Σε μια Θεσσαλία αυτοδύναμη, με ένα σύστημα πολυκαλλιέργειας με υψηλή διατροφική αξία, στη συμμόρφωση με την Κοινή Αγροτική Πολιτική και άλλες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίζεται το σχέδιο για την αγροτική ανάπτυξη της Θεσσαλίας στο οποίο αναφέρθηκε ο περιφερειάρχης Δημήτρης Κουρέτας στον απολογισμό του έργου της περιφερειακής αρχής.
Η ανάληψη άμεσων πρωτοβουλιών ανάπτυξης της Θεσσαλικής γεωργίας με την αξιοποίηση των παραγωγικών δομών και την ανάδειξη της ποιοτικής υπεροχής των τοπικών προϊόντων είναι επιβεβλημένη όσο ποτέ άλλοτε.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή ενός ταχύρυθμου ολοκληρωμένου προγράμματος γεωργικής ανάπτυξης και με το βαμβάκι να αποτελεί τον «λευκό χρυσό» της Θεσσαλίας.
Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες η Θεσσαλία βιώνει τις επιπτώσεις ενός σύνθετου υδατικού προβλήματος, που ήδη εξελίσσεται σε περιβαλλοντικό – οικολογικό και θα επιδεινωθεί σε συνθήκες κλιματικής κρίσης, εάν δεν υπάρξουν άμεσες και μεσοπρόθεσμες παρεμβάσεις σε πολλούς τομείς. Το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας είναι κυρίως πρόβλημα υδατικής ασφάλειας των κατοίκων της από φαινόμενα ΛΕΙΨΥΔΡΙΑΣ – ΞΗΡΑΣΙΑΣ και ΠΛΗΜΜΥΡΩΝ και από τις δραματικές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στην ζωή, στο εισόδημά και τελικά στην ίδια την επιβίωση τους στην περιοχή.
Γνωρίζουμε πλέον πως το υδατικό ισοζύγιο της είναι ελλειμματικό κατά 465 εκατομμύρια μ3 νερού το χρόνο.
Η Θεσσαλία αποτελεί τη μεγαλύτερη πεδιάδα της χώρας και το κέντρο της Ελληνικής αγροτικής παραγωγής
Παρά ταύτα η Θεσσαλική γεωργία απειλείται άμεσα από 4 κινδύνους:
– Το συνεχιζόμενο κίνδυνο πλημμυρών και καταστροφής του 50% των καλλιεργειών στα πλέον γόνιμα πεδινά και αρδευόμενα εδάφη .
-Τη δραματική μείωση διαθεσιμότητας του αρδευτικού νερού λόγω υποβάθμισης των υδροφορέων κυρίως στην ανατολική Θεσσαλική πεδιάδα της Λάρισας).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μείωση της βαμβακοκαλλιέργειας (αρδευόμενης) κατά 540.000 στρ την τελευταία 20ετία που συνολικά μειώθηκε στα 840.000 στρ. ενώ παραδοσιακά στον κάμπο καλλιεργούνταν 1,5 εκατ. στρέμματα εδώ και πολλές 10ετίες. Σημαντικό αρνητικό τριτο αποτέλεσμα αποτελεί και η μειωμένη παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων και υποβάθμιση της κτηνοτροφικής παραγωγής
-Η διάβρωση και ερημοποίηση τεραστίων επικλινών εκτάσεων λόγω αποψίλωσης και υποβάθμισης του εδάφους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στον Ν. Λάρισας η εγκατάλειψη 750.000 στρ από σιτηρά την τελευταία 20ετία.
-Η υποβάθμιση της γονιμότητας των περισσότερων εδαφών κάτω από μη αειφορική καλλιέργεια αροτραίων καλλιεργειών λόγω συμπίεσης του εδάφους (χρήση βαρέων μηχανημάτων), δραματικής μείωσης της οργανικής ουσίας (οξείδωση) και εφαρμογή μονοκαλλιέργειας (κυρίως σκληρού σίτου και βαμβακιού) με συνεπακόλουθη τεράστια αύξηση των εισροών συνεπικουρούμενης από την αύξηση της τιμής των αγροχημικών και γεωργικών εφοδίων και τελικά τη μείωση της παραγωγικότητας και του παραγόμενου προϊόντος.
