Κώστας Καρτάλης: Στη δίνη της κλιματικής αλλαγής τα μνημεία- Τι δήλωσε για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας

Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στο μνημειακό απόθεμα είναι ένας νέος, επιβεβαιωμένος κίνδυνος. Καύσωνες, που προκαλούν δασικές πυρκαγιές και ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούν πλημμύρες, κατολισθήσεις, άνοδο της στάθμης της θάλασσας και διάβρωση του εδάφους, θέτουν μεταξύ άλλων σε κίνδυνο αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία.

Η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις στα μνημεία και τα μουσεία είναι το επίκαιρο θέμα αιχμής, το οποίο ανέλυσε σήμερα σε μεγάλη εκδήλωση στο Ξενία ο καθηγητής φυσικής περιβάλλοντος στο ΕΚΠΑ Κωνσταντίνος Καρτάλης.

Ο Κ. Καρτάλης, κάτοχος μάστερ  στη Φυσική Ατμόσφαιρας, στην Αεροδιαστημική Μηχανική και Διδακτορικού Διπλώματος στη Φυσική Ατμόσφαιρας-Περιβάλλοντος με τη χρήση δορυφορικών τεχνικών, παρουσίασε όλα εκείνα τα εργαλεία που επιχειρούν να απαντήσουν σε συγκεκριμένους κλιματικούς κινδύνους, που αφορούν τον περιβάλλοντα χώρο των αρχαιολογικών περιοχών, γιατί από εκεί έρχεται ο κλιματικός κίνδυνος. Τα εργαλεία αυτά είναι κλασικές μετρήσεις που γίνονται στο τοπίο, δορυφορικές εικόνες, κλιματικά μοντέλα με τα οποία εκτιμούμε ποια θα είναι η κατάσταση στην περιοχή στην επόμενη 30ετία.

Η σημερινή εκδήλωση  με πρωτοβουλία των Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου  Βόλου και της Εφορίας Αρχαιοτήτων του Νομού Μαγνησίας, με την συμμετοχή των φορέων της Εκπαίδευσης,  είχε αιχμή το πως συνδέεται η κλιματική αλλαγή με την προστασία των αρχαιολογικών χώρων και των μνημείων της πολιτιστικής κληρονομιάς, ένα θέμα που απασχολεί ιδιαίτερα την Ελλάδα αυτό το διάστημα.

«Δεν υπάρχουν περιθώρια και χρόνος για εφησυχασμό»

 Οι αρχαιολογικοί χώροι πρέπει να καταστούν ανθεκτικοί και να μπορέσουν να ανταποκριθούν στο στοίχημα της εποχής, αλλά χρόνος για άλλες καθυστερήσεις δεν υπάρχει.

«Δεν έχουμε περιθώρια να μην κάνουμε κάτι για τα μνημεία, ειδικά σε αυτή τη χώρα με τους 3000 αρχαιολογικούς χώρους. Η κλιματική κρίση επηρεάζει τα μνημεία. Από κει και πέρα δεν έχουμε έναν ευρύ και συστηματικό κίνδυνο αλλά πρέπει να έχουμε προληπτική δράση. Δεν πρέπει να αντιμετωπίσουμε προβλήματα που έχουμε δει σε άλλες περιοχές όπου η προληπτική δράση δεν δρομολογήθηκε έγκαιρα με αποτέλεσμα να πρέπει να λύσουμε τα προβλήματα σε δεύτερη φάση.

Στη Μαγνησία δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή αρχαιότητες που κινδυνεύουν αλλά υπάρχουν αρχαιότητες που είναι στην προσοχή της επιστημονικής κοινότητας, όπως είναι το θέατρο της Αρχαίας Δημητριάδος και η ευρύτερη περιοχή με το παλάτι. Αυτό δεν σημαίνει ότι κινδυνεύει το μνημείο αλλά ότι χρειάζεται μια προληπτική δράση.

Σε όλες τις περιπτώσεις το θέμα είναι πως θα θωρακίσουμε τα μνημεία ώστε να έχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στον κίνδυνο. Δηλαδή όταν θα προκύπτουν τα κλιματικά φαινόμενα οι επιπτώσεις να είναι μικρότερες. Γιατί τα κλιματικά φαινόμενα δεν μπορούμε να τα σταματήσουμε, θα συνεχιστούν για χρόνια, άρα πρέπει να βρούμε τρόπο να είναι πιο ανθεκτικές όλες οι υποδομές, όχι μόνο τα αρχαιολογικά μνημεία και φυσικά να είναι θωρακισμένη η ανάπτυξη μιας περιοχής», κατέληξε.

Τα μειονεκτήματα του σχεδίου ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας 

Ο κ. Καρτάλης έκανε  εκτενή αναφορά στο πως και το γιατί επηρεάστηκε η Θεσσαλία, από την κλιματική αλλαγή σε επίπεδο που να προκληθούν μεγάλες καταστροφές.

Εκτίμησε ότι το σχέδιο συγκρότησης που έχει εκπονηθεί για τη Θεσσαλία, έχει ένα σοβαρό μειονέκτημα καθώς  δεν ενσωματώνει τις εκτιμήσεις της κλιματικής αλλαγής για το μέλλον μέσα στα μέτρα τα οποία έχουν δρομολογηθεί.

«Δηλαδή,  αυτό που εξηγούμε για το  πόσο ευάλωτη μπορεί να είναι μια περιοχή στο μέλλον, δεν έχει ενσωματωθεί επαρκώς μέσα στη μελέτη, γεγονός που  δημιουργεί κινδύνους ως προς την επάρκεια των μέτρων. Από κει και πέρα είναι μια μελέτη που θα κριθεί στο πεδίο σε συνάρτηση και με τα έργα που θα γίνουν. Σε κάθε περίπτωση η Θεσσαλία φαίνεται ότι αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα υδατικών πόρων- όχι τόσο μείζον όσο διάβασα στην έκθεση των Ολλανδών- αλλά σίγουρα χρειάζεται προσοχή, χρειάζεται ένα σχέδιο προσαρμογής με πολιτικό χαρακτήρα, επιμονή στο χρόνο, ώστε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις», δήλωσε και τοποθετήθηκε ανοιχτά και για το ζήτημα της καλλιέργειας του βαμβακιού που για την Θεσσαλία αποτελεί «κόκκινη γραμμή» απέναντι στην έκθεση της Ολλανδικής εταιρείας.

«Δεν είναι σύνηθες σε τέτοιες μελέτες να δρομολογείς αυτομάτως ένα μέτρο το οποίο σταματάει κατα 100% μια καλλιέργεια. Συνήθως πηγαίνεις σε ενδιάμεσες λύσεις, προσπαθείς να θωρακίσεις αυτή που σήμερα υπάρχει, να την μειώσεις ενδεχομένως αν δεν επαρκούν οι πόροι αλλά όχι να την εξαφανίσεις. Αυτό είναι ίσως ένα μειονέκτημα της μελέτης… πιστεύω όμως ότι στην πορεία, μαζί με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας -που βλέπω ότι κάνει πολύ καλή δουλειά για το θέμα- πιστεύω θα διορθωθεί”, δήλωσε.