Δέρνω, δέρνεις, δέρνει

Της Λίλας Σταμπούλογλου

Έχουν χυθεί τόνοι μελάνι για να αναλύσουμε τα περιστατικά βίας, έχουν ξοδευτεί ώρες τηλεοπτικού χρόνου για να σχολιαστούν. Εκείνο που δεν έχει γίνει, μέχρι στιγμής, είναι μια οργανωμένη προσπάθεια για να τα αναχαιτίσουμε. Προς το παρόν, παρακολουθούμε το φαινόμενο σαν σίριαλ. Να δούμε ποιος θα δείρει ποιον. Προσεχώς η συνέχεια.

Ο αλγόριθμος του Tik Tok θα τα βγάλει μπροστά σου. Βίντεο με απειλητικό περιεχόμενο που στοχοποιούν έναν άνθρωπο. Εναν ακόμα άνθρωπο, για την ακρίβεια. Στις λεζάντες θα διαβάσεις: «Θα νιώσει πόνο όπως και το αθώο κορίτσι». «Θα σε βαράει όλη η Ελλάδα και θα γελάμε, όπως γελούσες εσύ». «Κάνε τον σταυρό σου να μη σε βρούμε». «Πες αλεύρι, όλη η Ελλάδα σε γυρεύει».

Σε κάποια βίντεο βλέπεις έναν αριθμό τηλεφώνου, σε άλλα βλέπεις ένα σπίτι : «Τώρα που έχουμε μάθει την διεύθυνσή της, θα πεθάνει», γράφει ο χρήστης που ανέβασε το βίντεο.

Σε πιάνει ανατριχίλα. Η ίδια που σε έπιασε όταν διάβασες ότι πλάκωσαν ένα 14χρονο κορίτσι στο ξύλο, σε μια πλατεία της Γλυφάδας. Οτι είχαν οργανώσει κάλεσμα για να το δείρουν. Οτι δεν σηκώθηκε να βοηθήσει κανείς γιατί όλοι παρακολουθούσαν και κατέγραφαν στα κινητά, πέρα από έναν δημοτικό αστυνομικό που έσωσε το παιδί από τα χειρότερα. Άκουσες και τα ηχητικά ντοκουμέντα, από τις ομαδικές συνομιλίες. Η ωμότητα, η απόλυτη κυριαρχία μιας βίαιης σκέψης που παρότρυνε στον ξυλοδαρμό ενός ανθρώπου, σε πάγωνε.

Και τώρα, έχεις τη συνέχεια του κοινωνικού δράματος. Από τον υποκινητή της βίας στο θύμα, στον υποκινητή της βίας στον θύτη. Ο τιμωρός της βίας απαντά με βία. Εξίσου ωμή και σοκαριστική η σκέψη του, θέλει να οδηγήσει ακριβώς στην ίδια πράξη. Προσκαλεί το άγνωστο, απέναντι του, κοινό, να βρει την άλλη κοπέλα και να τη δείρει, να τη διασύρει, να την τιμωρήσει με τον ίδιο τρόπο. Και με χειρότερο, ίσως.

Είναι αυτή η μαύρη κλωστή που συνδέει τα κακώς κείμενα. «Της αξίζει ένα χέρι ξύλο», θα ακούσεις να λέει και ο παππούς στο καφενείο. Αυτός δεν έχει δει τα βίντεο στο Tik Tok, που καλούν σε ένα δεύτερο ξυλοδαρμό, αλλά η σκέψη του διατρέχεται από το ίδιο, λάθος, μοτίβο. Οποιος δέρνει, του αξίζει να τον δείρουν. «Σε κλώτσησε ο Γιαννάκης; Κλώτσα τον κι εσύ», θα πει ο γονιός στο ανήλικο παιδί του. Και πάει λέγοντας.

Η μαύρη κλωστή δένει τους πάντες, το κουβάρι της ξετυλίγεται σε όλο τον κοινωνικό ιστό. Απλώς, αλλού είναι γκρίζο και αλλού κατάμαυρο, πίσσα. Εχει πολλές αποχρώσεις η βία, αλλά όλες απλώνονται σαν υπερμεγέθης λεκές επάνω μας. Κανείς δεν ρίχνει νερό να τον διαλύσει, αντιθέτως, θα πέσει κι άλλη μπογιά. Μετά το κάλεσμα σε ξυλοδαρμό του 14χρονου κοριτσιού, μετά το κάλεσμα σε βίαιη τιμωρία των θυτών του, εκείνοι αμύνονται με επίκληση, ξανά, σε βία: «Σήμερα θα την ξαναδείρουμε αν τη βρούμε», γράφει η κοπέλα από την ομάδα που ξυλοκόπησε τη 14χρονη.

Παιδιά τυφλωμένα από το μίσος. Και τα μεν και τα δε. Ιδού ο καθρέφτης μιας κοινωνίας που έχει αφεθεί στο θυμό, που έχει χάσει την ψυχραιμία της, που έχει παρασυρθεί σε μια εντελώς λάθος κατεύθυνση. Που κλίνει το ρήμα «δέρνω» σε κάθε πρόσωπο και χρόνο. Και που, τελικά, καταντά να είναι ολόκληρη ένας θύτης κι ένα θύμα, ταυτόχρονα.

Ο πόλεμος που έχει ανοιχτεί με αφορμή το συμβάν στη Γλυφάδα είναι ένα ντόμινο βαναυσότητας και άγριων ενστίκτων, ντυμένο με εφηβικά ρούχα και σχολικές τσάντες στους ώμους. Το διαδίκτυο γίνεται η πλατφόρμα του, πριν από τις πλατείες, και αντανακλά κάθε τραχιά πτυχή του φαινομένου που ονομάζουμε «βία ανηλίκων». Εχουν χυθεί τόνοι μελάνι για να το αναλύσουμε, έχουν ξοδευτεί ώρες τηλεοπτικού χρόνου για να το σχολιάσουν.

Εκείνο που δεν έχει γίνει, μέχρι στιγμής, είναι μια οργανωμένη προσπάθεια για να το αναχαιτίσουμε. Να ρίξουμε διαλυτικό στον μαύρο λεκέ ώστε μακροπρόθεσμα να απαλλαγούμε από αυτόν. Προς το παρόν, παρακολουθούμε το φαινόμενο σαν σίριαλ. Να δούμε ποιος θα δείρει ποιον. Προσεχώς η συνέχεια.

Πηγή: Protagon.gr