Κίνητρα για αναβαθμισμένη Θεσσαλική γεωργία
Ο κ. Κουρέτας επικεντρώθηκε στην υποστήριξη των «θεσσαλικών γεωργιών» λέγοντας ότι υπάρχει ανάγκη για ιδιαίτερες και προσαρμοσμένες συμβουλές , εξασφάλιση ποιοτικών και ιδιότυπων προϊόντων καθώς και συγκεκριμένα εργαλεία χρηματοδότησης, ενώ κατέθεσε και το αίτημα για ειδική πρόβλεψη (quota) χρηματοδοτήσεων για τη Θεσσαλία.
Για τις παρεμβάσεις στις ενεργειακές καλλιέργειες ο κ. Κουρέτας μίλησε για τα κίνητρα για καλλιέργεια ενεργειακών φυτών (με ελάχιστες εισροές) σε ερημοποιημένες ή υπό ερημοποίηση περιοχές, την παραγωγή ενέργειας ή βιοκαυσίμου και υποκατάσταση ενεργειακών αναγκών σε θερμοκήπια, χοιροστάσια – βουστάσια, κτλ και τη χρήση τηλεθέρμανσης.
Παρουσιάζοντας τα πεδία παρέμβασης της Περιφέρειας Θεσσαλίας, ο κ. Κουρέτας αναφέρθηκε στην αντιπλημμυρική προστασία, τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και την αντιμετώπιση του υδατικού προβλήματος, την αύξηση της προστιθέμενης αξίας στη γεωργική παραγωγή, τη φυτική παραγωγή, τη ζωική παραγωγή και τις ενεργειακές καλλιέργειες, τη διαχείριση των βοσκοτόπων, την προστασία του περιβάλλοντος και τη θεσμική ενδυνάμωση καθώς και την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση.
Τρεις δέσμες ανάσχεσης
Ειδικότερα, σ’ ότι αφορά την κάλυψη του υδατικού ελλείμματος για την άρδευση 2,5 εκατ. στρεμμάτων και την αντιπλημμυρική προστασία, ο κ. Κουρέτας τόνισε ότι το υδατικό έλλειμμα της Θεσσαλίας υπολογίζεται στα 465 εκατ. κυβικά μέτρα και παρουσίασε τρεις δέσμες μέτρων για την ανάσχεση του.
Στην πρώτη δέσμη για την μείωση του ελλείμματος κατά 110 εκατ. κυβικά μέτρα τα προτεινόμενα έργα είναι:
Κατάργηση επιφανειακής άρδευσης με κανάλια, κλειστοί αγωγοί, πλήρη επέκταση της στάγδην άρδευσης, γεωργία ακριβείας με αισθητήρες και χρέωση, ορθές καλλιεργητικές πρακτικές .
Στη δεύτερη δέσμη για την κάλυψη 67 εκατ. κυβικών μέτρων
Τα δρομολογημένα έργα
Δίκτυα μεταφοράς και διανομής νερού ταμιευτήρα Κάρλας, φράγματα Ληθαίου, Ναρθακίκου, Κακλιτζόρεμα, Δελερίων, Αμπελακίων, Αγιοκάμπου, Μπελμά, Ξεριά Αλμυρού
Τρίτη δέσμη για την κάλυψη 290 εκατ. κυβικών μέτρων νερού
Φράγμα Πύλης
Φράγμα Μουζακίου
Φράγμα Ενιπέα Φαρσάλων
Ταμιευτήρες Κάρλας & Κραννώνα
Τεχνητός εμπλουτισμός Χάλκης
Νεοχωρίτης
Πεδινές λιμνοδεξαμενές
Μεταφορά από Αχελώο
Έργα ορεινής υδρονομίας
Ο κ. Κουρέτας παρουσίασε και σειρά παρεμβάσεων στη χοιροτροφία που αφορούν στη μείωση του κόστους διατροφής και βελτίωση σιτηρεσίου, την ανάπτυξη της συνεργασίας με τους συνεταιρισμούς (συμβολαιακή γεωργία) στο πεδίο της παραγωγής ζωοτροφών, την αντιμετώπιση των νοσολογικών προβλημάτων με βελτίωση των συνθηκών σταβλισμού και διατροφής και τη στήριξη μεταποίησης, τυποποίησης και πιστοποίησης χοιρινού κρέατος καθώς και την προώθηση του χοιρινού στην εγχώρια αγορά.
