Φαρμακευτική πολιτική: Ανάμεσα στην ανεπάρκεια, στην παράλυση και στην εξάρτηση

Ελλιπές προσωπικό, παρωχημένος εξοπλισμός, έλλειψη βασικών φαρμάκων και ταυτόχρονα μαζική εξάρτηση από συνταγογραφούμενα και μη φάρμακα. Σκόρπιες λέξεις που σε όποια σειρά κι αν τις βάλει κανείς, έρχεται αντιμέτωπος για άλλη μια φορά με την ανεπάρκεια του Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας είδαμε τη συνθήκη Covid να βαραίνει τους χρόνια πάσχοντες και να δυσκολεύει η ζωή των ανθρώπων υψηλού κινδύνου . Οι νοσούντες διοχετεύτηκαν μαζικά στα νοσοκομεία δημιουργώντας εστίες υψηλού ιικού φορτίου ενώ οι ανισότητες και η ταξικότητα του συστήματος υγείας διογκώθηκαν. Ήρθαμε συλλογικά αντιμέτωποι με ένα σύστημα ανίκανο να μεριμνήσει για τους ανθρώπους που έχουν πληγεί ψυχικά από την υγειονομική κρίση.Και ύστερα ήρθαν τα φάρμακα ή για την ακρίβεια η έλλειψη φαρμάκων. Φοβόμαστε να αρρωστήσουμε γιατί τα ράφια των φαρμακείων αδειάζουν. Και όταν θα γεμίσουν θα συνεχίσουμε να τρέμουμε μπροστά στο ενδεχόμενο αρρωστήσουμε γιατί θα κληθούμε να πληρώσουμε τις αυξήσεις με ιδιωτική δαπάνη βάσει της φαρμακευτικής πολιτικής. Παράλληλα βιώνουμε μια παράξενη εξάρτηση από τα νόμιμα φάρμακα που προμηθευόμαστε συστηματικά εδώ και χρόνια από τα φαρμακεία, μια εξάρτηση που μας προκαλεί κρίσεις πανικού στην ιδέα πως δεν θα μπορέσουμε να προμηθευτούμε αντιπυρετικά, αντιφλεγμονώδη, αντιβιωτικά, αντιπυκτικά..

Γιατί η πολιτεία δεν ακολουθεί τους κανόνες της ορθής ιατρικής πρακτικής και δεν θεσπίζει την υποχρεωτική συνταγογράφηση για όλα τα σκευάσματα που κυκλοφορούν στην αγορά όπως έχει προτείνει επανειλημμένως ο Ιατρικός Σύλλογος; «Η αντιεπιστημονική πρακτική χορήγησης φαρμάκων χωρίς ιατρική συνταγή που εφαρμόζεται στη χώρα μας, οδηγεί σε επικίνδυνη πολυφαρμακία και κατασπατάληση πόρων για το σύστημα και τον ίδιο τον ασθενή, δυσχεραίροντας την πρόσβαση του στα φάρμακα που έχει ανάγκη. Οι κανόνες της ορθής ιατρικής πρακτικής και ο εξορθολογισμός του συστήματος επιτάσσουν κανένα φάρμακο και εμβόλιο να μην χορηγείται χωρίς ιατρική συνταγή, όπως εξάλλου γίνεται στις υπόλοιπες χώρες», αναφέρει χαρακτηριστικά. Να αναφέρουμε πως οι κατηγορίες των συνταγογραφούμενων φαρμάκων που η κατάχρησή τους μπορεί να οδηγήσει σε εθισμό είναι, τα οπιοειδή αναλγητικά, τα αγχολυτικά και υπναγωγά φάρμακα και τα διεγερτικά.

Πριν από κάποια χρόνια, ένα γαλλικό ντοκιμαντέρ είχε αναδείξει το φαινόμενο της φαρμακοεξάρτησης. Η κινηματογραφίστρια Αlexandra Combre στο φιλμ «Παυσίπονα, δόση ή δηλητήριο;» (Antidouleurs, potion ou poison?) είχε μιλήσει για την κατάχρηση συνταγογραφούμενων φαρμάκων, ένα μεγάλο κοινωνικό και ιατρικό πρόβλημα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, που οδηγεί συχνά τους ασθενείς αρχικά στον εθισμό, αρκετές φορές εσπευσμένα στο νοσοκομείο και κάποιες φορές ακόμα και στο θάνατο.

