Β. Μεταξάς: Να ενισχυθούν οι μονάδες Ψυχικής Υγείας στη Θεσσαλία

Τη συνέχιση της λειτουργίας των κινητών μονάδων Ψυχικής Υγείας στη Θεσσαλία με ευθύνη του κράτους, απαίτησε ο βουλευτής του ΚΚΕ Βασίλης Μεταξάς, κατά τη διάρκεια της συζήτησης σχετικής Επίκαιρης Ερώτησης του Κόμματος, υπογραμμίζοντας τη σημασία τους για τη μακροχρόνια ψυχολογική, κοινωνική και συμβουλευτική υποστήριξη των ανθρώπων που υπέστησαν καταστροφές από τις πλημμύρες, έχασαν δικούς τους ανθρώπους, έχασαν τα σπίτια τους και τις περιουσίες τους, το εισόδημά τους και είδαν να επιδεινώνονται οι όροι επιβίωσής τους.
Ανέφερε ακόμη ότι χρειάζεται ενίσχυση όλων των δομών Ψυχικής Υγείας, με όλο το απαραίτητο προσωπικό όλων των απαραίτητων ειδικοτήτων, με μόνιμες εργασιακές σχέσεις, προσθέτοντας ότι το όλο θέμα ανέδειξε τα σοβαρά κενά και τις τραγικές ελλείψεις που υπάρχουν στις ψυχικές υπηρεσίες των δημόσιων δομών Υγείας στη Θεσσαλία και σε όλη τη χώρα, εξαιτίας της πολιτικής της κυβέρνησης, που πρόσφατα, με νόμο, ψήφισε την υποβάθμιση και την κατάργησή τους.

 

Σημειώνεται ότι στη διάρκεια της λειτουργίας τους, οι κινητές μονάδες δέχτηκαν και πολλά αιτήματα που σχετίζονταν με παντός τύπου δυσκολίες (άγχος, στρες, πένθος, απώλεια, επαγγελματική εξουθένωση κ.ά.), που είχαν μείνει αφρόντιστες ως αποτέλεσμα της υποστελέχωσης και του φόρτου των λοιπών μονάδων Ψυχικής Υγείας της περιοχής, όπως οι νοσοκομειακές μονάδες, τα Κέντρα Υγείας και κυρίως τα κέντρα Ψυχικής Υγείας που αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες ανάγκες του πληθυσμού.
Στη Μαγνησία για παράδειγμα το κλιμάκιο πραγματοποίησε συνολικά 734 παρεμβάσεις τόσο θεραπευτικές πράξεις, συνεδρίες ψυχολογικής υποστήριξης και συμβουλευτικής όσο και άλλες παρεμβάσεις, όπως κοινωνικές έρευνες, βοήθεια στη συμπλήρωση αιτήσεων για αποζημιώσεις και άλλες υπηρεσίες, μέχρι και καταγραφή και κάλυψη ειδών πρώτης ανάγκης.
Ο Β. Μεταξάς υπογράμμισε πως αναδεικνύεται η ανάγκη όχι μόνο συνέχισης της λειτουργίας των κινητών μονάδων με ευθύνη του κράτους αλλά και μονιμοποίησης αυτής της λειτουργίας, καθώς καλύπτουν ανάγκες απομακρυσμένων και δυσπρόσιτων περιοχών, όπως και του πληθυσμού που δυσκολεύεται να μετακινηθεί (π.χ. ΑμεΑ).
Τέλος, κατήγγειλε την επιλεκτικότητα του αστικού κράτους να μην αντιμετωπίζει τα φυσικά φαινόμενα, αφού στη λογική κόστους – οφέλους, δεν κατασκευάζει τα απαραίτητα έργα και υποδομές για την προστασία της ζωής του λαού.
Να αναποδογυρίσει την πραγματικότητα επιχείρησε στην απάντησή του ο υπουργός Υγείας, Αδωνις Γεωργιάδης, ισχυριζόμενος ότι λόγω της «κλιματικής αλλαγής», κανένα κράτος, ακόμα και το ισχυρότερο των ΗΠΑ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα φυσικά φαινόμενα, αποκρύπτοντας ότι αυτή η «ανικανότητα» του αστικού κράτους, σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, είναι επιλεκτική, αφορά δηλαδή μόνο τις λαϊκές ανάγκες που δεν αποτελούν προτεραιότητα. Ενώ αντίθετα το αστικό κράτος, σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες είναι απόλυτα ικανό όταν είναι να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων ή να εξαπολύσει πολέμους για τα ίδια ακριβώς συμφέροντα.
Για να δικαιολογήσει αυτή την επιλεκτική ανικανότητα του αστικού κράτους να πάρει μέτρα προστασίας της ζωής και της περιουσίας του λαού, ο Αδ. Γεωργιάδης κατέφυγε στη γνωστή «καραμέλα» των πολύ έντονων καιρικών φαινομένων που προκαλεί η κλιματική αλλαγή, προσπαθώντας να μας πείσει ότι την ώρα που τα επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επιστήμης έχουν απογειωθεί, δεν μπορούμε να προστατευτούμε από τα φυσικά φαινόμενα.
Όσον αφορά τις κινητές μονάδες, απέκλεισε για άλλη μία φορά το ενδεχόμενο της πρόσληψης μόνιμου προσωπικού και ενίσχυσης των δημόσιων δομών, λέγοντας ότι θα δοθεί μια παράταση, ξεκαθαρίζοντας πάντως ότι οι κινητές μονάδες «δεν μπορούν να μείνουν για πάντα» στην περιοχή.
Οι παρατάσεις της λειτουργίας των κινητών μονάδων δεν λύνουν τα προβλήματα, ούτε για τους εργαζόμενους, που θα βρεθούν στον αέρα μετά τη λήξη των παρατάσεων, ούτε για τους ψυχικά ασθενείς που χρειάζονται μακροχρόνια παρακολούθηση και θεραπεία. Το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με την πρόσληψη μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στις ψυχιατρικές υπηρεσίες των δημόσιων δομών, επισήμανε στη δευτερολογία του ο Β. Μεταξάς.