Ανακοίνωσε επίσης σειρά παρεμβάσεων για τη μελισσοκομία, οι οποίες αφορούν την ανάδειξη και αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων του Θεσσαλικού μελιού, την ανασυγκρότηση του μελισσοκομικού κεφαλαίου και των μελισσοκομικών υποδομών, την ανάπτυξη μελισσοκομικής χλωρίδας (προσαρμογή στη ξηρασία και κλιματική αλλαγή), τη μελέτη, χωροθέτηση και δημιουργία μελισσοκομικών πάρκων, την προώθηση έρευνας με βάση τις ανάγκες των μελισσοκόμων, τη βελτίωση του γενετικού υλικού και τη δημιουργία συστήματος παρακολούθησης των μελισσιών (υγεία, βιολογία και συμπεριφορά).
Κοστολογώντας τις παρεμβάσεις ο Περιφερειάρχης ανέφερε ότι το σύνολο των προτεινόμενων έργων φτάνει τα 2,85 δις ευρώ τα οποία αναλύονται σε 1,35 δις που αφορούν την αντιμετώπιση του υδατικού ελλείμματος, 785 εκατ. για τα αντιπλημμυρικά έργα 500 εκατ. για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας της γεωργικής παραγωγής 200 εκατ. για την προστασία του περιβάλλοντος και 15 εκατ. για την θεσμική ενδυνάμωση και την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση.
Μέτρα εξοικονόμησης νερού στις καλλιέργειες
Προφανώς μεγάλη σημασία πρέπει να δοθεί στον περιορισμό της κατασπατάλησης νερού. Το νερό θα μετριέται με ψηφιακούς μετρητές, θα παρακολουθείται η κατανάλωσή του σε κεντρικό επίπεδο και θα υπάρχει real-time reporting.
Θα γίνει το ψηφιακό δίδυμο της περιοχής (digital twin) και θα ελέγχονται όλες οι αντλήσεις. Ο κάθε αγρότης θα έχει ένα quota νερού με βάση την έκταση της γης του και τις καλλιέργειές του και από κει και πέρα να υπάρχει και χρέωση. Σε περίπτωση ξηρασίας, θα μπορούν να γίνονται τροποποιήσεις και στα quotas αλλά και στη χρέωση.
Θα μπει στάγδην άρδευση παντού, έτσι ώστε να μην υπάρχουν απώλειες. Θα γίνουν προγράμματα γεωργίας ακριβείας και θα εκπαιδευτούν οι αγρότες. Το κόστος αυτών των έργων δεν είναι δυσθεώρητο και πιθανά να μπορούσε να ενταχθεί και στο ταμείο ανάκαμψης. Θα ελεγχθούν και να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες επαναχρησιμοποίησης νερού / λυμάτων στη γεωργία. Για το βαμβάκι, μπορούμε να πάμε ένα βήμα μπροστά σε σχέση με τις υπάρχουσες πρακτικές και να προωθηθεί δημιουργία εθνικού φακέλου ποιότητας βαμβακιού για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά του.
Το βαμβάκι – Μύθος και πραγματικότητα
Φαίνεται καθαρά ότι το βαμβάκι έχει υποστεί την μεγαλύτερη πίεση και η έκτασή του τείνει να εξαφανιστεί στην Ανατολική Θεσσαλική πεδιάδα της Λάρισας. Έτσι η συνολική έκταση της καλλιέργειας από 1,5 εκατ. στρ. πριν το 2020 έχει συρρικνωθεί 24 στα 841.000 στρ το 2021 και μαζί με αυτό η Προστιθέμενη Αξία και το Γεωργικό ΑΕΠ της Θεσσαλίας, μιας και το βαμβάκι αποτελεί βασικό εξαγωγικό προϊόν, και κορμό της Θεσσαλικής και Εθνικής πρωτογενούς παραγωγής .
