COP28: Η Ετήσια Συνάντηση για το Κλίμα και οι επιπτώσεις για την Ελλάδα

Γράφει ο Απόστολος Κυριαζής*

Ολοκληρώθηκε πριν λίγες ημέρες η ετήσια, τακτική – πια – Σύνοδος για το κλίμα, το 28ο COP (Community of Parties ή Κοινότητα των εταίρων). Πρόκειται για μια Σύνοδο ύψιστης σημασίας, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, η οποία ουσιαστικά λειτουργεί ως ετήσια επικαιροποίηση των επιστημονικών δεδομένων σε σχέση με την κλιματική αλλαγή αλλά και ως σημείο αναφοράς της προόδου του κάθε κράτους σε σχέση με τους υποσχόμενους στόχους και υποχρεώσεις του, όπως αυτοί απορρέουν από τις πιο πρόσφατες Συμφωνίες, όπως τη Συμφωνία του Παρισιού (Paris Agreement) to 2015 και το Πρωτόκολλο του Κυότο (The Kyoto Protocol) το 1997.

Στα COP συμμετέχουν πέρα από τις εθνικές επίσημες αποστολές (Υπουργοί Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος κ.ά.), εκπρόσωποι τοπικών αυτοδιοικήσεων, επιστήμονες από κάθε ειδικότητα που μπορεί να σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή, τη βιωσιμότητα και το περιβάλλον (φυσικό και ανθρωπογενές), ακτιβιστές, εκπρόσωποι γηγενών πληθυσμών, εργατών γης, αγροτών, μειονοτήτων, αλλά και ιδιώτες εκπρόσωποι του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα. Όλοι οι εκπρόσωποι δεν συμμετέχουν εξατομικευμένα, αλλά ανήκουν σε ομάδες (εταίρους) με συντονισμένες δράσεις και προσανατολισμό, συνθέτοντας μια ευρεία κοινότητα συνομιλητών.

Αυτή ήταν η πρώτη μου συμμετοχή σε κάποιο COP, εκπροσωπώντας δύο οργανισμούς: Την ISOCARP (Διεθνής Κοινότητα Πολεοδόμων Χωροτακτών) και φυσικά το Πανεπιστήμιο στο οποίο εργάζομαι, το Abu Dhabi University. Αν και η αρχική μου καταχώρηση ήταν αυτή του «παρατηρητή», ο οποίος δεν δικαιούται να παρουσιάσει εργασία αλλά μόνο να απευθύνει ερωτήσεις, σε δύο περιπτώσεις ο εταίρος στον οποίο ανήκα με κάλεσε να παρουσιάσω ερευνητικό μου έργο, το οποίο είδε ότι σχετίζονταν με τη θεματική κάποιας συνεδρίας.
Η Σύνοδος διαρκεί δύο εβδομάδες, με κάθε μέρα να έχει τη δική της θεματική ενότητα. Μέσα από μια πληθώρα παράλληλων παρουσιάσεων, συζητήσεων και συνεδριάσεων, που λαμβάνουν χώρα στα κτίρια και τις αίθουσες της Συνόδου, κάθε συμμετέχων εταίρος και προεδρείο προωθούν τα βασικά ευρήματα προς συζήτηση και διαμόρφωση ενός κειμένου με κοινές θέσεις, διαπιστώσεις και εν τέλει προτάσεις, σε ένα ευρύτερο σώμα εθνικών συμμετοχών, οι οποίες το ψηφίζουν ύστερα από πολλές – επίσημες και ανεπίσημες – διορθώσεις και προσθαφαιρέσεις, σε μια ιδιαίτερη, διπλωματική και άκρως κυνική διαδικασία. Την τελευταία δε μέρα, η Σύνοδος είθισται να καταλήγει σε ένα γενικό κείμενο θέσεων, πέρα από τα θεματικά που προηγήθηκαν.

