Το ομοφοβικό αίσχος της Αριστοτέλους και ο μονόδρομος για την ελευθερία

Του Θοδωρή Αντωνόπουλου

Τίποτα δεν πρέπει να μένει αναπάντητο – το μίσος δεν αντιπαλεύεται με μίσος, ας γίνει όμως κοινή συνείδηση ότι ο δρόμος για την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, τον σεβασμό και την ισότητα είναι μονόδρομος και είναι αδιαπραγμάτευτος.

Το απαράδεκτο όσο και πρωτοφανές σε έκταση τρανς-ομοφοβικό σκηνικό στην πλατεία Αριστοτέλους που παραλίγο να καταλήξει στο λιντσάρισμα δύο νεαρών ΛΟΑΤΚΙ+ παιδιών, τα οποία απλώς κυκλοφορούσαν έτσι όπως ήθελαν, από έναν όχλο που διαρκώς μεγάλωνε κι αγρίευε ήταν σίγουρα από τα πιο σοκαριστικά θεάματα από τότε που θυμάμαι τον queer εαυτό μου.

Και δεν θέλω καν να υποθέσω τι κατάληξη θα είχε αν συνέβαινε σε κάποιον παράδρομο, αν κάποιο κατάστημα δεν προσέφερε καταφύγιο στα θύματα – οι μνήμες από τον θανάσιμο ξυλοδαρμό του Ζακ Κωστόπουλου είναι ακόμα νωπές, η δίκη των δολοφόνων του δεν έχει άλλωστε τελειώσει, αν όμως σε εκείνη την περίπτωση οι βασικοί δράστες ήταν δύο, εδώ μιλάμε για κάπου 100, ίσως και 200 κάποια στιγμή άτομα που, αν και σε διαφορετικές παρέες, κινήθηκαν σαν αφρικανικά αγριόσκυλα που η μυρωδιά του αίματος, ή μάλλον η υπόσχεσή της, τα προσέλκυσε μετατρέποντάς τα σε λιμασμένη αγέλη.

Το χειρότερο, δεν επρόκειτο για τίποτα προβληματικούς ακροδεξιόστροφους μεσήλικες σαν τον κοσμηματοπώλη και τον μεσίτη αλλά για επίσης νεαρά στη συντριπτική πλειοψηφία τους παιδιά, πολλά από αυτά ανήλικα, που προφανώς θεώρησαν τεράστια μαγκιά το να επιτεθούν μαζικά σε δύο μόλις άτομα. Τα οποία μάλιστα καθόλου δεν τους προκάλεσαν, θα ήταν και τρελό να το έπρατταν σε μια τέτοια συνθήκη, έκαναν όμως βλέπεις το «λάθος» να ζητήσουν τον λόγο από την πρώτη παρέα που τους προσέβαλε, κι αυτό ήταν που θεώρησαν ασυγχώρητο. Γιατί προφανώς δεν έχουν συνηθίσει να τους γυρεύουν τον λόγο άτομα που θεωρούν a priori κατώτερά τους, γιατί δεν θα το χώραγε καν ο φτωχός τους νους ότι αλλάξανε οι εποχές και ότι τέτοιες συμπεριφορές απλώς δεν γίνονται πια ανεκτές − τέλος.

ΤΟ ΝΑ ΑΞΙΩΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΚΗ ΤΙΜΩΡΙΑ ΟΣΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣ ΒΡΕΘΟΥΝ ΕΝΟΧΟΙ (ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΩΞΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΟΣΩΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΗΛΙΚΟΙ) ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡ’ ΟΛΙΓΟΝ ΛΙΝΤΣΑΡΙΣΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ Ή ΤΙΜΩΡΗΤΙΚΟΣ ΑΚΤΙΒΙΣΜΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ.

Τους κυνήγησαν οπότε, τους έφτυσαν, τους προπηλάκισαν, επιχείρησαν μέχρι και να μπουν στο κατάστημα όπου είχαν καταφύγει τα «θηράματά» τους, δεν διαλύθηκαν ούτε όταν έφτασε η αστυνομία, σίγουροι ότι η εξουσία, με την οποία σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να μην έχουν τις καλύτερες σχέσεις, σε αυτή θα τους «έκλεινε» καθησυχαστικά το μάτι.

