Οι ωραιότερες ερωτικές επιστολές που έγραψαν ιστορία από τα χρόνια της αγάπης & του έρωτα

Ναπολέων Βοναπάρτης και Ζοζεφίνα, Μπετόβεν και Αθάνατη αγαπημένη, Σιμόν ντε Μποβουάρ και Ζαν Πωλ Σαρτρ, Έρνεστ Χεμινγουαίη και Μάρλεν Ντήτριχ, Φρίντα Κάλο και Ντιέγκο Ριβέρα, Πάμπλο Νερούντα και Ματίλντε Ουρούτια, Τζόνι Κας και Τζουν Κάρτερ, Ντίλαν Τόμας και Κέιτ Μακναμάρα, Χένρι Μίλλερ και Αναίς Νιν, Όσκαρ Ουάϊλντ και Λόρδος Άλφρεντ Ντάγκλας, Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και Τατιάνα.

“Στην Αγάπη, ένα κι ένα κάνουν ένα” είπε κάποτε ο σπουδαίος φιλόσοφος, Ζαν Πωλ Σαρτρ. Πόσο εύκολα, άραγε, μπορεί να συμβεί αυτό το μαγικό “ένα” της αγάπης;

Όσο πιο πίσω ανατρέξουμε σε εποχές, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να συναντήσουμε ένα γενναίο, αληθινό έρωτα. Ενώ όσο πιο πολύ πλησιάζουμε στο σήμερα…οι πιθανότητες, δυστυχώς, ελαχιστοποιούνται.

Οι σχέσεις των ανθρώπων έχουν γίνει τόσο πολύπλοκες και τόσο “εύκολες” συγχρόνως. Όπως γρήγορα δημιουργούνται, έτσι στιγμιαία καίγονται. Μπορεί να μην είμαι ειδήμων στα θέματα σχέσεων, ωστόσο, γοητεύομαι από το ρομαντισμό μιας άλλης εποχής…

Αν θέλετε κι εσείς να ταξιδέψετε μαζί μου στα χρόνια της αγάπης και του έρωτα που διεκδικούνταν με ασύγκριτο πάθος, αξίζει να διαβάσετε τις παρακάτω ερωτικές επιστολές. Γράμματα από… καρδιάς…

 Ναπολέων Βοναπάρτης προς Ζοζεφίνα

Τί κι αν υπάρχουν γραμματικά λάθη… κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει το πάθος με το οποίο έγραφε ο κυριευμένος από έρωτα, Ναπολέοντας στην αγαπημένη του Ζοζεφίνα. `Ενας άντρας στο βεληνεκές του Βοναπάρτη να παραδέχεται με τον πιο γοητευτικό και όμορφο τρόπο τα υπέροχα συναισθήματά του για εκείνη… Και η Ζοζεφίνα να νιώθει απίστευτο δέος και θαυμασμό για τον προσωπικό της θεό. Τον Στρατηγό που προκαλούσε δέος στο πέρασμά του. Είναι ιδιαίτερα συγκινητική η κίνηση του Ναπολέοντα όταν έφυγε από τη ζωή η σύντροφος της ζωής του. Έκοψε από τον κήπο της μερικές βιολέτες και τις έκλεισε σε ένα μενταγιόν που δεν αποχωρίστηκε μέχρι να κλείσουν τα μάτια του για πάντα.

«Τρία φιλιά, ένα στην καρδιά σου, ένα στα χείλη σου και ένα πάνω στα μάτια σου»…

«Από τότε που σε άφησα είμαι συνεχώς θλιμμένος. Η ευτυχία μου βρίσκεται κοντά σου. Συνεχώς σκέφτομαι και ζω ξανά και ξανά στη μνήμη μου τη φροντίδα σου, τα δάκρυά σου, την τρυφεράδα σου. Ζοζεφίνα, η γοητεία της συντροφικότητάς σου δίνει γέννηση σε μια φλεγόμενη και λαμπερή φωτιά στην καρδιά μου. Πότε, απελευθερωμένος από κάθε έγνοια, θα μπορέσω να περάσω δίπλα σου τον καιρό μου, να μπορώ να σε αγαπώ, να σκέφτομαι την ευτυχία μας και να σου την αποδεικνύω;».