Τι κάνει όμως το COP28 τόσο σημαντικό ή μάλλον πιο σημαντικό από τα προηγούμενα; Ή καλύτερα, ήταν ακόμη ένα «μπλα μπλα μπλα», μια υπερέκθεση ευσεβών πόθων και υποσχέσεων ή κατάφερε να απαντήσει στη – δικαιολογημένα – μόνιμη αυτή κριτική; Κριτική που εντάθηκε λίγο πριν την έναρξη της Συνόδου εξ’ αιτίας της ανάληψης της Προεδρίας του COP28 από τον CEO της εθνικής πετρελαϊκής εταιρείας του Άμπου Ντάμπι, ADNOC, Σουλτάν Αλ Τζάμπερ.

Κάθε Σύνοδος COP χτίζει πάνω στις προηγούμενες. Έτσι, και αυτή του Ντουμπάι έχτισε πάνω σε θεμέλια που μπήκαν στις αντίστοιχες προηγούμενες συνόδους στη Γλασκώβη και στο Σαρμ Ελ Σέιχ. Ωστόσο, το Ντουμπάι μπορεί πια να υπερηφανεύεται ότι κατάφερε να υλοποιήσει τα εξής σημαντικά:

Πρώτον, την αναγνώριση κυρίως των πόλεων αλλά και ορισμένων περιοχών με ειδικά περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, που μπορεί να ανήκουν σε ένα κράτος αλλά και σε περισσότερα ως ισάξιους συνομιλητές πέρα των αντιπροσώπων σε εθνικό επίπεδο. Πρόκειται για ένα στοιχείο που αντικατοπτρίζει τη μέγιστη δυναμική και συμμετοχή των πόλεων στο θέμα της κλιματικής αλλαγής. Ήδη πάνω από το 50% της ανθρωπότητας κατοικεί σε αστικές περιοχές, με το ποσοστό αυτό να αναμένεται να φτάσει το 70% το 2050, φέρνοντας τεράστια πίεση σε θέματα κατοικίας, υποδομών, εργασίας και ποιότητας ζωής. Η δε λίστα των πόλεων που διαχειρίζονται και παρουσιάζουν μεγαλύτερα δημογραφικά και οικονομικά μεγέθη από ολόκληρα κράτη μεγαλώνει εξ’ ίσου ανησυχητικά, ειδικότερα σε ό,τι έχει να κάνει με την εκμετάλλευση και ερήμωση των μη αστικών περιοχών. Έτσι, στο COP28 για πρώτη φορά συμμετείχαν ισότιμα δήμαρχοι και εκπρόσωποι περιοχών σε όλες τις επίσημες ψηφοφορίες.

Δεύτερον, τη σύσταση ενός «Ταμείου απώλειας και ζημιών» (loss and damage fund), το οποίο – ελλείψει εναλλακτικών πλατφόρμων υποστήριξης με επαρκή τεχνογνωσία – θα λειτουργήσει μέσω της Παγκόσμιας Τράπεζας, μια εξέλιξη που επίσης κατακρίθηκε λόγω του βεβαρημένου ιστορικού της σε θέματα διαφάνειας και αποικιοκρατικών αντιλήψεων. Το Ταμείο αυτό κατάφερε ήδη να συγκεντρώσει πόρους ύψους 1 δις δολαρίων που θα προορίζεται για την άμεση αποκατάσταση από φυσικές καταστροφές, ένα ποσό ωστόσο που υπολείπεται αρκετά από τα 400 δις δολάρια που υπολογίζεται ότι χρειάζονται μόνο για τις σημερινές ανάγκες. Μολαταύτα, το τέλος του COP28 βρήκε την πρωτοβουλία αυτή αρκετά γενικευμένη, χωρίς να αναφέρει υποχρεώσεις των χωρών που μολύνουν και κυρίως αδυνατώντας να συμπεριλάβει τον τελικό παθόντα: τον άνθρωπο, αφού η περιγραφή του Ταμείου περιορίζεται σε οικονομικά στοιχεία ασφαλιστικής φύσης και αγνοεί άλλα όπως η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα, η κλιματική μετανάστευση κ.ά.