Αυτό βέβαια ευτυχώς δεν συνέβη –άλλο ένα δείγμα ότι οι εποχές αλλάζουν, την επίθεση καταδίκασαν άλλωστε από την ΠτΔ μέχρι τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης−, υπήρξαν οπότε συλλήψεις και θα υπάρξουν και δίκες όπου είναι ευκταία η μαζική παρουσία της κοινότητας, καθώς καμία τέτοια πρόκληση δεν μπορεί και δεν πρέπει να μένει πια αναπάντητη.

Το ένα εκ των θυμάτων δήλωσε εξάλλου ξεκάθαρα και σε δημοσιογράφους και στους λογαριασμούς του στα σόσιαλ μίντια «δεν ένιωσα φόβο αλλά ντροπή γι’ αυτούς που μου επιτέθηκαν» κι ότι «δεν πρόκειται να το αφήσει να περάσει έτσι», θα τους κυνηγήσει δηλαδή νομικά μέχρι τέλους και πολύ καλά θα κάνει.

Στα σόσιαλ επίσης ξέσπασε «μάχη» με εκατέρωθεν στοχοποιήσεις, με την ειδοποιό διαφορά ότι ο φόβος δεν γέρνει πια μονόπαντα, με αποτέλεσμα κάποιοι «παλικαράδες» να βάζουν την ουρά στα σκέλια συνειδητοποιώντας ότι μπορεί να μπλέξουν με τη Δικαιοσύνη και όχι μόνο.

«Κάνουμε πολλή δουλειά προκειμένου να εντοπίσουμε τα ψηφιακά προφίλ των ατόμων αυτών και να τα προωθήσουμε στην εισαγγελία», μου λέει το Θανάσης Μωραΐτης, απόφοιτο Βιολογίας του ΑΠΘ, queer ακτιβιστ@ και περφόρμερ. Δεν νομίζει ότι οι ομοφοβικές επιθέσεις στην πόλη έχουν αυξηθεί, γνωστοποιούνται όμως πια άμεσα και ευρέως χάρη στο ίντερνετ και τα σόσιαλ, ενώ και οι αποδέκτες τους δεν σκύβουν το κεφάλι, αντιδρούν, όπως έκαναν τα δύο παιδιά στην Αριστοτέλους.

Όλα αυτά συνέβησαν τρεις μόλις εβδομάδες μετά τη θεσμοθέτηση του γάμου για όλους, που ωστόσο δεν αποτελεί πανάκεια και ειδικά όταν η κυβέρνηση που την έφερε προς ψήφιση δεν είχε πριν τρέξει μια στοιχειώδη έστω θετική καμπάνια ώστε να εκπαιδεύσει κάπως ένα κοινό το οποίο μέχρι πριν από μερικά χρόνια άλλα «γράμματα» μάθαινε, σε μια περίοδο που διεξάγεται το 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης με το «Citizen Queer» κεντρικό αφιέρωμα και λίγους μόλις μήνες πριν από το Europride 2024, το οποίο είναι να φιλοξενηθεί στη «νύμφη του Θερμαϊκού».

Και επειδή δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν τέτοια επεισόδια στην πόλη με «μπροστάρηδες» ανήλικους (καθοδηγητές των οποίων είναι βέβαια ενήλικες προερχόμενοι από φαιόχρωμους πολιτικούς χώρους, όπως οι «Ιερολοχίτες» και οι «Ενωμένοι Μακεδόνες»), όπως θυμόμαστε κι από το περσινό Thessaloniki Pride, είθε η πολιτεία θα λάβει τα δέοντα μέτρα προτού εκτεθούμε διεθνώς.

Η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα και οι φίλοι της έδωσαν, από την πλευρά τους, ηχηρή απάντηση το επόμενο βράδυ με μαζική συγκέντρωση στην πλατεία Αριστοτέλους κι αυτό ήταν σίγουρα ενθαρρυντικό. Ο κόσμος δεν σκιάχτηκε ούτε όταν κάποιοι οργανωμένοι ακροδεξιοί –άγνωστο αν σχετίζονταν με τους «πλατειακούς»− επιχείρησαν να επιτεθούν, τρέποντάς τους τελικά σε φυγή: «Μας φύτεψαν φόβο/μας φύτρωσαν φτερά», «Γινόμαστε λύκου κραυγή», «Θα ζήσουμε όπως θέλουμε εμείς», «Όταν χτυπάνε ένα, απαντάμε όλ@», «Όλ@ μαζί μια γροθιά / ούτε στη Σαλονίκη, ούτε πουθενά», ήταν μερικά από τα συνθήματα.