  Μπετόβεν προς «Αθάνατη Αγαπημένη»

 Τρεις ιδιωτικά έγγραφα του Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν προς την Αθάνατη Αγαπημένη , βρέθηκαν μετά το θάνατό του σ` ένα μυστικό συρτάρι μαζί με την αποκαλούμενη Διαθήκη του Χάιλιγκενσταντ (εξομολογητική επιστολή προς τα δύο αδέρφια του)Μερικοί υποστηρίζουν πως απευθυνόταν στην κουνιάδα του, Γιοχάννα Βαν Μπετόβεν.Το σίγουρο είναι ότι οι επιστολές ξεχειλίζουν από συναισθήματα αγάπης, ενότητας και δέσμευσης.

” `Ηδη από το κρεβάτι οι σκέψεις μου τρέχουν προς εσένα, αθάνατη αγαπημένη μου, κάποτε χαρούμενες, κι έπειτα πάλι λυπημένες, προσδοκώντας από τη μοίρα να μάθουμε αν θα μας ακούσει – μόνο μαζί σου μπορώ να ζήσω πλήρως, αλλιώς καθόλου, Ναι, αποφάσισα να περιπλανηθώ μακριά μέχρι να μπορέσω να πετάξω στην αγκαλιά σου και να πω ότι δίπλα σου είμαι στο σπίτι μου, μέχρι να μπορέσω να στείλω τη ψυχή μου στεφανωμένη από σένα στη Βασιλεία των πνευμάτων – ναι δυστυχώς αυτό πρέπει να γίνει – θα το καταλάβεις καλύτερα γνωρίζοντας πόσο πιστός σου είμαι, ποτέ καμία άλλη δεν θα μπορέσει να κατακτήσει την καρδιά μου, ποτέ – ποτέ – Ω Θεέ γιατί πρέπει να αποχωριζόμαστε αυτούς που αγαπάμε τόσο πολύ, και πράγματι η ζωή μου στο V. όπως τώρα είναι μία άθλια ζωή – Ο ερωτάς σου με κάνει τον πιο ευτυχισμένο και πιο δυστυχισμένο ταυτόχρονα – στην ηλικία μου θα μου ήταν αναγκαία μία ζωή ομοιόμορφη και επίπεδη – αυτό μπορεί να συμβεί, δεδομένης της σχέσης μας ; – `Αγγελε, μαθαίνω μόλις πως το ταχυδρομείο φεύγει κάθε μέρα – κι επομένως πρέπει να σταματήσω για να λάβεις αμέσως το γράμμα – να είσαι ήρεμη, μόνο αν δούμε την ύπαρξή μας νηφάλια θα μπορέσουμε να πετύχουμε το σκοπό μας να ζήσουμε μαζί – μείνε ήρεμη – αγάπα με – σήμερα – χθες – πόση επιθυμία λουσμένη με δάκρυα για σένα – σένα – σένα (…) Ζωή μου – το παν για μένα – Αντίο – Ω, συνέχισε να μ` αγαπάς – μην παραγνωρίζεις την τόσο πιστή καρδιά του αγαπημένου σου L. για πάντα για σένα για πάντα για μένα για πάντα για μας.”

 Σιμόν ντε Μπoβουάρ προς Ζαν Πολ Σαρτρ

Η Μποβουάρ και ο Σαρτρ γνωρίστηκαν το 1928,  στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Αρίστευσαν και οι δύο στη Σορβόνη και διορίστηκαν καθηγητές. Η Σιμόν ντε Μποβουάρ δεν χάθηκε στο εκτόπισμά του. Ήταν δύο εκρηκτικοί εραστές, σωματικά και πνευματικά μέχρι το θάνατο του σπουδαίου φιλοσόφου.Ωστόσο, η σχέση τους ήταν ανοιχτή.

Σύμφωνα με την επίσημη βιογραφία τους, δεν έλειψαν και τα menages a trois με νεαρές συνήθως μαθήτριες της ίδιας καθώς και άλλες κοπέλες του κύκλου τους. Ζήλια δεν υπήρξε ποτέ στη σχέση τους. Μεταξύ τους υπήρχε κάτι σπουδαίο. Για την Μποβουάρ ήταν  πάντα ο νούμερο ένας άντρας στη ζωή της. Και για τον Σαρτρ εκείνη ήταν η νούμερο ένα γυναίκα στη δική του.

