Η επιστροφή στην πολιτική και η φυγή από την διαστροφή

Της Κατερίνας Τασσοπούλου

Είναι στη σφαίρα του παράλογου και πέρα από αυτή ό,τι συμβαίνει στον Βόλο. Στις δημοτικές εκλογές του 2014 ο Α. Μπέος καβάλησε το άλογο του αντιμνημονιακού λαϊκισμού, με την ανεργία να φτάνει στο 30%, και άρχισε να χτίζει νέα «καριέρα». Οι πολίτες έκριναν πως ένας ποδοσφαιρικός παράγοντας με δραστηριότητα σε νυχτερινά μαγαζιά, θα μπορούσε να αλλάξει τον ρου της ιστορίας και να δικαιώσει την οργή τους. Τα κατάφερε με το σύνθημα «θα γίνει της πουτάνας», και όντως έγινε. Τα κατάφερε ξανά στις δημοτικές εκλογές του 2019. Ο βόθρος που άνοιξε στην πόλη στολίστηκε με λουλούδια για να μην αναδύεται από παντού η δυσοσμία και με παραμορφωτικά λαμπάκια για να μην φαίνεται η δυσμορφία της.

Τους δύο τότε αντιπάλους του, τον Πάνο Σκοτινιώτη και τον Μαργαρίτη Πατσιαντά, πρόσωπα έντιμα, με ιστορία στον Βόλο, με επαγγελματική καριέρα και πολιτική καταξίωση, ο Α. Μπέος προσπάθησε, μάταια όπως αποδεικνύεται, να απαξιώσει, να λοιδορήσει, να διαπομπεύσει. Οι δυο τους έκλεισαν τον κύκλο τους στην αυτοδιοίκηση και δεν θέλησαν να συνεχίσουν να γράφουν αυτοδιοικητική ιστορία. Ο Μαργαρίτης Πατσιαντάς αφιερώθηκε στην κινηματική πολιτική και στην Πλεύση Ελευθερίας, ενώ ο Πάνος Σκοτινιωτης αποσύρθηκε από τα τρέχοντα «πολιτικά εγκόσμια» και αφιερώθηκε στην συγγραφή.

Προχθές παρουσιάστηκε το βιβλίο του, αποτέλεσμα μιας εντυπωσιακής έρευνας για την πολιτική και οικονομική ιστορία της Μαγνησίας και τα πρόσωπα που έχουν πρωταγωνιστήσει. Η κοσμοπλημμύρα στο αμφιθέατρο του ΤΕΕ, με κόσμο από όλο το πολιτικό φάσμα, δηλαδή από τη ΝΔ μέχρι την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, εκτιμήθηκε ως μια «πολιτική δήλωση» για αλλαγή στην πόλη.

Μια δήλωση που πρώτος φρόντισε να κάνει ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου κ. Χρ.Στρατηγόπουλος, ο οποίος προλόγισε το βιβλίο.

Μιλώντας για τον συγγραφέα, έμμεσα αναφερόταν στα χαρακτηριστικά που θα έχει η «αλλαγή» στον Βόλο και κάθε του λέξη ήταν ένα μάθημα για όσα πρέπει να αποβάλλει η πόλη. Στο κάδρο έβαλε σαφέστατα το πιο σκληρό πρόσωπο της εξουσίας, δηλαδή τη σημερινή δημοτική αρχή και τον «ηγέτη» της, φέρνοντας σε αντιδιαστολή μαζί τους ένα πρόσωπο με αρχές.

«Ο Πάνος Σκοτινιώτης είναι θιασώτης και υπέρμαχος της “τέχνης της πολιτικής”, υπό την έννοια ότι αντιμετωπίζει τον πολίτη και τις σχέσεις του με βάση ένα σύστημα ηθικών, πνευματικών και αισθητικών αξιών που συνιστούν τη δύναμη του πολίτη, την κάλυψη των ανησυχιών, των προβληματισμών και της πληρότητας του οποίου αποτελούν πρόκληση και στόχο του πολιτικού. Αντίστοιχα, ο Πάνος Σκοτινιώτης αντιμάχεται την “τεχνολογία της πολιτικής”, που μελετά και απευθύνεται στα πρωτόγονα ανθρώπινα ένστικτα, στα στοιχεία εκείνα που συνιστούν την αδυναμία του πολίτη, που ευνοεί την απουσία ηθικών, πνευματικών και αισθητικών αξίων, ως προϋπόθεση μετατροπής του σε μακάριο συμμέτοχο της ευδαιμονίας της άγνοιας, ιδεώδη καταναλωτή πολιτικών εμπορευμάτων και τυφλό χειροκροτητή λαϊκιστών ενδεδυμένων Μεσσιανικούς μανδύες.

Όσο για την ένταση και η διάρκεια της “δαιμονοποίησής” του κατά την εκτίμηση μου, υποδεικνύουν τον ενδόμυχο φόβο αυτών που την επιδιώκουν για την έμφυτη ικανότητα “πολιτικής επιβίωσης” του Πάνου Σκοτινιώτη και στο πιο άξενο πολιτικό περιβάλλον», είπε ο Χρήστος Στρατηγόπουλος και όλοι κατάλαβαν στην σημασία των λόγων του.

«Απέναντι» είχε ο Χρήστος Στρατηγόπουλος όλους εκείνους που έβαλαν το χέρι τους για να ανακατασκευάσουν τη μνήμη μας, να μας ταΐσουν όσους λωτούς χρειάζονται για να ξεχάσουμε όσα η πόλη δημιούργησε όταν οι ίδιοι σπάγανε πιάτα στα μπουζούκια, για να σβήσουμε όσα με κυνισμό επέβαλαν.

Οι ομηρικοί Λωτοφάγοι δεν είχαν καμιά αγωνία για τη ζωή τους. Ηταν ευτυχισμένοι στη νιρβάνα του διαρκούς παρόντος. Η απουσία της μνήμης τούς εξασφάλιζε την προστατευτική απάθεια για το μέλλον τους. Πόσο όμως θα αντέχει η πόλη αυτή τη διαστροφή;