Κάποιοι απέδωσαν το συμβάν στη γεωμετρικά αυξανόμενη βία των νέων και ειδικά των ανηλίκων, που μπορεί να στραφεί κατά οποιουδήποτε βρεθεί ευάλωτος, κάτι που έχει βέβαια μια βάση, όπως και αιτίες οι οποίες ξεκινάνε από τα «απόνερα» της πανδημίας και φτάνουν μέχρι την έλλειψη παιδείας, συνείδησης και επαγγελματικών ή άλλων προοπτικών, την περιθωριοποίηση, την ανεργία, την οικονομική δυσπραγία κ.λπ. Για τα οποία όμως δυστυχώς δεν θα ξεσηκωθούν, αλλού θα βγάλουν τα απωθημένα τους, σε ανθρώπους που βλέπουν ως υποδεέστερους, κι αυτό ισχύει και για γόνους μεταναστών, που τα πάθη των γονέων τους, όταν εκείνοι γίνονταν στόχος των λογής ρατσιστών λόγω της δικής τους διαφορετικότητας, δεν τους δίδαξαν, φαίνεται, απολύτως τίποτα.

Όλα αυτά φυσικά δεν αφορούν μόνο τη Θεσσαλονίκη αλλά όλη την Ελλάδα, απλώς στην πόλη αυτή για μια σειρά από λόγους οι αντιθέσεις αυτές φαντάζουν εντονότερες, δυστυχώς ή ευτυχώς.

Όμως για τα παρ’ ολίγον θύματα ή τα υποψήφια αυριανά αυτά δεν λένε πολλά. Όταν ο άλλος σου επιτίθεται με ένα σπασμένο γυάλινο μπουκάλι, π.χ., δεν θα του πεις «μισό λεπτό, φίλε μου, να κατανοήσω αυτήν σου τη συμπεριφορά». «Δεν με ενδιαφέρει αν οι άνθρωποι με μισούν. Φαντάζομαι πως οι περισσότεροι αυτό νιώθουν.

Το ερώτημα είναι αν βρίσκονται σε θέση να κάνουν κάτι γι’ αυτό», είπε κάποτε ο Ουίλιαμ Μπάροουζ. Και αν οι εν λόγω άνθρωποι δυσκολεύονται λόγω ηλικίας να βρεθούν από μόνοι τους σε μια τέτοια θέση, πόσο τους βοηθούν οι γονείς –οι στρέιτ, οι «νορμάλ», οι «κανονικοί» γονείς−, οι δάσκαλοί τους, οι πολιτικοί σαν αυτούς που έδωσαν ρεσιτάλ ομοφοβίας στη συζήτηση για τον ομόφυλο γάμο στη Βουλή (και του ΚΚΕ δυστυχώς ανάμεσά τους, γι’ αυτό και μέλη του κόμματος που εμφανίστηκαν με πανό στη συγκέντρωση τα «άκουσαν» δεόντως ως ανεπιθύμητοι), εκείνοι οι παρουσιαστές των καναλιών που εμφανίζονται να διαρρηγνύουν τώρα τα ιμάτιά τους, αλλά που έδιναν πρόθυμα βήμα σε κάθε απίθανη ομοφοβική «άποψη» όταν κατατέθηκε το νομοσχέδιο, οι μητροπολίτες που με αφορμή αυτό έσπειραν και σπέρνουν αγνό χριστιανικό μίσος (ο Θεσσαλονίκης Φιλόθεος καταδίκασε επίσης τη βία, μήπως όμως είναι λίγο αργά, σεβασμιότατε;);

Γιατί τελικά ο «όχλος» της Αριστοτέλους ήταν πολύ μαζικότερος από αυτόν που είδαμε στα βίντεο και δεν τον αποτελούσαν μόνο νέα παιδιά. Και ο «όχλος» αυτός έχει αρκετά κοινά με τους «καρναβαλιστές» που συνόδευαν ένα παρενδυτικό ομοίωμα του Στέφανου Κασσελάκη στην Κέρκυρα προτού το παραδώσουν στην πυρά. Και όχι, δεν επρόκειτο για αριστοφανική διακωμώδηση, δεν ειρωνεύονταν τον πολιτικό αλλά τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Θύμισε το παλιό «έθιμο» της καύσης του «Οβριού», του κακού Εβραίου, που νομίζω έχει επιτέλους εκλείψει και ευτυχώς – σκατά στις παραδόσεις τέτοιου τύπου, που θα πρέπει να έχουν πλέον και συνέπειες.