 

«Αγάπη μου .. μου είχες πει κάποτε ότι μ’ αγαπάς επειδή με κάνεις ευτυχισμένη. Σ’ ευχαριστώ, είναι τόσο γλυκό να σ’ αγαπάει κανείς, σήκωσες ένα βάρος από την καρδιά μου και τώρα αρχίζω πάλι να ταξιδεύω προς το μέρος σου αργά αλλά σταθερά. Η σκέψη να νοικιάσουμε ένα εξοχικό σπίτι μ’ αρέσει πάρα πολύ.

Θα είμαι τόσο ευγενική και καλή, θα δεις, θα σφουγγαρίζω το πάτωμα, θα σου μαγειρεύω όλα τα γεύματα, θα γράφω το βιβλίο σου μαζί με το δικό μου, θα σου κάνω έρωτα δέκα φορές κάθε νύχτα κι άλλες τόσες κάθε μέρα, ακόμη κι αν αισθάνομαι λίγο κουρασμένη. Αγάπη μου.. είμαι σίγουρη ότι ποτέ δεν έκανες κάποιον τόσο ευτυχισμένο όσο έκανες εμένα.

Μπορείς να είσαι περήφανος. Φαίνεσαι πια τόσο κοντά, αν γυρίσω το κεφάλι μου θα σε δω αναπαυτικά ξαπλωμένο στο κρεβάτι μου, μισοκοιμισμένο και ζεστό, μου φαίνεται ότι μπορώ όποτε θέλω, να πάω να ξαπλώσω δίπλα σ’ αυτό το ζεστό και δυνατό σώμα. Το λαχταρώ.

Αγαπημένε μου, που είναι τόσο γλυκό να σ’ αγαπώ».

 Ερνεστ Χέμινγουεϊ προς Μάρλεν Ντίντριχ

 Γνωρίστηκαν το 1934 σε ένα κρουαζιερόπλοιο .  Ο έρωτας τους ήταν δίχως αμφιβολία κεραυνοβόλος, παρόλο που στα 30 χρόνια που κράτησε η σχέση τους – μέχρι την αυτοκτονία του Χέμινγουεϊ – δεν υπήρξαν ποτέ εραστές. Ήταν περισσότερο δύο φίλοι που φλέρταραν διαρκώς αλλά ήταν  όπως περιέγραφε ο συγγραφέας «Είμαστε θύματα ενός ασυγχρόνιστου πάθους».

«Δεν μπορώ να σου το εξηγήσω, αλλά κάθε φορά που σε αγκαλιάζω αισθάνομαι σαν να έχω επιστρέψει σπίτι μου…».

Kι εκείνη του απαντούσε: «Έχει έρθει η ώρα να σου πω ότι σε σκέφτομαι συνέχεια. Διαβάζω τα γράμματά σου και έχω φέρει τη φωτογραφία σου στην κρεβατοκάμαρά μου».«Καθώς θα προσγειώνεσαι στη σκηνή μεθυσμένη και γυμνή, θα εμφανίζομαι από το βάθος με επίσημο ένδυμα και θα ανακοινώνω ότι λυπούμαστε, δεν ξέραμε ότι η κυρία τα είχε κοπανήσει (…)  σ` αγαπώ πάντα»

Φρίντα Κάλο προς Ντιέγκο Ριβέρα

Το φλογερό ταπεραμέντο της Κάλο είναι έκδηλο στους πίνακές της και στα γραπτά της. Ο λυρισμός διαφαίνεται στην επιστολή προς τον μεγάλο της έρωτα και «δυνάστη», Ντιέγκο Ριβέρα που ήταν Μεξικάνος τοιχογράφος με όμοιες πολιτικές απόψεις και στάση ζωής.

«Τίποτα δε συγκρίνεται με τα χέρια σου. Τίποτα με το χρυσοπράσινο των ματιών σου. Το σώμα μου γεμίζει με εσένα μέρες. Είσαι ο καθρέπτης της νύχτας. Η βιολετί λάμψη του φωτός. Η υγρασία της γης. Η φωλιά από τις μασχάλες σου είναι το καταφύγιό μου. Τα δάχτυλά μου αγγίζουν το αίμα σου. Όλη μου η χαρά βρίσκεται στο να νιώθω τη ζωή να αναβλύζει από εσένα και να γεμίζει όλα τα μονοπάτια των νεύρων μου που σου ανήκουν».

