Δέκα χρόνια μαζί – Πως η Ζέττα Μακρή έγινε το θύμα του καθεστώτος που δημιούργησε

Δέκα χρόνια ψέματα, συκοφαντίες, δολοφονία χαρακτήρων, χυδαιότητα, νταηλίκια, παροιμιώδης ανεπάρκεια. Ουδέποτε η υφυπουργός Ζέττα Μακρή μίλησε για την σήψη και την παρακμή που βιώνει η πόλη με δήμαρχο τον Α. Μπέο. Και πώς να το πράξει, αφού η ίδια τον επέβαλε. Φίλοι οι δύο τους, με τον Μπέο να της οφείλει την εκλογή του και την εμφάνισή του στο φως της ημέρας ενώ ο ίδιος προέρχεται από τον σκοτεινό κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου και της νύχτας.

Fake news για τα έργα επαναλαμβάνονταν από τους δύο τους με απογοητευτική συχνότητα και μαζί στήριζαν την ΑΓΕΤ και το LNG. Η ίδια του άνοιγε δρόμους στα ξεπεσμένα αστικά στρώματα για να τον στηρίζουν, ενώ εκείνος είχε και έχει έτσι κι’ αλλιώς επιρροή στα πιο λούμπεν τμήματα, τα πολιτικά και κοινωνικά αναλφάβητα. Όσοι θέλουν να είναι σαν κι αυτόν αλλά δεν μπορούν βρήκαν το πρότυπό τους, οι ιδιοτελείς βρήκαν το ταίρι τους και όλο το φάσμα στο οποίο κινείται κοινωνικά η Ζέττα Μακρή, εντάχθηκε στο φαύλο, πελατειακό σύστημα του δημαρχείου. Και μαζί με αυτούς και κάποιοι αφελείς που αρκούνται «στον άρτο και στα θεάματα». Όλοι ικανοποιημένοι λοιπόν…

Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την απονεύρωση και την παραίτηση των μηχανισμών που είναι επιφορτισμένοι με την ευθύνη θεσμικού ελέγχου και με τον αποκλεισμό των «εχθρών» από τα Μέσα Ενημέρωσης, οδήγησαν σε ένα γενικευμένο αίσθημα φόβου και ανασφάλειας μέσα στην πόλη, το οποίο καλλιεργήθηκε και κλιμακώθηκε με μια σειρά από επιθετικές ενέργειες του δημάρχου, ο οποίος έφτασε στο έσχατο σημείο να περηφανεύεται που ξυλοκοπεί δημότες. Ρατσισμός, σεξισμός και κουτσαβακισμός οι κυρίαρχες αντιλήψεις στον Βόλο, με τον Μπέο αυθεντικό εκφραστή. Ουδέποτε ενόχλησαν την Ζέττα Μακρή οι χυδαίες επιθέσεις σε γυναίκες και αδύναμους.

Στοχοποιημένοι δεκάδες άνθρωποι, φορείς, οργανώσεις, πολίτες, πολιτικοί, κατά τρόπο ασύμβατο με κάθε λογική. Ο Μπέος ισοπέδωνε και η Ζέττα σιωπούσε , συνηγορώντας στην ουσία με την τακτική της «δημαρχάρας» της.

Οι δύο τους και αρκετοί άλλοι και βέβαια- διάφορα «τρωκτικά» γύρω τους- προκάλεσαν την ταπείνωση μιας ολόκληρης πόλης. Οι υπόλοιποι στη ΝΔ έβλεπαν την Ζέττα να κερδίζει με την επιλογή στήριξης του Μπέου και μοιραίοι και άβουλοι ακολουθούσαν την γραμμή που χάραξε εκείνη.

Το κακό πήρε το πάνω χέρι και εξαπλώθηκε σαν πανδημία, με την βία και τις λοιδορίες σε πρώτο πλάνο και τον Βόλο παραδομένο απέναντι στην επέλαση της βαρβαρότητας.

Η Ζέττα Μακρή είδε την «πανδημία» να χτυπάει και την δική της πόρτα μόνον όταν η ηγεσία της ΝΔ «φύτεψε» και εξέλεξε βουλευτή τον Χρήστο Τριαντόπουλο, που ταυτίστηκε σε αντιλήψεις με τον Μπέο. Δημιούργησε ο Τριαντόπουλος σχέση υπαλληλική μαζί του. Ποιος θα ξεχάσει την εντολή Μπέου στον υφυπουργό… «κάτσε κάτω τωρα εσυ» με τον Τριαντόπουλο να καμαρώνει τον δήμαρχο να βρίζει.

Η αλήθεια είναι ότι η ΝΔ δικαιώθηκε με την επιλογή Τριαντόπουλου και την απόφαση να «εξολοθρεύσει» τους «παλιούς». Στις δύσκολες αποστολές ανταποκρίθηκε ο υφυπουργός στο έργο που του ανέθεσαν, όπως … στο πρότζεκτ των Τεμπών.

Ο Μπέος την εγκατέλειψε την Μακρή για τον Τριαντόπουλο και παρά το γεγονός ότι της χρωστά τα πάντα, σε πολιτικό και προσωπικό επίπεδο καθώς πολλές υποθέσεις του έλυσε η Ζέττα, έχει φτάσει στο σημείο να υπονομεύει πολιτικά μέχρι και την εκλογή του γιού της στο Επιμελητήριο, αφού πρώτα ξήλωσε τον συνεργάτη της από την αντιδημαρχία. Το καθεστώς που έσπειρε η ίδια έφτασε να υπονομεύει ακόμα και το παιδί της.

Ως εκ τούτου ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι η διαμάχη τους δεν είναι πολιτική, δεν έθιξε ο Α. Μπέος κανένα σύστημα αξιών της Ζέττας Μακρή, γιατί όταν δύο άνθρωποι είναι φίλοι και συνεργάτες δέκα χρόνια δεν μπορεί παρά να μοιράζονται το ίδιο λίγο -πολύ αξιακό σύστημα.

Τρομακτικό για μια υφυπουργό παιδείας να ταυτίζεται επί μία δεκαετία με τον Μπέο, αλλά δυστυχώς αληθινό. Η διαμάχη τους λοιπόν εδράζεται στις προσωπικές διαφορές τους, τις οποίες εκτιμούμε ότι γρήγορα θα λύσουν και θα επιστρέψουν στη δική τους κανονικότητα. Γιατί η κανονικότητα της πόλης και κυρίως η αξιοπρέπειά της θα επιστρέψει όταν κλείσει αυτή η μαύρη σελίδα και όταν όλοι και όλες που την «έγραψαν» περιέλθουν σε πλήρη πολιτική και κοινωνική απαξίωση. Και η μέρα αυτή δεν αργεί.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