σε γενικό πλαίσιο. Mε τους νόμους αυτούς χαράζονται οι γενικές αρχές και οι κατευθύνσεις της ρύθμισης που πρέπει να ακολουθηθεί και τίθενται χρονικά όρια για τη χρήση της εξουσιοδότησης.

5. Tα κατά το άρθρο 72 παράγραφος 1 θέματα της αρμοδιότητας της Oλομέλειας της Bουλής δεν μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο εξουσιοδότησης κατά την προηγούμενη παράγραφο.»

2. Σύμφωνα με το άρθρο 73 του Συντάγματος :

«1. Tο δικαίωμα πρότασης νόμων ανήκει στη Bουλή και στην Kυβέρνηση.»

Με τις ανωτέρω διατάξεις παρέχεται στον κοινό νομοθέτη η δυνατότητα να μεταβιβάζει στην εκτελεστική εξουσία την αρμοδιότητά του προς θέσπιση κανόνων δικαίου. Τίθεται δε ο κανόνας ότι η νομοθετική εξουσιοδότηση, που επιβάλλεται να είναι ειδική και ορισμένη, παρέχεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας, ο οποίος ασκεί την μεταβιβαζόμενη αρμοδιότητα με προεδρικά διατάγματα. Κατ΄ εξαίρεση, όμως, επιτρέπεται να ορισθούν ως φορείς της κατ΄ εξουσιοδότηση ασκούμενης νομοθετικής αρμοδιότητας και άλλα πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοικήσεως, εφ΄ όσον πρόκειται για ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό (βλ. Σ.τ.Ε. 1892/2010 Ολομ., 3973/2009 Ολομ. κ.α.). Ως «ειδικότερα θέματα», για την ρύθμιση των οποίων επιτρέπεται η νομοθετική εξουσιοδότηση σε άλλα πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοικήσεως, νοούνται μερικότερες περιπτώσεις θεμάτων που ρυθμίζονται ήδη στον τυπικό νόμο σε γενικό έστω, αλλά πάντως ορισμένο πλαίσιο (βλ. Σ.τ.Ε. 1892/2010 Ολομ, 152/2009, 4025/1998 Ολομ. κ.λπ.).

Επομένως, η Διοίκηση, όταν θεσπίζει κανονιστική ρύθμιση, κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεως τυπικού νόμου, οφείλει, πρωτίστως, να τηρεί τα όρια που θέτει, σχετικά με το αντικείμενο και το περιεχόμενο της ρυθμίσεως, η εξουσιοδοτική διάταξη του τυπικού νόμου, περαιτέρω δε, οφείλει να θεσπίζει ρυθμίσεις σύμφωνες όχι μόνον με τους κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος (Σύνταγμα, κοινοτικό δίκαιο κ.λπ.), αλλά και με τους κανόνες της ισχύουσας νομοθεσίας, από τους οποίους δεν επιτρέπεται, κατ’ αρχήν, να θεσπίζονται αποκλίσεις με κανονιστική πράξη, εκτός αν παρέχεται ρητώς η δυνατότητα αυτή από την εξουσιοδοτική διάταξη, (βλ. ΣτΕ 1951/2009 κ.α.).

Από το ΣτΕ έχει κατ’ επανάληψη κριθεί ότι κανόνας δικαίου που έχει τεθεί από όργανα της εκτελεστικής λειτουργίας κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 43 του Συντάγματος είναι ανίσχυρος, ακυρωτέος και προσβάλλεται ως εκτελεστή διοικητική πράξη ( ΣτΕ 3596-3597/1991 Ολομ., 872/1992 Ολομ., 4666, 4670-4673/1998 Ολομ., 3630-3631/2004 Ολομ. ).

Δ. ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΣΔΑ

1. Στο σημείο 5 της πρότασης, προβλέπεται η τροποποίηση της περίπτωσης (δ) του κειμένου υπό τον τίτλο «Διαχείριση ΑΣΑ»στην ενότητα 1.4.3. «Κύριοι στόχοι για το 2030 – Πού θέλουμε να πάμε» του υποκεφαλαίου 1.4. «Εθνική Πολιτική για τη Μετάβαση στην Κυκλική Οικονομία» του κεφαλαίου 1. «ΠΟΛΙΤΙΚΗ-ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ», ως εξής:

«Μεταβατικά, έως την ολοκλήρωση του συνόλου του δικτύου των ΜΕΑ/ΜΑΑ σε μια Περιφέρεια που προβλέπονται στο οικείο ΠΕΣΔΑ, είναι δυνατή η επεξεργασία των υπολειπόμενων σύμμεικτων αποβλήτων σε ΜΕΑ/ΜΑΑ οι οποίες έχουν υλοποιηθεί με επιχειρηματική πρωτοβουλία και στις οποίες τηρείται η ιεράρχηση των αποβλήτων, υπό την προϋπόθεσή συνεργασίας αυτών με τον οικείο ΦΟΔΣΑ.»