Πάμπλο Νερούντα προς Ματίλντε Ουρούτια

«Με τέτοιο ερωτικό αιτιολογικό σου παραδίνω αυτήν την κεντουρία ξύλινων σονέτων , που μπόρεσαν να σταθούν στα πόδια τους γιατί εσύ τους έδωσες ζωή » Με αυτά τα λόγια ολοκληρώνει ο σπουδαίος Χιλιανός ποιητής Πάμπλο Νερούδα την αφιέρωση του στη αγαπημένη του Ματίλντε στο έργο του “Εκατό ερωτικά σονέτα”.  Πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους ποιητές της Λατινικής Αμερικής, ο οποίος, εκτός από πολιτικοποιημένα ποιήματα, έγραψε και πολλά προσωπικά.

«Αγαπημένη μου γυναίκα,υπέφερα όσο έγραφα αυτά τα σονέτα,μου προκαλούσανπόνο και θλίψη,η ευτυχία όμως που νιώθω τώρα που σ τα προσφέρω είναι τεράστιασαν μια σαβάνα. Εγώ, όμως, με μεγάλη ταπεινοφροσύνη έφτιαξα τούτα εδώ τα σονέτα από ξύλο: τους έδωσα τον ήχο αυτής της στέρεης,αγνής ύληςκαιμεαυτόν τοντρόποπρέπει να φθάσουν στα αφτιά σου.Περπατώντας μέσα από δάση ήσε παραλίες,δίπλα σε κρυμμένες λίμνες,εσύ κι εγώ έχουμε κατά καιρούς μαζέψει κομμάτια από φλοιούς δένδρων,κομμάτια ξύλου που έχουν υποστεί τις μεταβολέςτου νερού και του καιρού. Πήρα αυτά τα μαλακά λείψανα και χρησιμοποίησα το τσεκούρι,τη ματσέτα και το σουγιά και έκοψα δεκατέσσερις σανίδες για το καθένα,για να χτίσω μικρά ξύλινα σπιτάκια,ώστετα μάτια σου που λατρεύω καιτους τραγουδάω να μπορέσουν να κατοικήσουν μέσα τους…»(Οκτώβριος 1959)

Τζώνυ Κας  και Tζουν Κάρτερ

Τo 1994 o Johnny Cash έγραψε μια πραγματικά υπέροχη ερωτική επιστολή σύζυγό του- όταν εκείνη ήταν 65 ετών- που ψηφίστηκε το καλύτερο ερωτικό γράμμα όλων των εποχών.

” Γεράσαμε και συνηθίσαμε ο ένας τον άλλον. Αλλά σκεφτόμαστε το ίδιο. Διαβάζουμε ο ένας το μυαλό του άλλου. Ξέρουμε τι θέλει ο άλλος, χωρίς καν να τον ρωτήσουμε. Καμιά φορά, εκνευρίζουμε ο ένας τον άλλον, αλλά λιγάκι. Ίσως κάποιες φορές, θεωρούμε δεδομένο ο ένας τον άλλον. Αλλά μια στο τόσο, όπως σήμερα, το αναλογίζομαι όλο αυτό, και συνειδητοποιώ, πόσο τυχερός είμαι που μοιράζομαι τη ζωή μου με την σπουδαιότερη γυναίκα που συνάντησα ποτέ. Ακόμα με γοητεύεις και με εμπνέεις. Με επηρεάζεις ώστε να γίνομαι καλύτερος. Είσαι το αντικείμενο της επιθυμίας μου. Ο νούμερο ένα επίγειος λόγος για την ύπαρξη μου. Σ΄αγαπώ πάρα πολύ!»

