Όταν οι Τσιμπούκ-Ογλάν μιλάνε για «Γιουσουφάκια»

Σχολιάζει ο Απ. Παντσάς

Όλοι ήταν εκεί, στο Park, να στηρίξουν, να δηλώσουν παρόντες, μπουν στο ψηφοδέλτιο Παπαπέτρου. Ό,τι καλύτερο σε ανθρώπινο δυναμικό έχει πόλη. Ήταν η ψυχή της πόλης, εκείνη που παράγει, που σκέφτεται, που διδάσκει, που προβληματίζεται, που δρα και αντιδρά, που υπερβάλει πολλές φορές ναι, που αδικεί κάποιους άλλους ναι, που φανατίζεται μερικές φορές άνευ λόγου και αιτίας ναι, και που στις εκλογές ψηφίζει διαφορετικά κόμματα ναι!! Μα ήταν όλοι εκεί! Δεν επρόκειτο για τυχαία κι άναρχη πανσπερμία. Ήταν το αποτέλεσμα μιας κορύφωσης αηδίας και απόγνωσης για αυτό που βλέπουν και ακούν σαν «δημοτικό έργο». Γιατί τάχα προέκυψε αυτή η συνθετική διαδικασία που έφτιαξε αυτό το μέτωπο; Από σύμπτωση; Από ιδιοτέλεια; Από κάποια μανιακή παρόρμηση ή εμμονή; Και πάλι, πώς χώρεσαν τόσοι πολλοί «μανιακοί», « ιδιοτελείς», «παρορμητικοί» κάτω από την ίδια ομπρέλα, πίσω από τον ίδιο σκοπό, πίσω από τον ίδιο άνθρωπο; Καθόλου μα καθόλου τυχαίο δεν ήταν! Απλώς ήρθε η σωστή ώρα, ωρίμασαν οι συνθήκες και έτσι φάνηκε καθαρά και στον πλέον αμέτοχο πολίτη, τον πιο απόμακρο και τον λιγότερο ενημερωμένο τι σόι πράμα και κυρίως τι σόι ικανότητες και τι σόι διαχείριση κάνει το άτομο που έχει για δήμαρχο και τι «απεργάζεται» η μικρή ετερόφωτη ομαδούλα που εκτελεί τις εντολές του, όποιες και αν είναι αυτές, όποιον φωτεινό ή σκοτεινό σκοπό υπηρετούν. Οι συνθήκες ήταν ώριμες εδώ καιρό, τα μυαλά πολλών και μικρών ήταν ανώριμα και ιδιοτελή και έτσι ο Μπέος καβάτζωσε μια ακόμη τετραετία που λογικά τον ισχυροποίησε ακόμη πιο πολύ. Το πελατειακό δίκτυο βελτιώθηκε, η άλωση των ΜΜΕ ολοκληρώθηκε, ένα κάποιο έργο στα 9 χρόνια διαχείρισης έχει να παρουσιάσει. Γράμματα δεν έμαθε, στα Ελληνικά της καθομιλουμένης χωλαίνει, αλλά κάποιους πολιτικούς αυτοματισμούς τους λειτουργεί πλέον. Η μάχη θα είναι δύσκολη, αμφίρροπη. Θέλει δουλειά πολύ γιατί απλά ο τύπος και οι συν αυτώ παίζουν με αισχρό και προκλητικό τρόπο τα ρέστα τους.

Ωραία, ένας κάποιος αντίπαλος του, ο Παπαπέτρος εν προκειμένω, παρουσίασε ένα μέρος από το ψηφοδέλτιό του. Θεωρητικά κάποιος θα κατέβαζε ένα συνδυασμό. Θα μπορούσε να το σχολιάσει απαξιωτικά, υποβαθμιστικά, να αδιαφορήσει.
Με κατάπληξη διάβασα το εντελώς βλακώδες άρθρο που έγραψε συνεργάτης ή υπάλληλός του ή φίλος του σε ένα σάιτ για τα Γιουσουφάκια και αναρωτήθηκα πόσο ξεπερασμένοι και ξιπασμένοι είναι αυτοί με μια τόσο μπανάλ και πολιτικά τετριμμένη έκφραση νομίζουν ότι μπορούν να πλήξουν τον αντίπαλό τους. Καλά ρε παιδί (περί ενός πρόκειται) δεν σου φτάνει το μυαλό ότι τώρα δεν έχεις να κάνεις με παιδάκια και κορασίδες και να προσπαθήσεις να διαβάλεις λιγάκι πιο έξυπνα; Ε, δεν τελειώσανε δα και τα επιχειρήματα! Τόση πια η αμηχανία, η πνευματική φτώχια και ο πανικός; Γιουσουφάκια; Ακόμη και στη Λαχαναγορά έχουν υπερβεί τέτοιους χαρακτηρισμούς! Η κοινωνία εξελίσσεται, η αργκό τρέχει με χίλια και σεις μένετε ακόμη στην Τουρκοκρατία; Έλεος πια!
Νομίζω ότι χωρίς να το θέλουν μας έστειλαν μια φωτογραφία τους! Υποψιάζομαι όμως ότι εξ ιδίων προσπαθούν να κρίνουν τα αλλότρια! Το γράφει πολύ όμορφα ο Νίκος Καζαντζάκης στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»