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

Σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο που αναλύθηκε παραπάνω επαρκώς, η πρόβλεψη λειτουργίας «επιχειρηματικών ΜΕΑ/ΜΑΑ» που θα διαχειρίζονται αστικά απόβλητα, αντίκειται ευθέως στο Σύνταγμα (άρθρο 102 παρ. 3), στη διάταξη του άρθρου 75 του ν. 3463/2006, και στη διάταξη του άρθρου 227 του ν. 4555/2018 που κατοχυρώνουν πέραν κάθε αμφιβολίας την αποκλειστική αρμοδιότητα των ΦοΔΣΑ στον τομέα της επεξεργασίας των αστικών αποβλήτων.

Με δεδομένο το ότι σήμερα δεν υφίστανται, ούτε έχουν σχεδιαστεί ή αδειοδοτηθεί στη χώρα, μονάδες επεξεργασίας αστικών αποβλήτων από ιδιώτες επενδυτές, είναι προφανές ότι η περίοδος «μέχρι την ολοκλήρωση του συνόλου των δικτύων ΜΕΑ/ΜΑΑ σε μια Περιφέρεια που προβλέπονται στο οικείο ΠΕΣΔΑ», δηλαδή η περίοδος το αργότερο μέχρι το 2030, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί από ιδιώτες επενδυτές «ελκυστική» για την κατασκευή ΜΕΑ/ΜΑΑ, οι οποίες, σύμφωνα με την προτεινόμενη τροποποίηση, θα πρέπει να σχεδιαστούν, να αδειοδοτηθούν, να κατασκευαστούν και να λειτουργήσουν το πολύ μέχρι το 2030, οπότε θα παύσει η λειτουργία τους.

Από μια πρώτη ανάγνωση της πρότασης, οι ιδιώτες καλούνται να επενδύσουν ΧΩΡΙΣ να έχουν τη δυνατότητα διαστασιολόγησης των μονάδων, αφού δεν θα ξέρουν ποιοί Δήμοι θα επιλέξουν τις ιδιωτικές μονάδες και όχι τις ΜΕΑ/ΜΑΑ των ΦοΔΣΑ.

Επομένως, δεν δύναται κάποιος να εκτιμήσει το επενδυτικό ρίσκο που θα αναλάβει, αφού παράλληλα θα κατασκευάζονται και θα λειτουργούν οι ΜΕΑ/ΜΑΑ που προβλέπονται στα ΠΕΣΔΑ, ενώ σε κάθε περίπτωση η επένδυση θα έχει πολύ μικρό χρονικό ορίζοντα, μέχρι το 2030, οπότε θα έχουν ολοκληρωθεί οι ΜΕΑ/ΜΑΑ που προβλέπονται στα ΠΕΣΔΑ, άρα οι «επιχειρηματικές ΜΕΑ/ΜΑΑ» θα πρέπει να σταματήσουν να λειτουργούν.

Μια τέτοιου είδους επένδυση δεν πρόκειται να αποτελέσει αντικείμενο επιλογής κανενός επενδυτή. Επομένως, ή δεν θα υπάρξουν τέτοιες επενδύσεις, ή οι επενδυτές θα προβούν σε μια τέτοια επένδυση, μόνο αν υπάρχει η διαβεβαίωση ότι οι «επιχειρηματικές ΜΕΑ/ΜΑΑ» θα συνεχίσουν να λειτουργούν και μετά το 2030, και μετά την ολοκλήρωση των ΠΕΣΔΑ.

Ετσι, από μια δεύτερη ανάγνωση, η πρόταση αυτή έχει όλες τις δυνατότητες να ακυρώσει ολόκληρο τον εθνικό σχεδιασμό για την κατασκευή ΜΕΑ/ΜΑΑ με δημόσια χρηματοδότηση, αφού οι προβλεπόμενες μονάδες θα διαστασιολογηθούν χωρίς κανείς να εγγυηθεί ποιοί Δήμοι θα εξυπηρετηθούν σε αυτές και ποιοί σε «επιχειρηματικές ΜΕΑ/ΜΑΑ». Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, είναι πρακτικά αδύνατο να χρηματοδοτηθούν από τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, τα έργα που έχουν προταθεί από τους ΦοΔΣΑ, για τα οποία δεν θα υπάρχει πλέον καμία απολύτως βεβαιότητα διαστασιολόγησης, και επομένως ελέγχου δαπάνης/οφέλους.