Ντίλαν Τόμας και Κέιτλιν Μακναμάρα

Ο Ντίλαν Τόμας ισχυριζόταν ότι  ερωτεύτηκε κι αγάπησε τη γυναίκα του Κέιτλιν Μακναμάρα με τη πρώτη ματιά και της έκανε πρόταση γάμου από την πρώτη τους συνάντηση…

«Τώρα, εξ αιτίας αυτών των ημερών, κινούμαι μ` ένα είδος άναυδης, τυφλής απόγνωσης, και η κάθε μέρα τελειώνει αργά. Τις νύχτες φοβάμαι ακόμα πιο πολύ, όταν η απελπισία καταρρέει, δεν είναι πια άναυδη και τυφλή, κι εγώ είμαι μονάχα ο εαυτός μου μέσα στο σκοτάδι. Είμαι μονάχα ολομόναχος μέσα σ` ένα δωμάτιο άγνωστο, σε μια πόλη ξένη, σε μια χώρα νυχτωμένη, δίχως προσχήματα, και κλαίω σαν τρελός. Χθες τη νύχτα σε είδα να χαμογελάς, χαρούμενη, σ` εμένα, όπως έκανες χίλια χρόνια πριν` και ούρλιαξα σαν τα τσακάλια απέξω. Μετά, το πρωί, τα ίδια και πάλι: να βαδίζω, σε απόγνωση, παγωμένος, σε μιαν έρημο. Ήταν μάλιστα αληθινή έρημος, οι καμήλες απόμακρες, οι ύαινες να γελάνε. Το γράφω τούτο εδώ, ίσως το τελευταίο γράμμα, μόλις προτού πέσω στο κρεβάτι σ` ένα ξενοδοχείο γεμάτο κτήνη. Μακάρι να μην έπρεπε να πέσω στο κρεβάτι. Κανένας εδώ, σ` αυτή την κάμαρα όπου γράφω, με το ραδιόφωνο να ουρλιάζει στα περσικά, δεν μπορεί κάτι στραβο σ` εμένα να δει. Δεν είμαι μονάχα παρά ένας χοντρός ξένος που γράφει ένα γράμμα` ένα όλο αγάπη, ένα όλο ευτυχία, γράμμα στη γυναίκα του «που περιμένει στο σπίτι». Χριστέ μου, και πού να ήξεραν. Πού να ήξεραν ότι η γυναίκα στην οποία γράφω δεν μ` έχει ανάγκη πια, έχει σφαλίσει την καρδιά και το κορμί της ενάντιά μου, αν και είναι η ζωή μου. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα -εσύ, πάντα- και δεν έχω καμία πρόθεση να κάνω κάτι τέτοιο…»

Χένρι Μίλερ προς Αναϊς Νιν

Λίγο μετά την πρώτη τους συνάντηση στο Παρίσι, ο συγγραφέας Χένρι Μίλλερ και η Αναίς Νιν, ξεκίνησαν μια θυελλώδη ερωτική σχέση που κράτησε για πολλά χρόνια. Η Νιν ήταν  τότε παντρεμένη με τον Ίαν Χίούγκο και ζούσαν μαζί στο σε ένα προάστιο του Παρισιού. Εκεί, όταν έλειπε ο σύζυγός της, πέρασε αρκετές ημέρες πάθους με τον εραστή της. Κατά τη διάρκεια της σχέσης τους αντάλλαξαν αμέτρητες, φλογερές ερωτικές επιστολές.