«Χαίρεται o Αγάς τον απάνω κόσμο• όλα τα ’καμε καλά ο Θεός Κι αν θες να ξεχάσεις τα ντέρτια και τα βάσανα του κόσμου, έχει κάμει το Γιουσουφάκι.
— Τραγούδησέ μου, Γιουσουφάκι, να ’χεις την ευκή μου, τραγούδησε μου γιατί θα πλαντάξω!»

Και του τραγουδάνε, του τραγουδάνε του Αγα-Μπέου τα διαδικτυακά του Γιουσουφάκια γιατί πραγματικά έχει πλαντάξει, δηλαδή αισθάνεται έντονη μεγάλη στεναχώρια (το ερμηνεύω εδώ γιατί φοβάμαι ότι ο Αγάς τώρα που κάνει το κόμβο στο νεκροταφείο δεν θα έχει χρόνο να ρωτάει τον Μπαμπινιώτη τι θέλει να πει το ο Καζαντζάκης).
Για να μην πάμε τώρα κατά Γιάννενα μεριά όπου ο Αλη Πασάς είχε αναγάγει σε επιστήμη τον ρόλο από τα γιουσουφάκια. Είχε ολόκληρο χαρέμι όμορφων αγοριών, η επίσημη ονομασία των οποίων ήταν …Γανυμήδες, τα οποία εκτός από το να ικανοποιήσουν τις όποιες επιθυμίες του Πασά, χόρευαν, έφερναν καφέδες, έκαναν αέρα με το φτερό κλπ. Σε κάθε έξοδο ή συνάντηση συνοδεύονταν από δυο γιουσουφάκια εκπαιδευμένα, έτοιμα να ρίχνουν καπνό στο τσιμπούκι του και γι’ αυτό και ονομάζονταν Τσιμπούκ Ογλάν. Ως εδώ το Οθωμανικό.

Προσπάθησα να φανταστώ ποιος από τους 94 συμπολίτες που παρουσίασε ο Παπαπέτρος θα μπορούσε έστω και κατά προσέγγιση να ανταποκρίνεται σ’ αυτούς τους ρόλους αλλά ειλικρινά δεν τα κατάφερα. Όλοι τους, ένας και ένας. Αυθύπαρκτοι, αυτοδημιούργητοι οι περισσότεροι, επαγγελματίες, υπάλληλοι, έμποροι, εργάτες, άνθρωποι με διαδρομή στην τοπική αυτοδιοίκηση (βεβαίως με τα λάθη τους, τις επιτυχίες τους και τις φάσεις αδράνειας τους), επιστήμονες, αγρότες συνδικαλιστές. Μια πανσπερμία χαρακτήρων και ανθρώπων, όπως ακριβώς είναι η κοινωνία μας. Δεν συμφώνησαν συμμαχία ευκαιριακής αρπαχτής, όπως πονηρά θέλει να μας πει ο εμπνευστής του «ευρηματικού» ευφυολογήματος για τα Γιουσουφάκια. Μπετονάρισαν ένα μέτωπο, ένα Ρούπελ, ένα οχυρό που ακόμη χτίζεται, ακόμη στήνεται γιατί έρχονται και άλλες εκπλήξεις για τα Τσιμπούκ Ογλάν του Αλή Μπέου. Και τότε δεν θα του βάζουν καπνό στο τσιμπούκι του (αφού ούτως η άλλως δεν καπνίζει) αλλά χολή και όξος να το ρουφάει αργά αργά, για να το αντέξει μην πάθει και τίποτα. Γιατί το πικρό ποτήρι θα το πιεί μέχρι το τέλος! Γιατί τα χειρότερα γι’ αυτόν έρχονται, μέσα από τα σωθικά της υγιούς κοινωνίας που επιτέλους ξύπνησε. Και ξέρετε τι την ξύπνησε; Η απέραντη οίηση του, το καβάλημα του καλαμιού και αυτή η κατάχρηση των Τσιμπούκ Ογλάν του, που του γεμίζουν την πίπα της εξουσίας του με τον κοπανιστό αέρα της ματαιοδοξίας του.

Υστερόγραφο: Όταν θα έχει κλείσει εντυπωσιακά κατά τη γνώμη μου, το ψηφοδέλτιο Παπαπέτρου τότε θα πούμε και δυο λόγια για την περίπτωση Κουντούρη που οι ανιστόρητοι και ημιπληροφορημένοι την συγκρίνουν, αποσπασματικά βεβαίως γιατί είναι στη στέγνα από άλλα επιχειρήματα, με τη περίπτωση Παπαπέτρου.