Με σημερινή αξία σύσπορου (0,65€/kg), εκκοκισμένου (1,65 €/kg), και βαμβακόσπορου (0,3 €/kg), για κάθε 100.000 στρ, καλλιέργειας στη Θεσσαλία με μέση στρεμματική απόδοση 400 kg, η προστιθέμενη αξία της πρωτογενούς παραγωγής ανέρχεται στα 19 εκατ. € (ΑΕΠ ±50 εκατ. €), ενώ στο δευτερογενή τομέα προκύπτει προστιθέμενη αξία ύψους 31 εκατ. € (εξαγωγή στο εξωτερικό) (ΑΕΠ± 50 εκατ. €).
Στην περίπτωση εγχώριας παραγωγής νήματος (4 €/kg+ 0,85 €/kg υποπροϊόντων) η προστιθέμενη αξία αυξάνεται κατά 400 €/στρ ενώ στην περίπτωση περαιτέρω επεξεργασίας και παραγωγής βαμμένου υφάσματος ή βαμβακερού ενδύματος η προστιθέμενη αξία αυξάνεται ακόμα περισσότερο κατά 680 €/στρ και 4300 €/στρ αντίστοιχα . Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το βαμβάκι -πέρα της οικονομικής σπουδαιότητάς του αποτελεί και το καλλιεργούμενο αρδευόμενο είδος με τις μακράν μικρότερες απαιτήσεις σε νερό άρδευσης (350-400 mm ετησίως) από όλες τις υπόλοιπες αρδευόμενες καλλιέργειες, χαρακτηριζόμενο από το μέγιστο δείκτη ωφέλειας νερού ανά μονάδα παραγωγής (water use efficiency). Η εξαφάνιση του βαμβακιού υπέρ άλλων μη αρδευόμενων καλλιεργειών θα ήταν οικονομικά αυτοκτονική για τη Θεσσαλία. Συνεπώς το βαμβάκι θα πρέπει να επανακτήσει το χαμένο έδαφος μεταξύ των φυτών μεγάλης (αροτραίας) καλλιέργειας. Αυτό θα επιτευχθεί με τη διαμόρφωση της νέας λίμνης Κάρλας και των ταμιευτήρων στον άξονα Γυρτώνης – Κάρλας και τη μείωση του κόστους άρδευσης, αλλά και στην ευρύτερη ζώνη καλλιέργειας με μια σειρά ορθών καλλιεργητικών πρακτικών στο πλαίσιο της πράσινης συμφωνίας. Με τις καλλιεργητικές αυτές πρακτικές -οι οποίες θα εφαρμοστούν και στις υπόλοιπες αρδευόμενες καλλιέργειες- θα μειωθούν δραστικά (άνω του 30%) οι ανάγκες σε αρδευτικό νερό και το κόστος παραγωγής. Σε όλη την Περιφέρεια Θεσσαλίας θα ενισχυθεί η εφαρμογή στάγδην άρδευσης και υδρολίπανσης.
Θεσσαλικές νηματουργίες
Μεγάλη ώθηση στην επαναφορά του βαμβακιού στη μεγάλη καλλιέργεια θα συντελέσει η ενίσχυση για την δημιουργία Θεσσαλικών νηματουργίων. Στην υποθετική περίπτωση πλήρως καθετοποιημένης παραγωγής 100.000 στρ. θα υπήρχε αύξηση της προστιθέμενης αξίας κατά 450 εκατ. € και του άυξηση του ΑΕΠ περί το 1 δισεκ. €. Σημειωτέο ότι σήμερα εισάγουμε προϊόντα αξίας 1 δις € κατ’ έτος από την Τουρκία τα οποία προέρχονται από Ελληνική πρώτη ύλη.