Δυσαρεστημένοι με τους μισθούς και την εξέλιξη οι υγειονομικοί του ΕΣΥ

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν γιατροί και νοσηλευτές, δεν επιτρέπουν με τη σειρά τους τη σωστή αντιμετώπιση των ασθενών στα δημόσια νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας.

Την έντονη δυσαρέσκειά τους εκφράζουν γιατροί και νοσηλευτές που εργάζονται στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση Acta Biomedica.

Η έρευνα εξετάζει την ικανοποίηση των υγειονομικών σε σχέση με διάφορα ζητήματα της εργασίας τους και την υπογράφουν οι καθηγητές από το Τμήμα Οικονομικών της Υγείας του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Καραφέρης και Δημήτρης Νιάκας και ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας Βασίλης Αλετράς.

Οι εργαζόμενοι υγειονομικοί κλήθηκαν να απαντήσουν βάζοντας βαθμολογία από το 1 έως το 6, όπου το 1 αντιστοιχούσε στη χαμηλότερη ικανοποίηση και το 6 στην υψηλότερη.

Για τη δομή της μελέτης αξιολογήθηκαν 36 παράμετροι, οι οποίες χωρίστηκαν σε 9 διαφορετικά μέρη και συγκεκριμένα τον μισθό, την εξέλιξη, την επίβλεψη, τις ανταμοιβές, τις διαδικασίες λειτουργίας, τους συναδέλφους, τη φύση της εργασίας και την ποιότητα επικοινωνίας.

Η πλειονότητα των εργαζομένων ήταν γυναίκες (78,05%), κυρίως λόγω του μεγάλου αριθμού γυναικών νοσηλευτριών στο ΕΣΥ.

Το 37,24% ανήκε στην ηλικιακή ομάδα 36 έως 45 ετών, το 32,27% ήταν από 26 έως 35 ετών και το 27,41% ήταν άνω των 56 ετών.

Οι βαθμολογίες ικανοποίησης των υγειονομικών
Σύμφωνα με τη μελέτη, η μέση βαθμολογία ικανοποίησης από την εργασία για τους υγειονομικούς είναι 3,63, δηλαδή λίγο πιο πάνω από τον μέσο όρο.

Συγκεκριμένα, οι υγειονομικοί δήλωσαν δυσαρεστημένοι από τις αποδοχές (2,38) και την εξέλιξή τους (2,84).

Οριακά πάνω από τη βάση είναι οι πρόσθετες αμοιβές (3,04) και οι διαδικασίες λειτουργίας στα ιδρύματα όπου εργάζονται (3,23).

Αντίθετα, σχετική ικανοποίηση δηλώνουν οι υγειονομικοί για τη φύση της εργασίας (4,53), την επίβλεψη (4,52), τους συναδέλφους τους (4,37) και την επικοινωνία (4,22).

Η συντακτική ομάδα της μελέτης σημειώνει πως «η βελτίωση των συνθηκών εργασίας, των αμοιβών και της εξέλιξης των επαγγελματιών Υγείας ενδεχομένως να αποτελέσουν την οδό για αποτελεσματική βελτίωση της ευημερίας και της εργασιακής τους ικανοποίησης, κάτι που ακολούθως θα βελτιώσει και την απόδοσή τους».

Ωστόσο, η έντονη δυσαρέσκεια μπορεί να συνεχίσει το κύμα φυγής γιατρών και νοσηλευτών σε χώρες του εξωτερικού.

Δεν είναι άλλωστε μυστικό, ότι για να λειτουργήσει σωστά το ΕΣΥ, θα πρέπει να γίνουν εκατοντάδες προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών.

Στους νοσηλευτές τα χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης
Οι νοσηλευτές και όχι οι γιατροί, είναι αυτοί που δηλώνουν τα χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από την εργασία τους στο ΕΣΥ.

Συγκεκριμένα, ικανοποιημένοι δηλώνουν μόλις στο 1,41 από την αμοιβή τους και μόλις στο 0.83% από την επαγγελματική τους εξέλιξη.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι εδώ και χρόνια αναμενόταν να ενταχθούν στα βαρέα και ανθυγιεινά, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει νομοθετηθεί από καμία κυβέρνηση.

«Ενώ μετά την πανδημία περιμέναμε η Πολιτεία να δώσει κάποια κίνητρα στους νοσηλευτές, δεν έχει δώσει τίποτα και η απογοήτευση μας είναι τεράστια. Είναι ένα ιδιαίτερα σκληρό και δύσκολο επάγγελμα που θα πρέπει να αμείβεται αναλόγως, κάτι το οποίο δεν ισχύει. Υπάρχει υψηλό επίπεδο, όμως, αυτό δεν αμείβεται ανάλογα. Οι έλληνες νοσηλευτές που φεύγουν στο εξωτερικό σύντομα αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης και διοικητικές θέσεις λόγω του υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης τους. Και πλέον πολύς κόσμος αναζητά εργασία στο εξωτερικό, γιατί οι συνθήκες εργασίας στα δημόσια νοσοκομεία στην Ελλάδα, είναι εξοντωτικές», εξηγεί ο Γιώργος Αβραμίδης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Συνδικαλιστικής Νοσηλευτικής Ομοσπονδίας των Νοσηλευτών του ΕΣΥ (ΠΑ.ΣΥ.ΝΟ-ΕΣΥ)

Οι δυσαρεστημένοι επαγγελματίες στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, πάντως, είναι πιο πιθανό να εκφράσουν δυσκολίες στη φροντίδα των ασθενών, οδηγώντας έτσι σε μη βέλτιστη παροχή υγειονομικής περίθαλψης, προσθέτουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Πώς οι ικανοποιημένοι υγειονομικοί συμβάλουν στην καλύτερη αντιμετώπιση ασθενών
Παράλληλα, δείχνουν όλα τα στοιχεία, ότι η αποτελεσματική πρωτοβάθμια περίθαλψη μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση των δεικτών υγείας του πληθυσμού, μείωση του κόστους και του χρόνου αναμονής για ιατρικές πράξεις και εξετάσεις.

Επίσης, συμβάλλει σε μείωση του κόστους της νοσοκομειακής περίθαλψης, εξοικονόμηση ανθρώπινων πόρων και υλικού και σε αύξηση της αυτοπεποίθησης των ίδιων επαγγελματιών Υγείας για την ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας.

Πάντως, σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, τα αποτελέσματα δεν έδειξαν ως μέσο όρο ούτε ικανοποίηση ούτε δυσαρέσκεια των υγειονομικών από το σύστημα υγείας.

News 24/7