Ξέρω πως είσαι ευτυχισμένη και πως το γεύμα που μαγειρεύεις είναι το «Αναίς…Μην περιμένεις από μένα πια να είμαι νουνεχής. Ας μην είμαστε πια λογικοί. Ήταν ένας γάμος στο Λουβεσιέν – δεν μπορείς αυτό να το αμφισβητήσεις. Έφυγα έχοντας κολλημένα πάνω μου διάφορα κομμάτια από σένα. Περπατώ εδώ κι εκεί, κολυμπώντας μέσα σε ένα ωκεανό αίματος, του δικού σου ανδαλουσιανού αίματος που είναι διυλισμένο και δηλητηριώδες. Ότι κάνω και λέω και σκέφτομαι, έχει σχέση με εκείνο το γάμο. Σε είδα ως αφέντρα του σπιτιού σου, μια Μαυριτανή με πρόσωπο βαρύ, μια νέγρα με λευκό κορμί, με μάτια σ’ όλη σου την επιδερμίδα, γυναίκα, γυναίκα, γυναίκα. Δεν ξέρω τώρα πως μπορώ να συνεχίσω να ζω μακριά από σένα – αυτό το μεσοδιαστήμα είναι θάνατος. Πως σου φάνηκε που επέστρεψε ο Χιούγκο; Ήμουν ακόμα εκεί; Δεν μπορώ να σε φανταστώ να είσαι μαζί του όπως ήσουν με μένα. Με τα πόδια κλειστά. Με ευπάθεια. Με γλυκιά προδοτική υποχωρητικότητα. Με ευπείθεια και υπακοή. Έγινες γυναίκα με μένα. Τρομοκρατήθηκα από αυτό. Δεν είσαι μόνο τριάντα ετών – είσαι αιώνια. Έχω επιστρέψει πίσω αλλά εξακολουθώ να νοιώθω το πάθος να με σιγοκαίει. Όχι πλέον το πάθος για τη σάρκα, αλλά μία ολοκληρωτική πείνα για σένα, μια πείνα για να σε καταβροχθίσω. Διάβασα στην εφημερίδα για αυτοκτονίες και φόνους και τα καταλαβαίνω απόλυτα. Νιώθω αυτοκτονικός, δολοφονικός. Αισθάνομαι κατά κάποιο τρόπο πως είναι ντροπή να μένω άπραγος, να περιμένω απλά για να έχουμε λίγο χρόνο, να το φιλοσοφήσω ή να είμαι λογικός. Που πήγαν εκείνοι οι καιροί όπου οι άνδρες μαχόντουσαν, σκότωναν, πέθαιναν για ένα γάντι ή για μια ματιά; (Το γραμμόφωνο παίζει αυτή την άθλια άρια από τη Μαντάμ Μπατερφλάι, το «Some day he’ ll come!»). 

Ακόμα σ’ ακούω να τραγουδάς στην κουζίνα – αυτό τον δίχως αρμονία, μονότονο καλύτερο γεύμα που έχουμε φάει μαζί. Αισθάνομαι  τη μεγαλύτερη γαλήνη και ευτυχία όταν κάθομαι στην τραπεζαρία και σε ακούω να μιλάς για το φόρεμά σου.

Αναίς, νόμιζα πως πριν απλά σ’ αγαπούσα, όμως σίγουρα δεν είναι σαν αυτό που νοιώθω αυτή τη στιγμή μέσα μου. Όλο αυτό ήταν τόσο υπέροχο επειδή ήταν σύντομο και κλεμμένο; Προσποιηθήκαμε ο ένας στον άλλο; Ήμουν λιγότερο εγώ, ή περισσότερο εγώ και εσύ ήσουν λιγότερο ή περισσότερο εσύ; Είναι τρέλα που πιστεύω πως αυτό μπορεί να συνεχιστεί; Που και πότε θα αρχίσουν οι στιγμές να γίνονται μονότονες; Σε μελετώ τόσο πολύ για να ανακαλύψω τις πιθανές σου αδυναμίες, τις ατέλειες, τις ζώνες κινδύνου. Δεν μπορώ να βρω ούτε μία. Αυτό σημαίνει πως είμαι ερωτευμένος, τυφλός, τυφλός. Τυφλός για πάντα! (Τώρα τραγουδάνε το «Heaven and ocean» από το La Gioconda.)»

«Αναΐς, με κάνεις απίστευτα ευτυχισμένο έτσι όπως με κρατάς αδιάσπαστο ­ με αφήνεις να είμαι ο καλλιτέχνης χωρίς να καταργείς τον άνδρα, το ζώο, τον πεινασμένο, ακόρεστο εραστή. Καμιά άλλη γυναίκα δεν μου έχει δώσει όλα τα προνόμια που έχω ανάγκη· και εσύ, που τραγουδάς τόσο χαρούμενα, ναι, με προσκαλείς να πάω μπροστά, να είμαι ο εαυτός μου, να διακινδυνεύω τα πάντα. Σε λατρεύω γι` αυτό. Εκεί είναι που ξεχωρίζεις από τις άλλες γυναίκες, εκεί είναι που είσαι μια βασίλισσα. (…) Και σήμερα, παρ` όλο που σφύζω από υγεία, νιώθω μια γλυκιά παράλυση στα μπράτσα μου ­ είναι επειδή σε κρατούσα τόσο σφιχτά… Εύχομαι να μπορούσα να τη διατηρήσω».

