Ολοκληρώθηκε στην Επιτροπή η επεξεργασία του νομοσχεδίου για το νέο ποινικό κώδικα

Με βελτιωτικές αλλαγές τις οποίες ανακοίνωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, και δεσμεύτηκε ότι θα τις καταθέσει αύριο στην Ολομέλεια, όπου ξεκινάει η διήμερη συζήτηση του, ολοκληρώθηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου για το νέο ποινικό κώδικα.

Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου στην Επιτροπή, τάχθηκαν μόνο οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ενώ όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης δήλωσαν ότι το καταψηφίζουν, πλην της Ελληνικής Λύσης που επιφυλάχθηκε για την Ολομέλεια.

Όπως διαβεβαίωσαν τόσο ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης όσο και ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Ιωάννης Μπούγας, στο νομοσχέδιο θα ενσωματωθούν και άλλες βελτιωτικές προτάσεις που έχουν καταθέσει κόμματα και αρμόδιοι φορείς.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης, μεταξύ άλλων, έκανε δεκτό το αίτημα της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, για αλλαγές στο άρθρο 187 παράγραφος 6, του νέου ποινικού κώδικα, που προέβλεπε να οδηγούνται στη φυλακή χωρίς αναστολή της ποινής τους, οι καταδικασθέντες ακόμα και για πλημμέλημα.

Οι δικηγόροι είχαν αντιδράσει και απείχαν εδώ και ενάμιση χρόνο από τις δίκες για εγκληματικές οργανώσεις.

Με τη νέα τροποποίηση αφήνεται πλέον στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, να αποφασίσει εάν η ποινή θα έχει ανασταλτική δύναμη, ή ο καταδικασθείς θα οδηγείται στη φυλακή.

«Το δικό μας αφήγημα, της κυβέρνησης, είναι ότι πίσω από αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία βρίσκεται η απόλυτη, απόλυτη, ορθότητα. Προσπαθούμε να καταλάβουμε τις πραγματικές ανάγκες που υπάρχουν, να ανταποκριθούμε αποτελεσματικά, να λύσουμε προβλήματα και να βελτιώσουμε την κατάσταση. Ακούμε όλες τις προτάσεις, προσπαθούμε να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει και να δώσουμε δίκαιες λύσεις», τόνισε ο κ. Φλωρίδης και συμπλήρωσε: «Το πολιτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο που υπάρχει πίσω από αυτό το νομοσχέδιο είναι να δώσει λύσεις στη κοινωνία για τα θέματα ασφάλειας, της βίας και την απονομή δικαιοσύνης και αν επιτύχουμε ή όχι το στόχο μας, η κοινωνία θα το κρίνει».

Από την πλευρά του, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας απέρριψε, μεταξύ άλλων, τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης ότι τα σωφρονιστικά καταστήματα είναι ήδη υπερφορτωμένα. Όπως είπε, «με βάσει τα στοιχεία της ΕΕ που έχουμε, αναφέρεται ότι ο αριθμός κρατουμένων στην Ελλάδα για το 2021 ανήλθε σε 11.030 κρατούμενους που αντιστοιχεί σε 103 κρατούμενους ανά 100.000 κατοίκους, και είναι αριθμός μικρότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ».

«Στο Συμβούλιο της Ευρώπης, με έτος αναφοράς το 2022, στη χώρα μας είχαμε 10.952 κρατουμένους και 106 κρατούμενους ανά 100.000 κατοίκους με μέσο όρο στις χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης, τους 104,2 κρατούμενους», συμπλήρωσε.

Ακόμα απέρριψε ως εντελώς αβάσιμες τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης για εξοντωτικές τιμωρητικές ποινές σε ανήλικους αντιτείνοντας ότι σε καμία περίπτωση δεν απειλούνται με στέρηση της ελευθερίας τους και η ποινή φυλάκισης χωρίς αναστολή επιβάλλεται μόνο σε σοβαρές περιπτώσεις.

«Η αυστηροποίηση των ποινών έχει αποδειχτεί ότι δεν συμβάλει στην πάταξη της εγκληματικότητα. Αντίθετα οδηγεί στην αύξηση των κακουργηματικών αδικημάτων και στο συνωστισμό των ήδη υπερφορτωμένων σωφρονιστικών καταστημάτων δημιουργώντας ασφυκτικές και ντροπιαστικές συνθήκες διαβίωσης για τους φυλακισμένους για τις οποίες η χώρα μας έχει ήδη καταδικαστικές αποφάσεις», υποστήριξε μεταξύ άλλων, ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Ιωάννης Σαρακιώτης.

Η γενική εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ, Μιλένα Αποστολάκη, κατηγόρησε την κυβέρνηση για «πρόδηλη υποκρισία», υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι τόσο η μέθοδος όσο και τα κίνητρα της βασίζονται στην πρόσκαιρη επικαιρότητα και στην ικανοποίηση του λαϊκού αισθήματος παραβιάζοντας δικαιώματα κατηγορουμένων.

Για απαράδεκτες, αντιδημοκρατικές και αντισυνταγματικές ρυθμίσεις, έκανε λόγο η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, χαρακτηρίζοντας εξαιρετικά επικίνδυνη την κατάργηση των συμβουλίων.

Τη έντονη αντίδραση του στην κατάργηση των συμβουλίων και την κλήτευση αστυνομικών και ανακριτικών υπαλλήλων, εξέφρασε ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Παύλος Σαράκης, τονίζοντας ότι θα έχουμε υποθέσεις που θα πέφτουν στη χοάνη του ακροατηρίου άνευ διάκρισης όλων των κακουργημάτων.

«Το νομοσχέδιο πρέπει να αποσυρθεί γιατί δεν διορθώνεται. Θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα τόσο στο επίπεδο της δίκαιης απονομής της δικαιοσύνης όσο και στο επίπεδο των συνθηκών διαβίωσης των καταδικασθέντων από την υπερχείλιση των φυλακών», ανέφερε ο ειδικός αγορητής της Νέας Αριστεράς, Δημήτρης Τζανακόπουλος.

Έντονα επικριτικός εμφανίστηκε και ο ειδικός αγορητής των Σπαρτιατών, Πέτρος Δημητριάδης, κάνοντας λόγο για αυταρχικές και επικίνδυνες λογικές που προωθεί η κυβέρνηση οι οποίες δεν δημιουργούν ούτε το αίσθημα της ασφάλειας στους πολίτες ούτε το αίσθημα της απονομής δίκαιης δίκης στους πολίτες.

Ο Γιώργος Αποστολάκης, ειδικός αγορητής της «ΝΙΚΗΣ» χαρακτήρισε σαθρό τον ισχυρισμό ότι η απευθείας κλήση θα επιταχύνει την αποσυμφόρηση και την εκδίκαση των ποινικών δικών και τόνισε ότι είναι απαράδεκτη η συρρίκνωση των δικαστικών συμβουλίων και παραβιάζει το αίσθημα δικαίου και της καλής νομοθέτησης.

Την απόσυρση του νομοσχεδίου ζήτησε και η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένης Καραγεωργοπούλου, υποστηρίζοντας ότι εμπεριέχει ανισόρροπες, αντισυνταγματικές, αντιδημοκρατικές και επικίνδυνες διατάξεις.

Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Παναγιώτης Καππάτος, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως «ένα ιιδιαίτερα σημαντικό αποτελεσματικό βήμα για την καταπολέμηση της αίσθησης ατιμωρησίας, την ενίσχυση της ασφάλειας της κοινωνία, αλλά και την επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της δικαιοσύνης».

protothema.gr