Εν ολίγοις, το αντικειμενικό αποτέλεσμα αυτής της πρότασης είναι η εγκατάλειψη του δημόσιου χαρακτήρα της διαχείρισης των αποβλήτων, η ακύρωση του ΕΣΔΑ επί της ουσίας, και η ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των αστικών αποβλήτων.

2. Στο σημείο 8 της πρότασης, προτείνεται η προσθήκη της παραγράφου 4 στην υποενότητα 2.1.5.3 «Ανάπτυξη δικτύου βασικών υποδομών επεξεργασίας και διάθεσης» της ενότητας 2.1.5. «Κεντρικό ισοζύγιο και δίκτυο υποδομών ΑΣΑ» του υποκεφαλαίου 2.1. «Αστικά Στερεά Απόβλητα (ΑΣΑ)» του κεφαλαίου 2. «ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ», ως εξής:

«4. Μονάδες Ανάκτησης Ανακύκλωσης (ΜΑΑ): Είναι μονάδες στις οποίες πραγματοποιείται μηχανική διαλογή των χωριστά συλλεγέντων ανακυκλώσιμων υλικών και βιολογική επεξεργασία του χωριστά συλλεγέντος οργανικού κλάσματος των αστικών αποβλήτων είτε με αερόβια διεργασία είτε με αναερόβια χώνευση. Οι ΜΑΑ θα παραλαμβάνουν επίσης ποσότητες υπολειμματικών συμμείκτων ΑΣΑ, οι οποίες θα βαίνουν διαχρονικά μειούμενες και οι οποίες θα υπόκεινται σε μηχανική και βιολογική επεξεργασία.».

Στη συνέχεια, προτείνεται η τροποποίηση της παρ. 6 της ίδιας υποενότητας, ως εξής:

«6. Μονάδες Ενεργειακής Αξιοποίησης, στις οποίες μπορεί να γίνεται ανάκτηση ενέργειας με θερμική επεξεργασία των Υπολειμμάτων των ΜΕΑ/ΜΑΑ ή/και των εναλλακτικών καυσίμων για τη δραστική ελαχιστοποίηση του τελικού υπολείμματος προς υγειονομική ταφή (απαραίτητες για την επίτευξη του στόχου ταφής κάτω από 10% μέχρι το 2030). Μεταβατικά, έως την ολοκλήρωση του συνόλου του δικτύου των ΜΕΑ/ΜΑΑ σε μια Περιφέρεια που προβλέπονται στο οικείο ΠΕΣΔΑ, σε μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης εντός ή εκτός της Περιφέρειας είναι επιτρεπτή η θερμική επεξεργασία και υπολειμματικών σύμμεικτων ΑΣΑ.»

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

Με την πρόταση αυτή, προβλέπεται να κατασκευαστούν «μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης», δηλαδή όχι ΜΕΑ/ΜΑΑ αρμοδιότητας των ΦοΔΣΑ. Κατ’ αρχήν, ως προς την προοπτική ίδρυσης τέτοιων μονάδων, ισχύουν όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, για την περίπτωση των «επιχειρηματικών ΜΕΑ/ΜΑΑ».

Με την πρόταση αυτή όμως, τίθεται εκ νέου το θέμα της καύσης των αποβλήτων, και μάλιστα με τη μορφή των “υπολειμματικών σύμμεικτων”, και όχι με τη μορφή του δευτερογενούς καυσίμου, όπως προβλέπει το υφιστάμενο ΕΣΔΑ.

Η πρόταση προβλέπει την καύση του συνόλου των υπολειμματικών συμμείκτων αποβλήτων, δηλαδή των ποσοτήτων που, σήμερα δεδομένης της χαμηλής διαλογής στην πηγή, ανέρχονται σε ποσοστά 80-90% της συνολικής ποσότητας των παραγόμενων αστικών αποβλήτων.

Και αντί η Πολιτεία να προωθεί την ενίσχυση της ανακύκλωσης ή της διαλογής των βιοαποβλήτων στην πηγή και της επεξεργασίας τους σε ΜΕΒΑ, προτείνει ως λύση την καύση των ποσοτήτων αυτών.