Τρίτον, το γεγονός ότι για πρώτη ίσως φορά υπήρξε τόσο ενιαία και έντονη η φωνή των κλιματικών επιστημόνων για τα σενάρια που έχουμε μπροστά μας. Μέχρι τώρα, υπήρχαν δύο επιθυμητά σενάρια για την άνοδο της μέσης θερμοκρασίας σε παγκόσμιο επίπεδο από το 2015 μέχρι το 2050: κατά ενάμιση βαθμό Κελσίου (1.5°C) και κατά δυόμιση με τρεις βαθμούς (2.5°C – 3°C), και τα δύο με σημαντικές επιπτώσεις στην ισορροπία του κλίματος στον πλανήτη, αλλά προφανώς προτιμότερα της ανεξέλεγκτης ανόδου. Μάλιστα, σε μια έκθεση που σόκαρε την ολομέλεια, ήδη έχουμε φτάσει σε μια άνοδο κατά 1.4°C, πολύ κοντά στον στόχο αλλά πολύ νωρίτερα από το 2050 και με ανησυχητικό ρυθμό αύξησης.
Οι μέρες της Συνόδου περνούσαν με τρόπο ανησυχητικά προβλεπόμενο. Το χάσμα μεταξύ των πολιτικών και επιστημονικών αφηγήσεων διευρυνόταν. Το ίδιο και σε κοινωνικό επίπεδο. Είχα την μέγιστη τύχη και τιμή να παραβρεθώ στην Ολομέλεια των Πολιτών (Plenary of the People), η οποία εξέδωσε ένα πολύ δυνατό ψήφισμα για εκεχειρία και την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, και η οποία υπογράμμισε ότι δεν νοείται κλιματική αλλαγή χωρίς κλιματική δικαιοσύνη, αναφερόμενη και στην πληθώρα περιπτώσεων ανθρώπινης εκμετάλλευσης και αποζύμισης φυσικών πόρων από αποικιοκρατικές πρακτικές τυφλού καπιταλισμού. Η ενέργεια και η αγωνία των εκπροσώπων όσων πλήττονται άμεσα από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ήταν αντιδιαμετρικά αντίθετες των πολιτικών/διπλωματικών υποσχέσεων.

Έτσι, την τελευταία μέρα της Συνόδου, το γενικό Κείμενο προς ψήφιση παρέμενε ασαφές και γενικόλογο, προκαλώντας την οργή πολλών χωρών του νότου και πολλών επιστημονικών οργανώσεων και εταίρων. Πέρα των όσων προβλημάτων αναφέρθηκαν ήδη σε σχέση με το Ταμείο απώλειας και ζημιών – το οποίο ουσιαστικά θα μεγεθύνεται μαζί με τα καιρικά φαινόμενα κάθε έτος – δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για τα Εθνικά/τοπικά/αστικά σχέδια προσαρμογής (Adaptation Plans) ως μέτρα πρόληψης των καταστροφών που θα προηγούνται του Ταμείου, και δεν υπήρχε καμία θαρραλέα δέσμευση στο θέμα του περιορισμού παραγωγής και κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων. Όταν επιστημονικές ομάδες πρότειναν την εισαγωγή μιας φράσης για έξοδο από τα ορυκτά καύσιμα (“fossil fuel phase-out”), υπήρχε παρασκηνιακή δράση του OPEC να μη γίνει δεκτή, κάτι που προκάλεσε την έντονη αντίδραση πολλών χωρών. Οι νησιωτικές χώρες στον Ινδικό και Ειρηνικό Ωκεανό κάνανε αναφορά σε «θανατική καταδίκη» και πολλά δυτικά μέσα ενημέρωσης κάνανε λόγο για υποκρισία των πετρελαιοπαραγωγών. Η ανακοίνωση ότι το επόμενο COP (COP29) θα λάβει χώρα στον εξ’ ίσου μεγάλο παραγωγό φυσικού αερίου Αζερμπαϊτζάν έριξε περισσότερο (πετρ)έλαιο στη φωτιά.

