Ξεκινά η συζήτηση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ – Οι προσδοκίες της Αθήνας

Η πρώτη επί της ουσίας συζήτηση για τις αλλαγές στους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες που θα καθορίσουν – μεταξύ άλλων – και το στόχο για τον πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας μεσοπρόθεσμα, αναμένεται να γίνει την επόμενη Δευτέρα 16 Ιανουαρίου στην πρώτη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης.

Μετά από πολλές αναβολές από το 2019, το θέμα της αναθεώρησης του βασικού δημοσιονομικού συμφώνου μπαίνει πλέον στο τραπέζι της συζήτησης με σημείο αναφοράς την πρόταση που παρουσίασε η Κομισιόν τον περασμένο Νοέμβριο.

Η πρόταση της Επιτροπής για την αναμόρφωση των κανόνων δημοσιονομικής διακυβέρνησης βασίζεται σε ένα μοντέλο που θα περνά από τη σημερινή μηχανιστική, οριζόντια προσέγγιση της μείωσης του χρέους (δηλαδή το περίφημο κανόνα του 1/20) σε μια εξειδικευμένη αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων.

Συγκεκριμένα, ειδικά για τις χώρες με χρέος πολύ πάνω από το 60% του ΑΕΠ που είναι ο σημερινό όριο όπως η Ελλάδα και η γειτονική Ιταλία, σε ένα μοντέλο εξειδικευμένων δημοσιονομικών πλαισίων τετραετούς διάρκειας με προσαρμοσμένη στρατηγική μείωσης ανάλογα με τον οικονομικό κύκλο κάθε χώρας.

Κριτήριο για τη δημοσιονομική προσαρμογή θα είναι η πορεία των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Το όριο του ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ θα διατηρηθεί αλλά ο κανόνας του 1/20 προτείνεται – εμμέσως – να καταργηθεί. Προτείνεται επίσης και ένα μηχανισμός που θα συνδέει τη δημοσιονομική προσαρμογή με την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.

Στην πρώτη αυτή συζήτηση θα γίνει μια ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής που θα δώσει την ευκαιρία σε κάθε μέλος του Eurogroup να περιγράψει, έστω και σε αδρές γραμμές, τις θέσης της χώρας του. Το άτυπο ακόμη χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί είναι να έχουμε συμφωνία μέχρι και το τέλος του Μαρτίου, προκειμένου τα κράτη – μέλη να μπορούν να συντάξουν τα εθνικά προγράμματα σταθερότητας και ανάκαμψης μέσα στον Απρίλιο.

Ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα
Η Ελλάδα προσέρχεται σε αυτό το διάλογο έχοντας ως “όπλο” τις πολύ καλές δημοσιονομικές επιδόσεις του 2022. Σε επίπεδο προσδοκιών εκτιμάται ότι είναι πιθανό να καταργηθεί επιτέλους ο κανόνας για την αποκλιμάκωση του χρέους, ώστε η δημοσιονομική προσαρμογή να μην απειλεί την ανάπτυξη της οικονομίας όπως συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στην πρόταση που έκανε η Κομισιόν εκτιμάται πως σε γενικές γραμμές βρίσκεται στην ορθή κατεύθυνση, αλλά χρειάζονται ακόμη διευκρινήσεις για τα τετραετή σύμφωνα δημοσιονομικής προσαρμογής που θα συνάπτουν να υπερχρεωμένα κράτη μέλη με την Επιτροπή.

Η κατάληξη του διαλόγου σε επίπεδο ΕΕ συνδέεται ευθέως με τη δημοσιονομική πορεία της Ελλάδας από το 2024 και μετά, όταν αναμένεται να επανέλθουν οι δημοσιονομικοί κανόνες. Πιο συγκεκριμένα, πέρα από το γενικό κανονισμό η Ελλάδα προσδοκά ο εξορθολογισμός των κριτηρίων να οδηγήσει σε ηπιότερα πρωτογενή πλεονάσματα από αυτά των δύο πρώτων ετών της ενισχυμένης εποπτείας, όταν η χώρα έπρεπε να παρουσιάζει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Με τους νέους κανόνες εκτιμάται ότι οι νέοι στόχοι για την Ελλάδα θα αφορούν πλεονάσματα κάτω από 2% του ΑΕΠ, αν τελικά επιβεβαιωθούν οι προσδοκίες.

Η Ελλάδα, συμφωνεί επίσης στο κομμάτι της εισήγησης της Επιτροπής που θέτει ως βασικό κριτήριο της δημοσιονομικής προσαρμογής την πορεία των πρωτογενών δαπανών, καθώς επίσης και για τον κανόνα του ανώτατου ελλείμματος που δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ.

Τα ειδικά θέματα
Εκτός από τη βασική συζήτηση για τους κανόνες που ισχύουν για όλα τα κράτη – μέλη η Ελλάδα θέλει να βάλει στο διάλογο και δύο άλλα θέματα. Το πρώτο είναι εθνικής σημασίας και αφορά στη δημοσιονομική αντιμετώπιση των αμυντικών δαπανών για κράτη όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία, που στην ουσία περιφρουρούν τα σύνορα της ΕΕ.

Το δεύτερο θέμα είναι η αντιμετώπιση των δαπανών για πράσινες επενδύσεις. Και σε αυτό τον τομέα η Ελλάδα διατηρεί προσδοκίες ότι θα υπάρξει μια ευνοϊκή αντιμετώπιση για το θέμα. Τούτο με δεδομένο ότι είναι γνωστό πλέον πως για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει μέχρι και το 2050 να γίνουν πρόσθετες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις (πέρα από αυτές που χρηματοδοτεί το Ταμείο Ανάκαμψης) συνολικού ύψους τουλάχιστον 600 δισ. ευρώ.

Πηγή: capital.gr