Εδώ όμως, προκύπτει ένα ακόμα ερώτημα : αν η καύση του σύμμεικτου αποβλήτου δίνει διέξοδο στη χώρα ως προς την επίτευξη του στόχου της ταφής του 10% των αποβλήτων, για ποιό λόγο να συνεχιστεί η χρηματοδότηση για την κατασκευή ΜΑΑ; Η χώρα μπορεί επ’ αόριστον να προβαίνει σε καύση των αποβλήτων του πράσινου κάδου, και να κάνει και οικονομία στο δημόσιο χρήμα…

3. Επίσης, στο σημείο 8, προτείνεται η τροποποίηση της παραγράφου 7 στην υποενότητα 2.1.5.3 «Ανάπτυξη δικτύου βασικών υποδομών επεξεργασίας και διάθεσης» της ενότητας 2.1.5. «Κεντρικό ισοζύγιο και δίκτυο υποδομών ΑΣΑ» του υποκεφαλαίου 2.1. «Αστικά Στερεά Απόβλητα (ΑΣΑ)» του κεφαλαίου 2. «ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ», ως εξής:

«Τονίζεται ιδιαίτερα η δυνατότητα διαπεριφερειακής συνεργασίας για την ανάπτυξη ή/και τη χρήση και την αξιοποίηση του παραπάνω δικτύου βασικών υποδομών, εφόσον οι κατά περίπτωση συνθήκες το ευνοούν ή το επιβάλλουν. Η υλοποίηση της δυνατότητας διαπεριφερειακής συνεργασίας εναπόκειται στα οικεία ΠΕΣΔΑ ή/και στους οικείους ΦΟΔΣΑ, όμως μπορεί αυτό να γίνει και με πρωτοβουλία του ΥΠΕΝ, εφόσον κριθεί απαραίτητο. Οι αποφάσεις του ΥΠΕΝ στην περίπτωση αυτή θα κατισχύουν έναντι όλων των υπολοίπων. Στην περίπτωση αυτή το ΥΠΕΝ μπορεί να προχωρήσει τόσο στη λήψη της σχετικής απόφασης, όσο και σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την υλοποίησή της, όπως -ενδεικτικά- η ωρίμανση σχετικών έργων. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη αφορά κάθε είδος και κατηγορία υποδομών, ακόμα και αυτών που δεν αναφέρονται ανωτέρω, έχει όμως αυξημένη σημασία αναφορικά με τις Μονάδες Ενεργειακής Αξιοποίησης υπολειμμάτων ή/και εναλλακτικών καυσίμων. Ειδικότερα μάλιστα όσον αφορά τις Μονάδες Ενεργειακής Αξιοποίησης, το ΥΠΕΝ διατηρεί τις ίδιες με τις προαναφερθείσες δυνατότητες και αρμοδιότητες ακόμη και στην περίπτωση που τελικώς επιλεγεί η υλοποίηση κάποιων μονάδων που δεν θα αφορούν διαπεριφερειακή συνεργασία, αλλά θα περιορίζονται ενδεχομένως σε επίπεδο περιφέρειας ή μέρους αυτής. Σε κάθε περίπτωση το ΥΠΕΝ θα είναι αρμόδιο για να αποφασίσει σχετικά με τον καθορισμό του αριθμού αυτών των Μονάδων Ενεργειακής Αξιοποίησης, των περιοχών εξυπηρέτησης ανά μονάδα και της χωροθέτησης (προσδιορισμού θέσης) των μονάδων αυτών. Δεν αποκλείεται η δυνατότητα πρωτοβουλίας των ΦΟΔΣΑ για τα ανωτέρω, όμως ακόμη και στην περίπτωση αυτή οι τελικές αποφάσεις 8 θα ληφθούν από το ΥΠΕΝ. Επίσης είναι επιτρεπτή η δημιουργία μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης με επιχειρηματική πρωτοβουλία.».

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

Με την πρόταση αυτή, η Ελληνική Πολιτεία απειλεί ευθέως τους ΟΤΑ α’ βαθμού ότι αν δεν συμμορφωθούν με την υποχρέωση συνεργασίας με ιδιώτες επενδυτές στην κατεύθυνση της καύσης των αποβλήτων, τότε η Πολιτεία θα αφαιρέσει από τους ΟΤΑ την αρμοδιότητα διαχείρισης των αστικών αποβλήτων και θα την αναθέσει απευθείας στους ιδιώτες επενδυτές, ακόμα και αν διαφωνούν οι ΦοΔΣΑ και οι τοπικές κοινωνίες.