Υπό το βάρος του ευτελισμού της Συνόδου και την επιβεβαίωση των κριτικών στο πρόσωπο του Προέδρου (και της χώρας), ανακοινώθηκε η παράταση των διαπραγματεύσεων για μία μέρα. Την επομένη, σε μια κατά τα φαινόμενα πανηγυρική Ολομέλεια, ανακοινώθηκε ότι μετά από πολλές υποχωρήσεις, οι χώρες του πλανήτη στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και συμφώνησαν σε ένα τελικό κείμενο. Ωστόσο, οι αρχικοί έπαινοι αντικαταστάθηκαν από έντονες αντιρρήσεις χωρών όπως η Σαμόα, τα νησιά Μάρσαλ, Βενεζουέλα, Βολιβία κ.ά., οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν ότι δεν ήταν παρόντες όταν ψηφίστηκε το κείμενο, ότι δεν υπήρχε η αναφορά σε «έξοδο» (“phase out”) αλλά στη πιο μετριοπαθή και λιγότερο δεσμευτική φράση «μετάβαση εκτός” ορυκτών καυσίμων (“transition away”), αλλά και ότι μέρη του κειμένου στον καταμερισμό του αποτυχημένου μέτρου της αγοράς εκπομπών άνθρακα έρχονται σε αντίθεση με την Συμφωνία του Παρισιού.

Οπότε, προς τί οι πανηγυρισμοί; Ευτυχώς ή δυστυχώς, η απάντηση είναι ότι αυτό το σύστημα διαπραγματεύσεων έχουμε, με αυτό θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε. Βήμα προς βήμα. Μέσα από πολύ δύσκολες συγκλίσεις 200 κρατών και πληθώρας άλλων οργανισμών και φορέων.
Το βήμα του Ντουμπάι τελικά περιέχει αυτή την προαιρετική περιγραφή απόσυρσης από τα ορυκτά καύσιμα, που ωστόσο λειτουργεί ακόμα υπό τις υποχρεώσεις όλων των χωρών για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέσα από τη Συνθήκη του Παρισιού. Περιέχει την υλοποίηση του νέου Ταμείου απώλειας και ζημιών, με πολλά ερωτηματικά ως προς τη μεθοδολογία ενεργοποίησής του να παραμένουν. Δεν περιέχει μια σαφή οδηγία για προτεραιότητα στα Σχέδια Προσαρμογής, αλλά αναγνωρίζει τις πόλεις και περιοχές εντός κρατών ως ισάξιους συνομιλητές. Δεν υπήρξε υπόδειγμα διαφάνειας και δημοκρατικότητας (π.χ. στο θέμα της δημοσιοποίησης και εκλογής των κειμένων) αλλά έδωσε βήμα αναγνώρισης στους αδύνατους του κόσμου. Ένα θέμα που άφησε το στίγμα του επάνω μου, αφού η άμεση δημοκρατία της Ολομέλειας των Πολιτών στα πρότυπα του νέου Ισλανδικού Συντάγματος μετά την οικονομική κατάρρευση του 2008 είναι ένα σύστημα που ζηλεύω να παρακολουθώ, ειδικά σε αντίθεση με την πλήρη κατάρρευση του κράτους δικαίου και της διάκρισης των εξουσιών στην Ελλάδα.

