Η εξομολόγηση ενός κοπρίτη και η μοίρα του λεχρίτη

Γράφει ο Απ. Παντσάς

Είναι αλήθεια ότι πολύ με προβλημάτισε η γενίκευση της χρήσης από τη μεριά του Μπέου της λέξης «κοπρίτης» για κάθε πολίτη πλέον αυτής της πόλης που έχει διαφορετική άποψη από αυτόν και την εκφράζει ανοιχτά, όπως ταιριάζει σε μια δημοκρατική και ευνομούμενη πολιτεία. Είδα τα βίντεο και τις φωτογραφίες από την εκδήλωση στο δημαρχείο, είδα πόσοι και ποιοι «κοπρίτες» συναθροίστηκαν εκεί κι αναρωτήθηκα: «ρε μπάς και έχει δίκαιο ο πεζοδρομιακός Φρουντ της διπλανής μας πόρτας, ο πολύφερνος ρέκτης της γηπεδο-πολιτικής μας μοίρας, ο μέγας Κριτής-Μεταφραστής-δήμαρχος;». Μήπως τελικά ο τόπος, η κοινωνία είναι γεμάτος από κοπρίτες και λαμόγια και έχει μείνει αυτός κι άλλοι πέντε-έξι άμωμοι, άσπιλοι και ιδεολόγοι; Μήπως όλοι αυτοί που μαζεύτηκαν εκεί, και όλοι οι άλλοι εμείς που δεν ήμασταν αλλά θα θέλαμε να είμαστε, τελικά δεν ήταν τίποτα άλλο παρά κοπρίτες του “κιαρατά” που λέει ο λαός; Μήπως ο «ποιητής» είχε δίκαιο και επρόκειτο στην κυριολεξία για αδέσποτα σκυλιά που δεν κάνουν τίποτε όλη μέρα παρά να κοπρίζουν τα πάντα; Ή και μεταφορικά άνθρωποι τεμπέληδες κι αργόσχολοι που χώνουν τη μύτη τους στις ξένες υποθέσεις χωρίς λόγο κι αιτία;

Ο τύπος που ζεσταίνει την καρέκλα του δημάρχου εδώ και οκτώ χρόνια με τις ευλογίες των συμπολιτών μου βεβαίως-βεβαίως, με ισοπεδωτική ευκολία μας έβαλε όλους σε μια όχι και τόσο κολακευτική κατηγορία, στο ίδιο απαξιωτικό τσουβάλι. Αυτό ομολογώ ότι με έβαλε σε μια κατά κάποιο τρόπο υπαρξιακή κρίση και μια αναζήτηση. Μήπως τελικά ήταν προδιαγεγραμμένο από τη μοίρα να γίνω ένας κοπρίτης; Μήπως τελικά πίσω απ’ όλα, στην άκρη της βιωματικής μου διαδρομής αχνόφεγγε το όνειρο μου να γίνω ο ιδανικός κοπρίτης; Μήπως από την πρώτη στιγμή, όταν οι γονείς έφυγαν από το Τρίκερι ψάχνοντας το μεροκάματο σε τούτη την πόλη, δεν αναζητούσαν παρά δρόμο και τρόπο να με φτιάξουν έναν «καλό κοπρίτη»; Όταν βαρούσαν γκασμά στο περίπτερο της πλατείας Ρήγα Φεραίου, εκεί που τώρα είναι το δημαρχείο και κάποτε στάθμευαν τα κάρα, πότιζαν τα άλογα και γίνονταν το παζάρι του Σωτήρος; Όταν, αργότερα, με το ζόρι, επιβιώναμε με ταχυδρομικές επιταγές από τους εργάτες γονείς μας στη Δυτική Γερμανία μόνα μας, με τις δυο μου αδελφές στις γειτονιές του Βόλου, μήπως απλώς αναζητούσαμε τον τρόπο να γίνουμε κοπρίτες; Αλλά και πιο μετά, στα χρόνια του Γυμνασίου, στις παράγκες του Α’ και της Νέας Ιωνίας και μετά πάλι στο πρώτο Γυμνάσιο, με τον Βασιλείου και το Σταθάκη και τον Ευαγγελικό και τον Μαυρομάτη να πασχίζουν να μας χώσουν στο κεφάλι τα Αρχαία, τα Μαθηματικά και την Κοσμογραφία. Και πιο μετά στην Ιατρική ανάμεσα στο βασανιστήριο της Βιοχημείας, τη μαγεία της Ανατομίας και τον λαβύρινθο της Φαρμακολογίας, ίσως ίσως μπορούσε κάποιος ειδικός σαν τον θεράποντα της Κοινωνιολογίας και της Πολιτικής επιστήμης Μπέο να διακρίνει την λανθάνουσα αναζήτηση από τη μεριά μου, από τη μεριά όποιου έχει άλλη εκτίμηση των πραγμάτων, του ρόλου ενός αργόσχολου τεμπέλη. Αλλά και μετά; Η επαγγελματική διαδρομή και όλη εκείνη η πολύχρονη ενασχόληση με τα θέματα της πόλης, τα κοινά, δεν σήμαιναν ότι ο Πολυχρονεμένος μας δήμαρχος ότι έχει δίκαιο; Προφανώς ναι! Ήταν απλά το μασκάρεμα, το φτιασίδωμα της πραγματικής πρόθεσης να γίνω ένας γνήσιος κοπρίτης, επικίνδυνος για τον τόπο και τους συμπολίτες μου. Απλά χρειάστηκε να πάρει τα ηνία της πόλης ένας αστέρας της πολιτικής, ένας ο Κιμ Γιογκ Ουν των γηπέδων και της διανόησης για να καταλάβουμε όλοι εμείς οι άπλυτοι τα πραγματικά μας κίνητρα και την βαθύτερη προαίρεση μας.