Η ελληνική πολιτεία όμως αδιαφορεί για τις «συστάσεις» των ειδικών και η ελληνική κοινωνία παραμένει, όμως, εδώ και δεκαετίες εθισμένη στα φάρμακα. Παράλληλα το ΕΣΥ αργοπεθαίνει αφότου η παροχή δυνατότητας στους γιατρούς του δημόσιου τομέα να ασκούν ιδιωτικό έργο, άνοιξε το δρόμο για τη μεταφορά των ασθενών στον ιδιωτικό τομέα με τη χρήση διάφορων προφάσεων συρρικνώνοντας τη δυνατότητα νοσηλείας με χρηματοδότηση από το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Να υπενθυμίσουμε πως στα τέλη του 2022, το νομοσχέδιο για τη δευτεροβάθμια δευτεροβάθμια περίθαλψη, προσυπόγραψε την κατάργηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος: τη δωρεάν περίθαλψη. Ας επιστρέψουμε στην έλλειψη φαρμάκων, η οποία δεν αφορά μόνο τη χώρα μας αλλά αρκετά ευρωπαϊκά κράτη και αναμένεται να αντιμετωπιστεί με γενόσημα. Οι άνθρωποι, εξάλλου, είναι πλέον διασυνδεδεμένοι και τα υγειονομικά φαινόμενα είναι παγκοσμιοποιημένα. Η ΕΕ λαμβάνει τα μέτρα της προσπαθώντας να διασφαλίσει την παραγωγή φαρμάκων εντός της Ευρώπης. Οι παραγγελίες όμως των φαρμάκων αποτελούν «εθνική αρμοδιότητα» όπως αποσαφήνισε η Κομισιόν. Όπως και οι πολιτικές υγείας που αντί να προτάσσουν τον Άνθρωπο, ασκούν έλεγχο στη θνητότητα, αποφασίζοντας ποιες ζωές έχουν ή δεν έχουν αξία, δηλαδή χρήματα.

Πριν από μερικά χρόνια ο Γιάννης Σταυρακάκης και ο Jason Glynos είχαν τονίσει στο «Λακάν και Επιστήμη» ότι «παρά τις σημαντικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών στις Νευροεπιστήμες, στην Ψυχολογία, τη Βιολογία, τη Γενετική και τη Φαρμακολογία, δεν υπάρχουν γόνιμες ιδέες για την αντιμετώπιση ζητημάτων ταυτότητας και ψυχικού πόνου. Με άλλα λόγια, το υπάρχον επιστημονικό οικοδόμημα δεν έχει καταφέρει να επιλύσει προβλήματα του ψυχισμού του ανθρώπου». Ιδίως στην μετά Covid εποχή αφότου το «υποκείμενο της επιστήμης» αντιμετωπίστηκε κυρίως ως «βιολογικό σώμα» που χρησιμοποιείται «κυριαρχικά» στο όνομα του «υγειονομικού κράτους».

Με αυτή τη λογική μοιάζει να χαράσσεται και η φαρμακευτική πολιτική. Δεν έχει καν λάβει υπόψη της τη φαρμακοεξάρτηση που βρίσκεται σε έξαρση στη χώρα μας.

Η έλλειψη φαρμάκων μας φέρνει αντιμέτωπους από τη μία με αυτό τον εθισμό και από την άλλη με μια ακόμα ανεπάρεκια του ΕΣΥ. Η έλλειψη φαρμάκων επιδεινώνει και την ψυχική μας υγεία. Παραλύουμε μπροστά στην ιδέα πως δεν είναι διαθέσιμα τα σκευάσματα που απαλύνουν τον πόνο.

Σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους της ενέργειας και των τροφίμων, καθιστούν τη ζωή αβίωτη. Δεν μπορούμε να ζήσουμε. Δεν μπορούμε ούτε να αρρωστήσουμε. Αν δεν γεμίσουμε τα ράφια των φαρμακείων με φάρμακα και αν δεν απορροφηθεί η αύξηση του κόστους των φαρμάκων από τον ΕΟΠΠΥΥ, θα έχουμε την πρώτη κυβέρνηση της μεταπολεμικής Ελλάδας που ούτε «ταΐζει, ούτε ζεσταίνει, ούτε γιατρεύει» τα παιδιά της. Είναι επιτακτική ανάγκη να έχουμε τρόφιμα, θέρμανση και φάρμακα για όλους ενώ ταυτόχρονα θα παράγουμε έναν επιστημονικό λόγο που θα λαμβάνει υπόψη το ανθρώπινο υποκείμενο ως ψυχισμό και όχι μόνο ως βιολογικό σώμα.

Πηγή: olafaq.gr