Μιλώντας για την Ελλάδα, θα ήθελα να κλείσω με μια αναφορά στη συμμετοχή της στο COP28: Μηδενική. Όπως και κατά τη διάρκεια της EXPO2020 πάλι στον ίδιο χώρο στο Ντουμπάι, η Ελλάδα είχε εξασφαλίσει την ύπαρξη ενός τυπικού (και όχι ειδικά σχεδιασμένου) περίπτερου, με ελάχιστες ωστόσο παρουσιάσεις και εκδηλώσεις, σε μια απογοητευτική αντίθεση με όλα τα άλλα εθνικά περίπτερα. Οι μοναδικές εκδηλώσεις (μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού) ήταν αυτάρεσκες, γενικόλογες παρουσιάσεις Υπουργών της Ελληνικής Κυβέρνησης, ενώ ουδέποτε προσκλήθηκε το επιστημονικό και εργατικό δυναμικό της Ομογένειας της περιοχής (και όχι μόνο) για να παρουσιάσει το έργο της τιμώντας την χώρα.

Μια Ελλάδα που έχοντας πλέον συνυπογράψει τις συμφωνίες του COP28, θα πρέπει να αποφασίσει τη στρατηγική της πορεία. Προς το παρόν ωστόσο, τόσο η νομοθεσία όσο και οι προθέσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης σε πολλά από τα θέματα που συζητήθηκαν έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα συμφωνηθέντα στο COP: Η εμμονή στις έρευνες για υδρογονάνθρακες στο πιο δύσκολο και περιβαλλοντικά ευαίσθητο σημείο της Μεσογείου παρά τις αντιρρήσεις των επιστημόνων, η έλλειψη πρόληψης και σχεδιασμού σε φυσικές καταστροφές αλλά η εμμονή στην τακτική της εκκένωσης, η καταπάτηση προστατευόμενων περιοχών για ανάπτυξη «στρατηγικών υποδομών», η έλλειψη προστασίας και εκμετάλλευση των κατεστραμμένων περιοχών, ο εμπαιγμός με την εκτός σχεδίου δόμηση και η μη κατάργησή της για μικροκομματικές σκοπιμότητες, η παράβλεψη διαδικασιών σχεδιασμού του χώρου όπως τα αποσπασματικά έργα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η κατάργηση των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, η υπέρβαση και αλλοίωση του τουριστικού προϊόντος με παραγκωνισμό της μικρής κλίμακας και την εμμονή σε παρωχημένα, μεταμοντέρνα μοντέλα με φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού, η κατάρρευση του δημόσιου συστήματος υγείας, παιδείας, πρόνοιας με επιπτώσεις στην πρωτογενή παραγωγή, η πρόθεση για ιδιωτικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας ύδρευσης και των πηγών, η απαράδεκτη μεταφορά του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και της ΕΜΥ στην Πολιτική Προστασία, η απάρνηση της επιστήμης εντός της Βουλής για θέματα δημόσιας υγείας και πολλά άλλα.

Σε όποιον δε πει ότι η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να υποστεί συνέπειες από την κλιματική αλλαγή, αρκεί μονάχα να δει τις περυσινές πυρκαγιές και πλημμύρες αλλά και άλλα φαινόμενα, που χρόνο με τον χρόνο θα αυξάνονται σε ένταση και συχνότητα, με τεράστιες επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία. Ταυτόχρονα, καμία από τις πόλεις της δεν έχει ξεκινήσει να συζητάει και να σχεδιάζει το μέλλον της, υπό τα νέα δεδομένα για την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και την πίεση στις υποδομές. Ακόμα χειρότερα, η λέξη «βιωσιμότητα» (sustainability) και όλα τα παρελκόμενά της παραμένει να υφίσταται ως μια παροδική τάση, μια μόδα και να απουσιάζει μαζί με άλλες κοινωνικές και θετικές επιστήμες από το σύστημα παιδείας. Δυστυχώς, η Ελλάδα διολισθαίνει συνεχώς, ξεπουλώντας όλα αυτά τα οποία την χαρακτηρίζουν και την αναδεικνύουν.

*Ο Απόστολος Κυριαζής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο Abu Dhabi University