Του Χρήστου Πιλάλη
Το σχολείο ως αυτόνομη οικονομική μονάδα που είχε υποσχεθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το 2018 και ετοιμάζεται σήμερα να θεσμοθετήσει ο Υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης, είναι απόλυτα σύμφωνο με τα νεοφιλελεύθερα πρότυπα που εφαρμόστηκαν την εποχή της Μάργκαρετ Θάτσερ στη Μεγάλη Βρετανία. Αυτό προκύπτει ξεκάθαρα από τη συνέντευξη του Υπουργού Παιδείας (8/1 στο Capital.gr). Έχουν ως στόχο ένα σχολείο – επιχείρηση, που θα αναζητά οικονομικούς πόρους από οπουδήποτε, θα προσλαμβάνει εκπαιδευτικούς με κριτήριο το κόστος τους, ενδεχομένως επιπλέον δεξιότητές τους για επιπλέον αξιοποίησή τους και όχι μόνο τις παιδαγωγικές τους γνώσεις και ικανότητες, όσο σημαντικές και αν είναι αυτές. Ήδη ανακοίνωσαν την μετεξέλιξη 22 δημόσιων σχολείων (11 γυμνάσια και 11 λύκεια) σε “Ωνάσεια” με τη δημιουργία Διοικούσας Επιτροπής στην οποία θα συμμετέχει και το Ίδρυμα Ωνάση, με αποφασιστικό λόγο σε θέματα εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Με την ΄΄αυτονομία΄΄ των σχολείων θα έχουμε σχολεία πολλών ταχυτήτων, όπως στη Μεγάλη Βρετανία επί Θάτσερ, με ξεχωριστά προγράμματα. Που στόχο θα έχουν να καλύπτουν όχι τις πραγματικές μαθησιακές ανάγκες των μαθητών και μαθητριών τους, αλλά τις επιθυμίες πελατών (πχ κάποιων γονέων για συμπληρωματικές δραστηριότητες της αρεσκείας τους). Με την υπάρχουσα απόλυτα αντιεπιστημονική ΄΄αξιολόγηση΄΄ που έχει θεσμοθετήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχει στρώσει το έδαφος για εκπαιδευτικούς υποτελείς στο διευθυντή – μάνατζερ, που θα διδάσκουν όπως και ότι αυτός θα τους υποδεικνύει, αφού η εργασιακή τους πορεία θα εξαρτάται απόλυτα από αυτόν. Η όλη αντιγραφή του συστήματος της Θάτσερ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιχειρούμενη από την κυβέρνηση ιδιωτικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης, αφού οι μικρές επιχειρήσεις/ σχολικές μονάδες σταδιακά ή και πιο άμεσα, θα καλούνται να καλύψουν μόνες τους τα λειτουργικά τους έξοδα, να αποδεσμευτούν από την κρατική χρηματοδότηση. Πολλοί είναι άλλωστε εδώ και χρόνια οι Διευθυντές σχολείων που έχουν επιδοθεί σε αγώνα ανεύρεσης χορηγιών για να καλύψουν τις ανεπάρκειες σε αναγκαίο υλικό, που προκαλούν οι ισχνές κρατικές χρηματοδοτήσεις για την παιδεία. Όπως η προϋπολογισμένη με το 2,66% του ελληνικού ΑΕΠ για το 2025, η μακράν χαμηλότερη στην ΕΕ. Αν σήμερα ο κύριος Πιερρακάκης λέει στο Capital.gr πολλά από όσα σκοπεύει να κάνει η κυβέρνηση (π.χ.΄΄ ο Διευθυντής θα έχει αυτονομία στο να λαμβάνει αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα, σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων…΄΄) , όλο το μοντέλο αυτής της πολιτικής, αυτό ακριβώς που είχε ξεδιπλωθεί ανεπιτυχώς στη Μεγάλη Βρετανία, το καταγράφει και το προτείνει στο βιβλίο του World Class (έκδοση ΟΟΣΑ), ο αρχιτέκτονας της PISA Ανδρέα Σλάιχερ. Αυτό είναι το βιβλίο που μας καλεί να διαβάσουμε ο Υπουργός Παιδείας στη συνέντευξή του, αποκαλύπτοντας εμμέσως και το σύνολο της πολιτικής που θέλει να εφαρμόσει.
