Πωλείται η οικία της “δυναστείας” Κουτσίνα στον Βόλο – Το σπουδαιότερο έργο μοντερνισμού στη χώρα

Η κατοικία της “δυναστείας” Κουτσίνα στον Βόλο πωλείται. Δεν έχει κριθεί διατηρητέα και η οικογένεια θα μπορούσε να έχει γκρεμίσει ήδη το κτίριο για να μετατραπεί σε μια ακόμη πολυκατοικία. Πρόκειται για ένα από τα σπουδαιότερα κτίρια του μοντερνισμού στην Ελλάδα, είναι κατασκευασμένη το 1933 από τον μεγάλο Νικόλαο Μητσάκη και τα σχέδιά της φυλάσσονται στο Μουσείο Μπενάκη. Η κ. Κουτσίνα με την οποία επικοινώνησαν τα gegonota.news ανέφερε πως βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το Υπουργείο Πολιτισμού.

Η κατοικία είναι ανεπτυγμένη στο παραλιακό μέτωπο , αποτέλεσε έδρα του ΟΗΕ στη Θεσσαλία και στη συνέχεια φιλοξένησε τη Λέσχη Αξιωματικών. Είναι η πλέον “ώριμη μοντέρνα” κατοικία του Ν. Μητσάκη και συμπίπτει χρονολογικά με το αντίστοιχο ωριμότητας έργο του, το Ανώτερο Παρθεναγωγείο της Θεσσαλονίκης.

Σύμφωνα με πληροφορίες όλες οι προσπάθειες από το Υπουργείο Πολιτισμού επικεντρώνονται στο να διασωθεί το κτίριο και η κατεύθυνση είναι να περάσει στα χέρια ενός ισχυρού φορέα καθώς πρόκειται για ένα πολύτιμο απόκτημα της χώρας .

“Η χώρα και η πόλη οφείλει να έχει αυτό το απόκτημα . Είναι υποχρέωση. Η συζήτηση με την εκπρόσωπο της οικογένειας είναι σημαντική και βρισκόμαστε σε ένα εξαιρετικό επίπεδο συνεννόησης . Είναι σπουδαίο που η οικογένεια γνωρίζει το μεγάλο βάρος της κληρονομιάς που φέρει”, δήλωσε στα gegonοta.news ανώτερο στέλεχος του Υπουργείου Πολιτισμού.

Η ιστορία

Το 1900 Ο Νικόλαος Κουτσίνας άνοιξε και στο Βόλο εμπορικό κατάστημα σε κτίριο της οδού Ερμού και Ιωλκού το οποίο ανοικοδόμησε το 1930 στα πρότυπα ευρωπαϊκών καταστημάτων σε σχέδια και επίβλεψη του αρχιτέκτονα Μεταξά.

Η ξυλεία για τον εξοπλισμό του καταστήματος ήρθε από τη Σουηδία με ειδικά ναυλωμένο καράβι. Το κατάστημα του Νικολάου Κουτσινα εισήγαγε λινά και μάλλινα κασμίρια από την Αγγλία και κυρίως από τα εργοστάσια του Μάντσεστερ όπου είχε μόνιμο αντιπρόσωπο. Προμήθευε χονδρικά τις πόλεις της Θεσσαλίας αλλά και πολλές πόλεις της Ελλάδας.

Το 1953 το Νικόλαο διαδέχθηκε ο γιος του Φίλιππος που έδωσε νέα ώθηση στην επιχείρησή: εκτός από το κλασικό στοκ των εμπορευμάτων προμηθευόταν κατ’ αποκλειστικότητα εμπόρευμα από τις ελληνικές μεταξοβιομηχανίες και έκανε εισαγωγές από το Παρίσι και τη Ρώμη.

Με πάθος και επιμονή απάλλαξε τα ελληνικά ξενοδοχεία από τις κλαρωτές κουρτίνες και κουβέρτες. Επίσης, συνεργάστηκε με την αιωνόβια οικοτεχνία του Ιωαννίδη στον Τύρναβο πουλώντας ανεπανάληπτα σταμπωτά Τυρνάβου. Λειτούργησε μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 90.

Ηταν ένας  παθιασμένος φιλότεχνος, ο γόνος της μεγάλης θεσσαλικής οικογένειας με τον παλαιότερο υφασματεμπορικό οίκο στην περιοχή, που άφησε εποχή στους καλλιτεχνικούς και εμπορικούς κύκλους της χώρας. Ένας πληθωρικός άνθρωπος που μεταμόρφωνε το ευτελές σε πολύτιμο, το ψεύτικο σε πραγματικό.

Ηταν  άνθρωπος που τα σπίτια του ήταν πινακοθήκες έργων τέχνης και εντευκτήρια διανοούμενων και καλλιτεχνών.

Ο Φίλιππος Κουτσίνας φιλοξενούσε συχνά τον Μάνο Χατζηδάκι στη Μακρινίτσα και εκεί ο συνθέτης εμπνεύστηκε την “Πορνογραφία”.

Φίλιππος Κουτσίνας, Νίκος Σταθούλης, Μάνος Χατζιδάκις, Κατερίνα, Μίνως Αργυράκης, Κατερίνα Κουτσίνα, Μακρυνίτσα, 1982

«Η  φιλία του Φίλιππου Κουτσίνα και του Μάνου Χατζιδάκι ξεκινά κι αυτή από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Γνωρίστηκαν στο ζαχαροπλαστείο “Η Μέλισσα”, που βρισκόταν στη γωνία των οδών Δεριγνύ και Πατησίων και όπου στόμα με στόμα, μαζεύονταν κάθε βράδυ όλοι εκείνοι που διψούσαν να ανταλλάξουν ουσιαστικές σκέψεις για την τέχνη και τη ζωή. Εκεί ο Φίλιππος γνώρισε και τον Τσαρούχη». Και καταλήγει: «Με πολλούς τρόπους, η οικογένεια Κουτσίνα ήταν για τον Μάνο Χατζιδάκι η δική του οικογένεια. Για την  αστική ευγένεια, το λεπτό χιούμορ, την απρόβλεπτη παιδικότητα, την  ποιότητα του αυθεντικού και την ανάσα της πνευματικής ελευθερίας».