Αυτό, όμως, που με προβλημάτισε περισσότερο είναι το μίσος που και ο ίδιος ένιωσα να με πλημμυρίζει. Μπορεί να μην είμαι οργισμένο νεαρό κουήρι, αλλά ανήκω σε μια ΛΟΑΤΚΙ+ γενιά που τράβηξε πολλά, που πάλεψε για πολλά, που βλέπει επιτέλους το κοινωνικό αφήγημα να αλλάζει και που δυσκολεύεται πλέον να δείξει «κατανόηση» ή να δεχτεί οποιαδήποτε δικαιολογία όταν βλέπει να αναβιώνουν ανθρωποβόρες καταστάσεις που θα έπρεπε να έχουν περάσει πια στην ιστορική λήθη.

Ναι, ακόμα κι όταν οι δράστες είναι νέα παιδιά – το να αξιώσει κανείς την παραδειγματική τιμωρία όσων από τους συλληφθέντες βρεθούν ένοχοι (και τη δίωξη των γονέων όσων είναι ανήλικοι) για το παρ’ ολίγον λιντσάρισμα δεν είναι ποινικός λαϊκισμός ή τιμωρητικός ακτιβισμός, είναι ζήτημα επιβίωσης. Νέα παιδιά είναι, άλλωστε, και πολλά από τα θύματα ομοφοβικού bulling, δεν έχουν ψυχή αυτά;

Υπόψη βέβαια ότι ούτε αυτές οι συμπεριφορές χαρακτηρίζουν γενικότερα τη νεολαία, δημοσκοπήσεις άλλωστε εμφανίζουν τις νέες ηλικίες ως τις πιο θετικά διακείμενες απέναντι στα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, τον ομόφυλο γάμο και την τεκνοθεσία.

Αλλά έλα που η ιστορία δεν προχωρά γραμμικά και το να επιδιώκεις να μοιάσεις στο τέρας είναι παγίδα γιατί έτσι καταλήγεις να παίζεις το δικό του παιχνίδι. Δεν λέω να γυρνάς και το άλλο μάγουλο, τελειώσανε είπαμε αυτά, όποιος θέλει «πόλεμο» θα τον έχει, δεν είναι όμως το μίσος η καλύτερη μαγιά για τον δικαιότερο εκείνο κόσμο που οραματιζόμαστε.

«Το μίσος δημιουργείται μέσα από συγκεκριμένους μηχανισμούς αναπαραγωγής ‒ ίντερνετ, δημόσια φόρα, talk shows, στίχους μουσικής κ.λπ., εντός των οποίων νοηματοδοτείται και εκ των οποίων συγκροτείται… Πάντοτε κάποιος άλλος φταίει, κάποιος παραμονεύει για να μας κάνει κακό, και συνήθως είναι ο αδύναμος, ο “ανώμαλος”, ο “λαθρομετανάστης”, ο “άπιστος”, ο “ξένος”, ο οποίος μετατρέπεται συλλήβδην σε εχθρό», γράφει η συγγραφέας, ακτιβίστρια και φιλόσοφος Κάρολιν Έμκε στο «Εναντίον του μίσους».

Ο ορισμός της παρρησίας κατά τον Φουκό δίνει, γράφει αλλού, μια εικόνα του πώς θα έπρεπε να εκφράζεται η αντίσταση στο μίσος και τον φανατισμό: «Απ’ όσους έχει αφαιρεθεί το δικαίωμα της γνώμης, όσων το δέρμα, το σώμα και το φύλο δεν τυγχάνουν σεβασμού, όσοι δεν αντιμετωπίζονται ως ισότιμοι αλλά ως “ακοινώνητοι”, “μη παραγωγικοί”, “ανάξιοι”, “ανώμαλοι”, “άρρωστοι”, εθνικά και θρησκευτικά “μη καθαροί” ή “αφύσικοι” και τους αρνούνται την ανθρώπινη υπόσταση, οφείλουμε να τους ενσωματώσουμε εκ νέου σ’ ένα παγκόσμιο Εγώ».

Σκεπτόμενος λοιπόν ψυχραιμότερα, θα συμφωνήσω ότι έχουμε πράγματι μια τέτοια οφειλή, εφόσον όμως αποδεχτούμε και το καταστήσουμε σαφές σε όλους ότι ο δρόμος για την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, τον σεβασμό και την ισότητα είναι μονόδρομος και είναι αδιαπραγμάτευτος.

lifo.gr