Η προοπτική αυτή δεν είναι καθόλου μακρινή, αντιθέτως είναι πολύ πιθανή, αν συνδυαστεί με το γεγονός ότι προτάσεις ένταξης ΜΕΑ/ΜΑΑ σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα που έχουν ήδη κατατεθεί, καθυστερούν αναιτιολόγητα, με αποκλειστική ευθύνη της Πολιτείας, για χρονικό διάστημα δύο ετών.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η πρόταση τροποποίησης του ΕΣΔΑ, όπως και το ίδιο το υφιστάμενο ΕΣΔΑ, βασίζεται στην αρχική παραδοχή της ανάγκης επίτευξης των στόχων που θέτει η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2018/850, μέχρι το 2030. Η παραδοχή αυτή είναι απολύτως ανακριβής και παραπλανητική, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2018/850, στο άρθρο 5 παρ. 3 α, ΄προβλέπει ότι μέχρι το 2030 όλα τα απόβλητα που είναι κατάλληλα για ανακύκλωση ή άλλου είδους ανάκτηση, ιδίως όσον αφορά τα αστικά απόβλητα, δεν θα γίνονται δεκτά σε χώρο υγειονομικής ταφής.

Επίσης, με τις παρ. 5 και 6 του ίδιου άρθρου, η Οδηγία προβλέπει τα εξής:

«5. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν τη μείωση, έως το 2035, της ποσότητας των αστικών αποβλήτων που καταλήγουν σε χώρους υγειονομικής ταφής στο 10 % ή λιγότερο της συνολικής ποσότητας των αστικών αποβλήτων που παράγονται (κατά βάρος).

6. Ένα κράτος μέλος δύναται να αναβάλει την προθεσμία για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 για έως και πέντε έτη, με την προϋπόθεση ότι το εν λόγω κράτος μέλος:

α) διέθεσε με υγειονομική ταφή περισσότερο από το 60 % των αστικών αποβλήτων του που δημιουργήθηκαν το 2013, σύμφωνα με τις απαντήσεις στο κοινό ερωτηματολόγιο του ΟΟΣΑ και της Eurostat…»

Από τις παραπάνω προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2018/850, καθίσταται σαφές ότι Ελλάδα δεν υποχρεούται να πετύχει τους στόχους μείωσης των ποσοστών ταφής μέχρι το 20303. Όμως, θέτοντας η ίδια ως δική της επιλογή αυτό το χρονικό όριο, η Πολιτεία επιδιώκει να εμφανίσει ως αναπόφευκτη τόσο την εμπλοκή των ιδιωτών στον τομέα της καθαριότητας και της διαχείρισης των αποβλήτων, όσο και την καύση των αστικών αποβλήτων, ως αναγκαία μέθοδο επεξεργασίας τους.

Ο μόνος που πραγματικά εξυπηρετείται από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις, που δεν επιβάλλονται ούτε από την ευρωπαϊκή, ούτε από την εθνική νομοθεσία, είναι ο ιδιωτικός τομέας που θα αναλάβει τη διαχείριση των αστικών αποβλήτων.

Εν κατακλείδι, η Πολιτεία καθυστερεί αναίτια τις εντάξεις έργων, ιδίως σε περιοχές όπου δραστηριοποιούνται ενεργοβόρες βιομηχανίες, δεν προωθεί την υλοποίηση των ΠΕΣΔΑ, εμφανίζει ως αναγκαία την λειτουργία ιδιωτικών ΜΕΑ/ΜΑΑ και την καύση των αποβλήτων, και προωθεί μια τροποποίηση του ΕΣΔΑ η οποία αντίκειται στο Σύνταγμα και σε σειρά διατάξεων τυπικών νόμων, τόσο επειδή η διαχείριση των αστικών αποβλήτων αποτελεί συνταγματικά κατοχυρωμένη αρμοδιότητα των ΟΤΑ α’ βαθμού, όσο και επειδή η Πολιτεία αποπειράται να υφαρπάξει αυτή την αρμοδιότητα όχι με την τροποποίηση των υφιστάμενων τυπικών νόμων, με δημόσιο διάλογο στη Βουλή, αλλά εν κρυπτώ και παραβύστω, με μια ΠΥΣ η οποία έχει ισχύ διοικητικής πράξης, άρα δεν μπορεί να υπερισχύσει των διατάξεων των νόμων, και η οποία μπορεί να προσβληθεί και να ακυρωθεί από το ΣτΕ.