Η πολιτική της αυτονομίας των σχολικών μονάδων, όπως εφαρμόστηκε από τη Θάτσερ είχε μόνο αρνητικά αποτελέσματα. Με τη μετατροπή των διευθυντών σε επιχειρησιακούς μάνατζερς, η έμφαση μετατοπίστηκε στη διαχείριση και στις οικονομικές τους επιδόσεις, παρά στην εκπαιδευτική τους αποστολή. Αυτό δημιούργησε πιέσεις για ανταγωνισμό μεταξύ σχολείων. Με αποτέλεσμα ορισμένα σχολεία σε πλουσιότερες περιοχές ή με ισχυρή στα οικονομικά ή και μόνο στην επικοινωνία διοίκηση να ευνοηθούν. Ενώ περιθωριοποιήθηκαν σχολεία που ήταν σε μειονεκτικές κοινωνικά περιοχές ή είχαν Διευθυντές που αν και καλοί εκπαιδευτικοί δεν ήταν δυνατοί στην επιχειρηματικότητα. Η αξιολόγηση μέσω ελεγκτικών φορέων και η δημοσιοποίηση των επιδόσεών τους οδήγησαν σε κατηγοριοποίηση των σχολείων, μετατρέποντάς τα σε ΄΄καλά΄΄ και ΄΄κακά΄΄. Η δε εισαγωγή των κουπονιών (βάουτσερς) που ακολούθησε στο πλαίσιο της ενίσχυσης της επιλογής γονέων, επιδείνωσε τις ανισότητες. Για τα βάουτσερς γράφει και ο μέντορας του κυρίου Πιερρακάκη, ο κύριος Σλάιχερ, αλλά τα είχε προτείνει από το 2016 και ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου του Τάσου Αβραντίνη με τίτλο: «Εκπαίδευση: Ελεύθερη επιλογή ή μια γάτα που γαβγίζει». Στην Μ.Βρετανία της Θάτσερ οι γονείς με οικονομική άνεση και πρόσβαση σε πληροφορίες χρησιμοποίησαν τα βάουτσερς για να μεταφέρουν τα παιδιά τους σε καλύτερα σχολεία, αφήνοντας τα πιο αδύναμα σχολεία να καταρρέουν. Αυτός ο μηχανισμός διεύρυνε το χάσμα μεταξύ κοινωνικών τάξεων, δημιουργώντας εκπαιδευτικά γκέτο που υπονόμευσαν την ισότητα ευκαιριών.
Μια τέτοια εκπαίδευση, που δυστυχώς δρομολογεί η κυβέρνηση, θα αφήσει το μεγάλο κομμάτι των μαθητών και μαθητριών πίσω, αφού οι πιο εύρωστες τέτοιες επιχειρήσεις, θα είναι στόχος των κατά τεκμήριο ικανότερων εκπαιδευτικών, αλλά και των οικονομικά ισχυρότερων μαθητών.
Επιβάλλεται να είμαστε αντίθετοι και αντίθετες σε τέτοιες πολιτικές υποβάθμισης του παιδαγωγικού ρόλου των εκπαιδευτικών και χιλιάδων σχολικών μονάδων. Οφείλουμε να κινηθούμε στον αντίποδά τους, με στόχο ένα ποιοτικό και συμπεριληπτικό δωρεάν δημόσιο σχολείο με ίσες δυνατότητες για όλες και όλους τους μαθητές και τις μαθήτριές του.
* Η Μάργκαρετ Θάτσερ είναι η μόνη πρωθυπουργός στην οποία το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αρνήθηκε να απονείμει τιμητικό πτυχίο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη «βαθιά και συστηματική ζημιά σε ολόκληρο το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα στη Βρετανία»
** Χρήστος Πιλάλης
Εκπαιδευτικός, πρώην Διευθυντής Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας,
πρώην Διευθύνων Σύμβουλος στο Ίδρυμα Νεολαίας και Δια Βίου Μάθησης