Αυταπόδεικτα ναι! Επρόκειτο για κοπρίτες που γέμισαν το δημαρχείο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με την «κόπρο» της άποψης, της γνώμης, της ανησυχίας για όλα αυτά που γίνονται για αυτούς χωρίς αυτούς και χωρίς κανέναν άλλον πλην μιας δράκας εκλεκτών και ενδεχομένως ιδιοτελών καθαρόαιμων πολιτών …ράτσας.

Όσοι γέμισαν το δημαρχείο εργάτες, δάσκαλοι, δικηγόροι, μηχανικοί, γιατροί, υπάλληλοι, επαγγελματίες, κάτοικοι του ευλογημένου μας τόπου αλλά και όσοι έξω από αυτό αγωνιούν και παθιάζονται για τη μοίρα του, είναι μιάσματα και κοπρίτες που υπηρετούν σκοτεινούς σκοπούς και απεργάζονται το κακό του τόπου. Στο πυρ το εξώτερο λοιπόν.

Σοβαρά τώρα
Προφανώς είναι δικαίωμά του να δέχεται με ανοιχτές αγκαλιές την εγκατάσταση του LNG στο Σωρό ή λίγο πιο πέρα, κάτω από τη μύτη της πόλης, γιατί το πιο πιθανό είναι ότι όταν αυτό γίνει αυτός, ο νυν δήμαρχος εννοώ, αλλού θα βρίσκεται . Ξένος ήταν, ξένος θα γίνει και άλλη θα δηλώνει, προσεχώς, μόνιμη κατοικία. Άρα ποσώς τον ενδιαφέρει αν οι Βολιώτες θα κοιμούνται και θα ξυπνάνε με μια βόμβα για μαξιλάρι. Δικαίωμα του είναι, αν έτσι νομίζει και κρίνει. Δικαίωμά του επίσης είναι να πουλάει τρέλα με κορδέλα από την ώρα που υπάρχουν, ακόμη, αφελείς που την αγοράζουν και ακόμη περισσότερο όταν υπάρχουν κόμματα και πολιτικοί που έχουν ταπώσει τη μύτη τους και συναγελάζονται μαζί του. Οι αποφάσεις και οι πολιτικές όμως κρίνονται και τούτη η απόφαση τους να καταδικάσουν σε θάνατο το τοπικό περιβάλλον θα την βρουν μπροστά τους. Ίσως τώρα να μην είναι ακόμη ορατό στην ευρεία μάζα των ψηφοφόρων αλλά όταν, στην ώρα του, αναδειχτεί θα γίνει όρος και βουνό, κύμα άγριο που θα τους πνίξει. Γιατί κανείς δεν είναι πλέον στο απυρόβλητο. Η εμπειρία λέει ότι οι λεχρίτες παίρνουν πάντα το μάθημά τους και έχουν τη μοίρα που τους αξίζει.
(Απαραίτητη διευκρίνιση για τους «βιαστικούς» αναγνώστες. «Λεχρίτης» ονομάζεται το κουνούπι που ζει γύρω από την κάνουλα του κρασοβάρελου και πεθαίνει μετά από ολιγόχρονο βίο).
Εν προκειμένω κρασοβάρελο είναι η εξουσία.