`Οσκαρ Ουάιλντ για τον Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας

 

Τί κι αν είχε σχέσεις με διάφορες καλλονές της εποχής (μάλιστα παντρεύτηκε μία από αυτές, την Κονστάνς Μαίρη Λόιντ)… Ο  μεγάλος έρωτας της ζωής του Όσκαρ Ουάιλντ ήταν ο νεαρός λόρδος Άλφρεντ Ντάγκλας.

«Αγόρι μου, 

Το σονέτο σου είναι τόσο υπέροχο και είναι θαυμάσιο το ότι αυτά τα ροδοκόκκινα χείλη σου θα έπρεπε να είναι φτιαγμένα όχι λιγότερο για την τρέλα της μουσικής και του τραγουδιού από ότι για την τρέλα των φιλιών. Η λεπτή επίχρυση ψυχή σου περπατάει μεταξύ πάθους και ποίησης. Ξέρω ότι ο Υάκινθος, με τον οποίο ήταν τρελά ερωτευμένος ο Απόλλωνας, ήσουν εσύ τον καιρό της Αρχαίας Ελλάδας.  

Γιατί είσαι μονάχος στο Λονδίνο και πότε θα πας στο Σάλσμπουρι;

Να πας εκεί να δροσίσεις τα χέρια σου στο γκρι λυκόφως των Γοτθικών πραγμάτων και να έρθεις εδώ όποτε σου αρέσει. Είναι ένα υπέροχο μέρος εδώ, το μόνο που του λείπει είναι εσύ. Αλλά πήγαινε πρώτα στο Σάλσμπουρι. 

Παντοτινά με αθάνατη αγάπη, 

δικός σου, Όσκαρ. »

Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και Τατιάνα

 

Τα γράμματα και τηλεγραφήματα που έστειλε ο Ρώσος ποιητής στην τελευταία του αγάπη, την Τατιάνα,  αλλά και τα γράμματα που έστειλε η Τατιάνα στη μητέρα της σχετικά με τον Μαγιακόφσκι, αποδεικνύουν ότι υπήρξε ένας έρωτας μοναδικός… Δυνατός… Βαθύς…και σίγουρα καθοριστικός για τη ζωή του ποιητή. Δεν είναι τυχαίο ότι έκανε πρόταση γάμου στην Τατιάνα μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο της γνωριμίας τους. . Η επιθυμία του  να την παντρευτεί ήταν μεγάλη, αλλά αυτή αρνιόταν πεισματικά. Και έτσι άδοξα έληξε αυτή η αγάπη..

 […] Βεβαίως, ακριβώς γι αυτόν τον λόγο δεν αξιώνω να λαβαίνω γράμματα στην ώρα τους. Ακόμα κι όταν περιμένω ένα γράμμα με ολοένα αυξανόμενη αγωνία, δεν απογοητεύομαι ποτέ όταν δεν έρχεται και, όταν τελικά φτάσει, αιφνιδιάζομαι ευχάριστα.»  «Παρόλα αυτά, ωστόσο ,παρόλα αυτά –το μοναδικό μειονέκτημα του να γράφεις σε γραφομηχανή είναι το ότι παρασύρεσαι-, ακόμα κι αν υπάρχουν ενδοιασμοί, ενδοιασμοί πρακτικής φύσεως εννοώ, ως προς το να με πάρετε μαζί σας σ’ ένα ταξίδι ως συνοδό, ξεναγό, έρμα, τύραννο και ως ό,τι άλλο θα μπορούσε να προκύψει από μένα, δε θα έπρεπε να προκύπτουν εκ των προτέρων καθοριστικές αντιρρήσεις για μένα ως αλληλογράφο –και αυτό είναι το μόνο θέμα που επι του παρόντος τίθεται-, και θα μπορούσατε θαυμάσια να κάνετε μία προσπάθεια μαζί μου. Εγκάρδια αφοσιωμένος, δρ Φραντς Κάφκα»  (..) Έλα εδώ, έλα στο σταυροδρόμι της πελώριας κι αδέξιας αγκαλιάς μου.

Πηγή: klik.gr